Κυριακή 27 Αυγούστου 2017

Από Αύγουστο... χειμώνα

ΑΠΟ ΤΟ ΜΑΔΟΥΡΟ ΣΤΟΝ ΣΤΑΛΙΝ ΚΑΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΟΛΑΝΤ ΣΤΟΝ ΜΑΚΡΟΝ ΤΡΙΑ ΜΝΗΜΟΝΙΑ ΔΡΟΜΟΣ

Η αποτυχία του μνημονίου, του 3ου κατά σειρά, επικρέμεται πάνω από το πολιτικό σύστημα της χώρας. Οι δυνάμεις που το ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ, ΝΔ, ΑΝΕΛ, ΠΑΣΟΚ, ΠΟΤΑΜΙ κλπ. και τα μέσα ενημέρωσης που το στήριξαν και το στηρίζουν προσπαθούν συστηματικά να αποπροσανατολίσουν το κόσμο από αυτό το γεγονός. Απογοητευμένοι από την ανθεκτικότητα του Μαδούρο στη Βενεζουέλα και την αδυναμία των Αμερικανών να επέμβουν, προς το παρόν τουλάχιστον, το γύρισαν σε αντικομμουνισμό της ψυχροπολεμικής περιόδου. Η Ν.Δ. επιδόθηκε σε καταγγελία των εγκλημάτων του Στάλιν και ο ΣΥΡΙΖΑ σε μια πλουραλιστική σούπα που κοντολογίς λέει ότι δεν είναι κακοί και όλοι οι κομμουνιστές βρε αδερφέ. Σκοπός της ΝΔ είναι να φύγει από τη θέση του απολογούμενου για την κατάσταση που έχει περιέλθει η Ελληνική κοινωνία στο πλαίσιο της τρέχουσας καπιταλιστικής κρίσης και το κυριότερο να αποκρύψει ότι το μόνο που έχει να προσφέρει είναι ένα νέο μνημόνιο σε περίπτωση που γίνει κυβέρνηση. Για το ΣΥΡΙΖΑ σκοπός είναι να αποκρυβεί η κατάρρευση του 3ου μνημονίου που διαχειρίστηκε και το κυριότερο να πει στο όποιο αριστερό ακροατήριο του έχει απομείνει ότι μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι το ίδιο με μια κυβέρνηση της ΝΔ και ας εφαρμόζει μνημόνιο.
Όμως, όπως έλεγε και ο κομμουνιστής Λένιν, «τα γεγονότα είναι πεισματάρικα». Δεν πέρασε ένας μήνας από το Eurogrpoup της 20ης Ιουλίου 2017 και τα δεδομένα είναι τα ακόλουθα:
1) το ελληνικό Δημόσιο, του 4.2% πρωτογενούς πλεονάσματος το 2016, δεν μπορεί να συγκεντρώσει 400 εκ. ευρώ για να πληρωθεί ένα σύνολο 1.2 δισ. (τα 800 εκ. τα βάζει ο ESM) στους προμηθευτές του, που αφορά χρωστούμενα του 2016,
2) δεν υπάρχει περίπτωση αναδιάρθρωσης του χρέους μέσω των αγορών λόγω υψηλών επιτοκίων
3) υπάρχει υστέρηση εσόδων 630 εκατομμύρια περίπου στο διάστημα Ιανουαρίου – Ιουλίου 2017 κάτι που μπορεί να φέρει το 2018 τα μέτρα που ψηφίσθηκαν για το 2019 πριν ένα μήνα,
4) το ΔΝΤ πρότεινε επιπλέον stress tests για τις Ελληνικές τράπεζες στο πλαίσιο της σύστασής του να μπουν στη άκρη 10 δις ώστε να χρησιμοποιηθούν σε νέα ανακεφαλαίωση των Τραπεζών. Για να πάρει την απάντηση από την επικεφαλής της ευρωπαϊκής εποπτικής αρχής (SSM) ότι η αρχή θα εξασφαλίσει «…την αντιμετώπιση από τις συστημικές τράπεζες των όποιων κεφαλαιακών παραβιάσεων…». Κοντολογίς, ούτε συζήτηση για κάλυψη από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης.
5) υπάρχουν επιπλέον ανοιχτά ζητήματα στο πλαίσιο 3ης αξιολόγησης που περιλαμβάνουν οπωσδήποτε την κατεδάφιση των όποιων εργασιακών δικαιωμάτων έχουν απομείνει.
Το κυριότερο όμως είναι ότι μετά τις επικείμενες Γερμανικές εκλογές του Σεπτεμβρίου θα επιταχυνθούν οι εξελίξεις για την αναδιάρθρωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ένα σχήμα πολλών ταχυτήτων. Οι αναδιανεμητικοί πόροι του Ευρωπαϊκού προϋπολογισμού (ΕΣΠΑ κλπ.) θα περιορισθούν στο σκληρό πυρήνα με αντάλλαγμα τη σύγκλιση και τον έλεγχο των εθνικών προϋπολογισμών και τον περιορισμό του λόγου δημοσίου χρέους/ΑΕΠ στο 60% με περιορισμό του χρέους κατά 20% ετησίως. Οι χώρες της περιφέρειας, οι οποίες δεν θα έχουν προοπτική εισόδου στον πυρήνα, θα είναι δεξαμενές φθηνής εργατικής δύναμης που θα απασχολείται σε συνθήκες απόλυτης εξαθλίωσης. Δεν είναι σίγουρο αν αυτό το σχήμα θα μπορέσει να αντιμετωπίσει την κρίση της ΕΕ αφού μετά το BREXIT και το ιταλικό δημοψήφισμα τμήματα της ευρωπαϊκής αστικής τάξης αμφισβητούν αυτή την προοπτική. Τελευταίο παράδειγμα η πρόταση Μπερλουσκόνι για υιοθέτηση διπλού νομίσματος στην Ιταλία.
Ανεξάρτητα από τις αβεβαιότητες ή τις διαφορετικές γνώμες για την πορεία της καπιταλιστικής κρίσης και την τύχη της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο πλαίσιό της είναι σίγουρο ότι η Ελλάδα δεν πληροί τις προϋποθέσεις του σκληρού πυρήνα. Απέναντι σε αυτό το δεδομένο ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να πείσει τους εντός και εκτός Ελλάδας επιχειρηματικούς του φίλους, ιδιαίτερα του τραπεζικού κλάδου, ότι θα τους περάσει «στη ζούλα» στη νέα κατάσταση. Ισχυρίζονται ότι σε συνεργασία με τον Γάλλο πρόεδρο Μακρόν και τον επόμενο υπουργό οικονομικών της Γερμανίας, που εύχονται και προσεύχονται να προέρχεται από το SPD, θα πάρουν λύση για το χρέος το 2018 και μια πιστωτική γραμμή εγγυημένη από τον ESM για την κάλυψη των αναγκών αναχρηματοδότησης μετά το τέλος του μνημονίου. Πιστεύουν ότι έτσι θα μπορέσουν να μείνουν στα πράγματα μέχρι το 2019 και σε συνδυασμό με το τέλος της καπιταλιστικής κρίσης στην Ευρώπη, που αναμένουν ως μάνα εξ ουρανού, θα αποκτήσουν μέλλον στα πολιτικά πράγματα. Πρόκειται για όνειρα θερινής νυκτός ανάλογα με εκείνα που έκανε ο ομογάλακτός τους κ. Κουβέλης και κάποιοι στο ΠΑΣΟΚ μετά την εκλογή Ολάντ στη Γαλλική προεδρία. Από τότε μεσολάβησαν τρία μνημόνια.
Όμως και οι σχεδιασμοί της Νέας Δημοκρατίας δεν είναι καλύτεροι. Αυτοί θεωρούν ότι η κ. Μέρκελ θα τους προσφέρει μια περίοδο χάριτος εντός του σκληρού πυρήνα που θα συνοδευτεί από ένα νέο μνημόνιο που θα διαπραγματευτεί ο κ. Μητσοτάκης. Πιστεύουν ότι αυτό θα είναι εφικτό αφού έχουν περισσέψει 54 δισ. από το 3ο μνημόνιο που επαρκούν για την αντιμετώπιση του χρέους, την ανακεφαλαίωση του τραπεζικού συστήματος και την ικανοποίηση των δικών τους επιχειρηματικών φίλων. Είναι μια εξίσου «βολική» λύση για να καλύψει τις ανάγκες του τμήματος της αστικής τάξης που ακολουθεί τη ΝΔ. Κύκλοι της ΕΕ θεωρούν ότι είναι απίθανο να διατεθούν τα επιπλέον 54 δις με τη μορφή μνημονίου για την Ελλάδα.
Το μόνο που αποδεικνύουν αυτοί οι ερασιτεχνισμοί του ΣΥΡΙΖΑ και της ΝΔ είναι ότι το πολιτικό σύστημα είναι σε απόλυτο αδιέξοδο αναφορικά με την κάλυψη των στοιχειωδών λαϊκών αναγκών. Αμφότεροι έχουν περιορισθεί στο ρόλο του διαμεσολαβητή ανάμεσα σε τμήματα της Ευρωπαϊκής αστικής τάξης και των επιχειρηματικών τους φίλων. Σκοπός τους είναι να πείσουν αμφότερους ότι είναι οι καταλληλότεροι για αυτό το ρόλο. Αυτό που δεν έχουν καταλάβει είναι ότι τόσο οι πολιτικοί τους φίλοι, όσο και οι Ευρωπαίοι επικυρίαρχοι, συμπεριλαμβανομένου του κ. Μακρόν, τους θεωρούν αναλώσιμούς όπως θεωρούσαν και τους προκατόχους τους. Βέβαια το σημαντικό δεν είναι να το καταλάβουν εκείνοι είναι να το καταλάβουμε εμείς.
Ν. Στραβελάκης, εφημ. Το Παρόν 27/8/2017



Η ΤΕΛΙΚΗ ΑΝΑΜΕΤΡΗΣΗ

1. Τον Σεπτέμβριο θα δοθεί η κρισιμότερη μάχη με τους δανειστές, η οποία θα κρίνει εν πολλοίς την έκβαση του ελληνικού προγράμματος
Ως «μητέρα των μαχών» περιγράφεται από ανώτερους αξιωματούχους των θεσμών η τρίτη αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος, που αναμένεται να ξεκινήσει τον Σεπτέμβριο. Οι αξιωματούχοι αιτιολογούν αυτόν τον χαρακτηρισμό με το επιχείρημα ότι στο τραπέζι θα μπουν «όλα τα υπόλοιπα του μνημονίου», όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά. Με δεδομένο ότι το χρονοδιάγραμμα των αξιολογήσεων έχει καθυστερήσει δραματικά, αφού, αντί της όγδοης αξιολόγησης έχει ολοκληρωθεί μόλις η δεύτερη, οι δανειστές γνωρίζουν ότι, με τους ρυθμούς που κινούνται οι διαπραγματεύσεις με την ελληνική κυβέρνηση, απομένουν το πολύ δύο αξιολογήσεις έως το τέλος του προγράμματος. Κατά συνέπεια, στην τρίτη αξιολόγηση πρέπει να κλείσουν όλες οι νομοθετικές παρεμβάσεις, ώστε η τελευταία, που θα ξεκινήσει την άνοιξη του 2018, να ασχοληθεί μόνο με την αξιολόγηση της εφαρμογής των μεταρρυθμίσεων και τον έλεγχο επί των στόχων.
Πρακτικά, η κυβέρνηση, αντί να χαλαρώσει ρυθμούς, θα πρέπει έως τον Σεπτέμβριο να υλοποιήσει 113 προαπαιτούμενα, τα οποία θα είναι και βασικά παραδοτέα έως το τέλος του έτους και θα συνδεθούν με το κλείσιμο της επόμενης αξιολόγησης.
Σε αυτά περιλαμβάνονται «αγκάθια», που αναμένεται να αγγίξουν τον σκληρό κομματικό πυρήνα του ΣΥΡΙΖΑ, όπως η εκποίηση του 40% της λιγνιτικής παραγωγής της ΔΕΗ, αλλά και η κήρυξη απεργίας από τα πρωτοβάθμια σωματεία με συμμετοχή του 50% + 1 των εργαζομένων, καθώς επίσης και μέτρα που αφορούν ευθέως το Δημόσιο, όπως η κινητικότητα.
Στο επίκεντρο της τρίτης αξιολόγησης θα βρεθούν και άλλα επώδυνα μέτρα, όπως η πλήρης απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων, ο επανυπολογισμός όλων των συντάξεων, το ψαλίδι στα προνοιακά επιδόματα, αλλά και η αλλαγή στους όρους χορήγησης των αναπηρικών επιδομάτων, καθώς και η επανεξέταση των φορολογικών κινήτρων για τις επιχειρήσεις, με την κατάργηση όσων κρίνονται αναποτελεσματικά.
Σημείο «κλειδί» είναι και η αξιολόγηση της επάρκειας των μέτρων του 2018, κατά την οποία το ΔΝΤ θα έχει τον πρώτο λόγο για το εάν χρειάζεται να ληφθούν επιπλέον μέτρα.
Στα επικαιροποιημένα κείμενα των μνημονίων καταγράφονται αναλυτικά όλες οι δεσμεύσεις της χώρας για μέτρα 6,5 δισ. ευρώ την περίοδο 2018-2022, ενώ ορίζεται και ο τρόπος με τον οποίο θα γίνει η τελική αξιολόγηση τον Αύγουστο του 2018. Και εκεί, το ΔΝΤ θα κρίνει εάν το μνημόνιο υλοποιήθηκε επαρκώς, καθώς και το εάν πρέπει το αφορολόγητο να μειωθεί νωρίτερα (2019). Φαίνεται, ωστόσο, πως και το Ταμείο αλλά και οι Ευρωπαίοι έχουν προεξοφλήσει πως το αφορολόγητο θα μειωθεί το 2019, ενώ τα αντίμετρα -σύμφωνα πάντα με το ΔΝΤ- δεν θα εφαρμοστούν πριν από το 2023. Με τα μέχρι στιγμής δεδομένα θεωρείται εξαιρετικά πιθανό το Ταμείο να ζητήσει πρόσθετα μέτρα για το 2018.
Το ζήτημα του waiver
Ευρωπαϊκές πηγές θέτουν ακόμα ένα σημείο προβληματισμού. Όπως αναφέρουν, σε περίπτωση που η Ελλάδα τελείωνε το τρέχον πρόγραμμα το 2018 και αποφάσιζε να βγει μόνη της στις αγορές, χωρίς τη στήριξη των Ευρωπαίων, μέσω της Προληπτικής Γραμμής, τότε η ΕΚΤ θα ήταν υποχρεωμένη να άρει το waiver, δηλαδή την κατ’ εξαίρεση αποδοχή των ελληνικών ομολόγων ως ενέχυρα για να δανείζει τις ελληνικές τράπεζες. Σήμερα, η ΕΚΤ αποδέχεται τα ομόλογα των ελληνικών πιστωτικών ιδρυμάτων ως εχέγγυα, παρά τη βαθμολογία τους από τους οίκους αξιολόγησης στην κατηγορία «σκουπίδια» (junk), επειδή η χώρα είναι σε πρόγραμμα στήριξης του ESM. Εφόσον το πρόγραμμα αυτό εκλείψει και οι οίκοι αξιολόγησης δεν έχουν αναβαθμίσει την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας και του τραπεζικού συστήματος, η ΕΚΤ θα είναι υποχρεωμένη να άρει το waiver, άρα να μη δανείζει με χαμηλά επιτόκια τις ελληνικές τράπεζες, όπως ακριβώς έγινε τον Φεβρουάριο του 2015. Το αποτέλεσμα μιας τέτοιας απόφασης θα ήταν η επιστροφή των τραπεζών σε εξάρτηση από τον έκτακτο μηχανισμό της Τραπέζης της Ελλάδος (ELA), ο οποίος έχει πολύ μεγαλύτερο κόστος. Μια τέτοια κίνηση θα στερούσε πολύτιμη ρευστότητα από τις τράπεζες, σε μια περίοδο που το ένα μετά το άλλο τα πιστωτικά ιδρύματα μειώνουν την εξάρτησή τους από τον ELA και έχουν ήδη προβεί σε κινήσεις ενίσχυσης των κεφαλαίων τους, προκειμένου να στηρίξουν την πραγματική οικονομία και την ανάπτυξη. Αυτός είναι και ο λόγος που στα κέντρα λήψης αποφάσεων η λύση της ECCL κερδίζει όλο και περισσότερους υποστηρικτές.
Το χρέος και το χαμένο τρένο
Σε ό,τι αφορά τις προσδοκίες για την ελάφρυνση του χρέους, πηγές της ΕΚΤ ξεκαθαρίζουν πως «η ΕΚΤ δεν μπορεί να προχωρήσει σε δική της ανάλυση βιωσιμότητας χρέους, που θα της επέτρεπε να εντάξει τα ελληνικά ομόλογα στο QE, εφόσον δεν υπάρχει επαρκής σαφήνεια για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος».
Κλειδί για τις μελλοντικές αποφάσεις θα αποτελέσει και ο ρόλος του ΔΝΤ την επόμενη ημέρα, καθώς ήδη από την τρίτη αξιολόγηση θα αρχίσει να προετοιμάζεται η αποχώρησή του, καθώς οι Ευρωπαίοι δεν θα προχωρήσουν σε αποφάσεις για το χρέος.

2. Ποντάρουν στην πιστοληπτική γραμμή οι ξένοι οίκοι
Όνειρο θερινής νυκτός η καθαρή έξοδος
Στα κέντρα αποφάσεων έχουν ήδη ξεκινήσει οι παρασκηνιακές συζητήσεις για την επόμενη ημέρα, με βασικό σενάριο εκείνο της Προληπτικής Πιστοληπτικής Γραμμής Στήριξης με ενισχυμένη εποπτεία (ECCL), η οποία θα ελέγχεται από τα ευρωπαϊκά όργανα.
Οι δανειστές γνωρίζουν πως ένα μεγάλο μέρος από το ποσό του δανείου των 86 δισ. ευρώ του ESM, που δόθηκε με το τρίτο μνημόνιο, δεν θα εκταμιευθεί μέχρι το τέλος του προγράμματος, τον Αύγουστο του 2018, λόγω των καθυστερήσεων με τις οποίες ολοκληρώνονται οι αξιολογήσεις. Το ποσό αυτό εκτιμάται ότι θα μπορέσει να καλύψει τις ανάγκες για ένα τέταρτο πρόγραμμα στήριξης, έστω και με τη μορφή της Προληπτικής Πιστοληπτικής Γραμμής.
Οι καλά γνωρίζοντες το ελληνικό ζήτημα υποστηρίζουν πως η Ελλάδα δεν θα είναι σε θέση να επιστρέψει στις αγορές στο τέλος του προγράμματος, καθώς το πρόβλημα δεν λύνεται με δύο ή τρεις μικρής διάρκειας εκδόσεις, αλλά απαιτείται να «χτιστεί» μια μόνιμη σχέση με τους επενδυτές.
Για τον ίδιο λόγο, οι περισσότεροι διεθνείς οίκοι «έχουν ποντάρει» στην Προληπτική Πιστοληπτική Γραμμή Στήριξης, τη λεγόμενη και ECCL, στο πρότυπο της συμφωνίας της κυβέρνησης Σαμαρά το 2014. Με τον τρόπο αυτό, εκτιμούν, η Ελλάδα θα συνεχίσει να υλοποιεί μεταρρυθμίσεις υπό τον έλεγχο των δανειστών και, παράλληλα, θα αποκτήσει πρόσβαση στις αγορές με βιώσιμα επιτόκια.
Οσο, μάλιστα, γίνεται πιο καθαρό πως οι Ευρωπαίοι δεν πρόκειται να ανοίξουν τα χαρτιά τους για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους παρά μόνο στο τέλος του τρέχοντος προγράμματος, η «καθαρή έξοδος» της Ελλάδας στις αγορές φαίνεται όλο και πιο δύσκολη.



Τετάρτη 16 Αυγούστου 2017

Η ελληνική μεταποίηση και τα βασικά της προβλήματα



Η ελληνική μεταποίηση βρίσκεται σε δύσκολη θέση πρωταρχικά για τον εξής λόγο: η χρησιμοποιούμενη τεχνολογία ανήκει σε αυτό που θα ονομάζαμε μέση τεχνολογία. Αυτό στις σημερινές συνθήκες σημαίνει ότι, απέχει πολύ από τις προηγμένες τεχνολογίες που χρησιμοποιούν οι αναπτυγμένες χώρες της Δύσης (αλλά και ορισμένες αναδυόμενες οικονομίες σε επιλεγμένους τομείς) ενώ  παράλληλα δέχεται σοβαρές πιέσεις από τις αναδυόμενες οικονομίες που πλέον έχουν ενσωματώσει σε σημαντικό βαθμό τεχνολογίες μέσου επιπέδου ενώ λόγω των σαφούς χαμηλότερου εργασιακού κόστους αποκτούν σημαντικά πλεονεκτήματα. Χαρακτηριστικά είναι τα στοιχεία της Γραφικής παράστασης 1.
Γραφική παράσταση 1 - Διάρθρωση των εξαγωγικών αγαθών ανάλογα με το τεχνολογικό περιεχόμενο


Στη συνέχεια η θέση της ελληνικής μεταποίησης δέχεται πιέσεις από το θεσμικό περιβάλλον του ευρωπαϊκού πλαισίου. Οι περιορισμοί που επιβάλλει το ευρωπαϊκό πλαίσιο φαίνεται ότι δεν έχουν συνειδητοποιηθεί πρωταρχικά από τις κυβερνήσεις της χώρας. Ο κίνδυνος που διατρέχει η χώρα από την εδραίωση ανταγωνιστικών συνθηκών στις αγορές την ίδια στιγμή που το επιχειρηματικό περιβάλλον παραμένει εχθρικό, είτε λόγω ρυθμιστικών αστοχιών του κράτους είτε λόγω υψηλού ρίσκου χώρας και κόστους χρηματοδότησης, συνοψίζεται ως έξης: Η χώρα θα χάσει την παραγωγική βάση που της απομένει, καθώς τα εμπορεύσιμα προϊόντα πλέον θα εισάγονται, υποκαθιστώντας τα μη ανταγωνιστικά εγχώρια παραγόμενα προϊόντα. Όμως η παραγωγική αυτή, κυρίως μεταποιητική, βάση είναι και ο πυρήνας της μηχανής που μπορεί διαχρονικά να εξασφαλίσει την προσέγγιση του επιπέδου διαβίωσης των ανεπτυγμένων χωρών, καθώς και την ποιοτική απασχόληση. Δηλαδή, ζούμε μια κατάσταση στην οποία οι ελληνικές παραγωγικές επιχειρήσεις έχουν εκτεθεί στην πίεση του ευρωπαϊκού ανταγωνισμού, χωρίς να μπορούν να ανταποκριθούν στοιχειωδώς ακόμη και σε όσα κίνητρα που αυτός δίνει για βελτίωση των προϊόντων και παραγωγικών υπηρεσιών.


Τώρα τα βασικά χαρακτηριστικά της κεφαλαιακής συσσώρευσης την περίοδο 1993-2016 είναι τα ακόλουθα.
1. Η επενδυτική δραστηριότητα σημείωσε ικανοποιητική εξέλιξη την περίοδο 1995-2007 (1995: 22 δις ευρώ, 2007: 60,5 δις ευρώ) . Από το 2008 αρχίζει η σταδιακή μείωση (57,6 δις ευρώ). Επέρχεται η κατάρρευση στη συνέχεια (δες Πίνακα 1).
Πίνακας 1 - Ακαθάριστος Σχηματισμός Παγίου Κεφαλαίου (σε τρέχουσες τιμές)     
Έτος     Δις ευρώ
2007     60,5
2010     39,7
2013     21,9
2016     18,5
Πηγή: ΕΛΣΤΑΤ

2. Οι ακαθάριστες επενδύσεις κεφαλαίου του ιδιωτικού τομέα (νοικοκυριά και μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις)2 συρρικνώθηκαν σημαντικά την τελευταία δεκαετία από 21% του ΑΕΠ το 2006 σε 7% του ΑΕΠ το 2016 σε τρέχουσες τιμές. Το μεγαλύτερο ποσοστό της μείωσης αυτής οφείλεται σε συρρίκνωση των επενδύσεων των νοικοκυριών (από 14% του ΑΕΠ το 2006 σε 2% του ΑΕΠ το 2016 σε τρέχουσες τιμές), κυρίως για κατοικίες. Οι επιχειρηματικές επενδύσεις παρουσίασαν μικρή μείωση, από 7% του ΑΕΠ το 2006 σε 5% του ΑΕΠ το 2016 σε τρέχουσες τιμές, παραμένοντας ωστόσο σε ανησυχητικά χαμηλά επίπεδα, αν ληφθεί υπόψη η τρομακτική μείωση του ΑΕΠ τη συγκεκριμένη περίοδο. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι το 2016 οι ακαθάριστες επενδύσεις κεφαλαίου των μη χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων στη ζώνη του ευρώ αντιστοιχούσαν σε 12% του ονομαστικού ΑΕΠ. 


3. Παράλληλα, την τελευταία δεκαετία η συνολική χρηματοδότηση του ιδιωτικού τομέα συρρικνώθηκε ραγδαία από 34% του ΑΕΠ το 2006 σε 2% του ΑΕΠ το 2016 σε τρέχουσες τιμές. Η μεγάλη αυτή μείωση προήλθε τόσο από τον περιορισμό της “εσωτερικής χρηματοδότησης” του ιδιωτικού τομέα από ιδίους πόρους (ακαθάριστη αποταμίευση) όσο και από την κατάρρευση της “εξωτερικής χρηματοδότησής” του από την εγχώρια χρηματοπιστωτική αγορά. Ιδιαίτερα έντονη ήταν η μείωση της χρηματοδότησης με τη μορφή δανείων, κυρίως από τα εγχώρια τραπεζικά ιδρύματα, με την πιστωτική επέκταση να παρουσιάζει αρνητικό ρυθμό από το 2010.

4. Ο προσανατολισμός των επενδύσεων δεν οδήγησε σε αποφασιστική αναδιάρθρωση του παραγωγικού δυναμικού της οικονομίας. Σημαντικό τμήμα των πόρων κεφαλαίου κατευθύνθηκαν και δεσμεύτηκαν στον τομέα της κατοικίας (2007: 27 δις ευρώ ).

5. Σημαντικό τμήμα του παραγωγικού δυναμικού της μεταποίησης βρίσκεται σε στενή εξάρτηση από την οικοδομική δραστηριότητα (χαλυβουργία, επιπλοποιία, μη μεταλλικά ορυκτά, ηλεκτρικά είδη, μεταλλικά προϊόντα κτλ). Ο συμπληρωματικός χαρακτήρας αυτής της διαδικασίας εμποδίζει σημαντικά μια πολιτική αυτονόμησης των βιομηχανικών δραστηριοτήτων από την οικοδομή.

6. Οι βιομηχανικές επενδύσεις στηρίχτηκαν σε μεγάλο βαθμό στην εισαγωγή ξένης τεχνολογίας και ημικατεργασμένων. η εισαγωγική διείσδυση, δηλαδή το μερίδιο των εισαγωγών μεταποιητικών προϊόντων στην εγχώρια αγορά, όπως αυτή αντανακλάται στο μέγεθος της φαινόμενης κατανάλωσης, ενισχύθηκε ελαφρά έναντι της περιόδου (2000-2009) που προηγήθηκε της κρίσης (βλ. Διάγραμμα ).
Διάγραμμα - Εισαγωγική διείσδυση στη μεταποίηση
Πηγή : Τράπεζα της Ελλάδος. Ετήσια Έκθεση για το 2016, σ.128
7. Η αύξηση της εισαγωγικής διείσδυσης οφείλεται στο γεγονός ότι οι εισαγωγές, κυρίως μη διαρκών καταναλωτικών αγαθών και ενδιάμεσων προϊόντων, μειώθηκαν με βραδύτερο ρυθμό από ό,τι η φαινόμενη κατανάλωση (Την περίοδο 2010-2016 η φαινόμενη κατανάλωση και οι εισαγωγές κατέγραψαν μείωση με μέσο ετήσιο ρυθμό 3,5% και 2,5% αντίστοιχα). Η εισαγωγική διείσδυση στο σύνολο της μεταποίησης κέρδισε σχεδόν τρεις μονάδες, ενώ μόνο σε δύο κατηγορίες κλάδων σημειώθηκε οριακή υποχώρηση. Σημειώνεται ότι κλάδοι που ενίσχυσαν την εξαγωγική τους επίδοση κατέγραψαν ταυτόχρονα και σημαντική άνοδο της εισαγωγικής διείσδυσης των σχετικών προϊόντων, όπως αυτοί των καυσίμων, των φαρμακευτικών, των χημικών και της κλωστοϋφαντουργίας, γεγονός που συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με την αύξηση των εισαγωγών ενδιάμεσων αγαθών που χρησιμοποιούν οι επιχειρήσεις στην παραγωγή του τελικού τους προϊόντος. Ελαφρώς διαφοροποιημένη εικόνα δίνει η σύγκριση της υποπεριόδου 2015-2016 με την περίοδο 2010-2014, με τη συνολική εισαγωγική διείσδυση στη μεταποίηση να υποχωρεί κατά 3 περίπου ποσοστιαίες μονάδες, κυρίως λόγω της επιβολής των κεφαλαιακών περιορισμών και της μείωσης των τιμών του πετρελαίου. Τέλος, σημειώνεται ότι η προσαρμογή των βιομηχανικών επιχειρήσεων στα νέα δεδομένα που δημιούργησε η κρίση επέτεινε την εξαγωγική προσπάθεια, αλλά δεν οδήγησε σε υποκατάσταση των εισαγωγών από εγχωρίως παραγόμενα προϊόντα. Η εξάρτηση σημαντικών κλάδων της μεταποίησης από εισαγόμενες πρώτες ύλες και ενδιάμεσα αγαθά, όπως για παράδειγμα στα καύσιμα, στα φαρμακευτικά ή στον ηλεκτρονικό και ηλεκτρολογικό εξοπλισμό, καθώς και οι καταναλωτικές συνήθειες, ιδιαίτερα στην ένδυση και την υπόδηση, δυσχεραίνουν ενδεχομένως μια τέτοια εξέλιξη. (Τράπεζα της Ελλάδος, Ετήσια Έκθεση για το 2016, Φεβρουάριος 2017.σ 128). 


8. Εμβάθυνε ο ευρωπαϊκός καταμερισμός εργασίας, σύμφωνα με τον οποίο οι βιομηχανικές ευρωπαϊκές χώρες ενισχύουν μέσω των δραστηριοτήτων των πολυεθνικών τους τη θέση τους ως κέντρων προσφοράς κεφαλαιουχικών αγαθών, ενδιάμεσων προϊόντων υψηλής τεχνολογίας, know-how, και λοιπών στοιχείων τεχνολογίας αιχμής. 

9. Παράλληλα η δραστηριότητα των πολυεθνικών στην χώρα ήταν στραμμένη στο εσωτερικό.

10. Η ενσωμάτωση των δραστηριοτήτων των πολυεθνικών επιχειρήσεων στο εγχώριο παραγωγικό δυναμικό (καθετοποίηση με εγχώριους κλάδους) ήταν και είναι περιορισμένη.

Σήμερα η ελληνική μεταποίηση βρίσκεται σε διπλή παγίδα.

Η ένταξη μας σε μια αγορά όπως η ευρωπαϊκή (υψηλής τεχνολογίας) χωρίς να έχουν απομακρυνθεί οι αιτίες που προκαλούν αδυναμία στον εγχώριο μεταποιητικό τομέα να τις ανταγωνιστεί και οι οποίες εμφανίζονται ως υψηλό κόστος λειτουργίας και χαμηλής ενσωμάτωσης τεχνολογίας, απλά θα καταστήσει τις ελληνικές επιχειρήσεις μη βιώσιμες, καθώς φτηνές εισαγωγές που δεν έχουν ενσωματωμένο το επιπλέον κόστος θα είναι εύκολα προσβάσιμες στους καταναλωτές.

Αντίστοιχα, η επιδιωκόμενη υποκατάσταση της ακριβής εγχώριας παραγωγής από φτηνές εισαγωγές και το προσδοκώμενο όφελος για τους Έλληνες καταναλωτές θα αποδειχθεί μάλλον μικρής σημασίας, καθώς η μείωση της αγοραστικής τους δύναμης, ως βασική συνέπεια της επακόλουθης μείωσης ή και διακοπής παραγωγικής δραστηριότητας, απόλυσης προσωπικού και μείωσης αποδοχών ειδικά στον τομέα των εμπορεύσιμων αγαθών (δηλαδή, κυρίως τη μεταποίηση), θα υπερκαλύψει την οποιαδήποτε μείωση τιμών.

Δηλαδή, η έκθεση των ελληνικών παραγωγικών επιχειρήσεων στην πίεση του ευρωπαϊκού ανταγωνισμού, χωρίς να μπορούν να ανταποκριθούν στα κίνητρα που αυτός δίνει για βελτίωση των προϊόντων και παραγωγικών υπηρεσιών αποτελεί μεγάλο κίνδυνο.

Με απλά λόγια ο κίνδυνος που διατρέχει η χώρα από την εδραίωση ανταγωνιστικών συνθηκών στις αγορές την ίδια στιγμή που το επιχειρηματικό περιβάλλον παραμένει εχθρικό, είτε λόγω ρυθμιστικών αστοχιών του κράτους είτε λόγω υψηλού ρίσκου χώρας και κόστους χρηματοδότησης, θα έχει το ακόλουθο αποτέλεσμα: Η χώρα θα χάσει την παραγωγική βάση που της απομένει, καθώς τα εμπορεύσιμα προϊόντα πλέον θα εισάγονται, υποκαθιστώντας τα μη ανταγωνιστικά εγχώρια παραγόμενα προϊόντα. Όμως η παραγωγική αυτή, κυρίως μεταποιητική, βάση είναι και ο πυρήνας της μηχανής που μπορεί διαχρονικά να εξασφαλίσει την προσέγγιση του επιπέδου διαβίωσης των ανεπτυγμένων χωρών, καθώς και την ποιοτική απασχόληση.

Αλλά ακόμα και τα προϊόντα που δεν είναι αποτέλεσμα μεταποίησης, όπως οι πρώτες ύλες ή τα αγροτικά προϊόντα, απαιτούν συχνά σαν εισροή προϊόντα μεταποίησης. Συνεπώς, η γενίκευση της προαναφερόμενης ανάλυσης, στην ανάγκη ύπαρξης μιας επαρκώς διαφοροποιημένης και υγιούς μεταποιητικής βάσης είναι εύλογη και ορθή. Η παραγωγή προϊόντων (η δημιουργία πραγμάτων) παραμένει αναπόσπαστη προϋπόθεση για την ανάπτυξη ενός υγιούς παραγωγικού οικοσυστήματος.

Είναι εύκολο να καταγραφεί, στην ελληνική οικονομία, το ποσοστό στο οποίο διάφοροι κλάδοι χρησιμοποιούσαν προϊόντα μεταποίησης σαν εισροές. Σε σύγκριση με την ΕΕ-17 τα ποσοστά αυτά είναι σημαντικά μικρότερα δείχνοντας μια πραγματικότητα αρκετά οδυνηρή για την Ελλάδα. Σχεδόν στο σύνολο των κλάδων της ελληνικής οικονομίας τα προϊόντα μεταποίησης που χρησιμοποιούνται ως εισροές είναι πολύ μικρότερα.

Αναφέρουμε ως ενδεικτικό παράδειγμα τη σταδιακή διακοπή της παραγωγής ενδιάμεσων προϊόντων πρώτου επιπέδου μεταποίησης της αγροτικής παραγωγής, παρά την καταρχήν εξαιρετική ποιότητα των ελληνικών αγροτικών προϊόντων. Οι λόγοι αυτής της εξέλιξης δεν θα μας απασχολήσουν εδώ. Χρειάζεται αρκετή προσπάθεια για να καταλήξουμε σε στερεά συμπεράσματα. Όμως αποτελεί αδιάψευστο γεγονός ότι οι μονάδες πρώτης μεταποίησης των αγροτικών προϊόντων έχουν σταδιακά κλείσει τις τελευταίες δεκαετίες και η ελληνική βιομηχανία τροφίμων εισάγει πλέον από το εξωτερικό χειρότερης ποιότητας και πολύ ακριβότερες εισροές που είναι προϊόντα πρώτης μεταποίησης.

Πρέπει να κατανοήσουμε ότι οποιοδήποτε σχέδιο ενίσχυσης της ανάπτυξης της χώρας θα πρέπει να περιλαμβάνει και την προοπτική σημαντικής ενίσχυσης της μεταποιητικής βάσης της χώρας, όχι μόνο σαν ποσοστό του ΑΕΠ αλλά κυρίως σαν ποικιλία δραστηριοτήτων.

Το πρώτο βήμα προς αυτή την κατεύθυνση είναι η ανάδειξη των ήδη υπαρχόντων παραγωγικών δυνατοτήτων της χώρας οι οποίες εντοπίζονται στη μηχανουργία, τα χημικά και τα φάρμακα και την αναζήτηση εκείνων των πολιτικών που θα επιτρέψουν την αξιοποίηση αυτών των ευκαιριών. Ειδικά για τη μηχανουργία, «την επιστημονική μαστοράντζα» πρέπει να ενσκήψουμε με μεγάλη προσοχή διότι αποτελεί έναν τεράστιο ενδογενή πλούτο, μοναδικό στο είδος του, ο οποίος παραμένει ανεκμετάλλευτος και επιπλέον κινδυνεύει να μην αναπαραχθεί στις νέες γενιές.

Μια επιτέλους σοβαρή ματιά στη μεταποίηση χρειάζεται περισσότερο από οτιδήποτε άλλο αυτή τη δύσκολη περίοδο που περνά η χώρα μας. Δυστυχώς οι εξελίξεις που έχουν αρχίσει να διαφαίνονται στον τομέα της μεταποίησης δεν είναι καθόλου ενθαρρυντικές. Η πλήρης υποταγή των Ελληνικών κυβερνήσεων στις αποφάσεις των ξένων δανειστών αφενός και η πλήρης αδυναμία να χαραχθεί ένα πλαίσιο κατεύθυνσης της ελληνικής μεταποίησης , αφετέρου, δεν επιτρέπει αισιοδοξία για το μέλλον.



Το ευρώ, ο νεοφιλελευθερισμός, η εκμετάλλευση της εργασίας

  Τα δύο θεμέλια του καθεστώτος εκμετάλλευσης Η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αποτελέσει, ιδιαίτερα από το 1990 και μετά, ιμάντα μεταβί...