Πέμπτη 21 Νοεμβρίου 2019

Ο συριακός βάλτος




Leila Al Shami
Εάν το 2011 έμοιαζε με τη στιγμή που οι άνθρωποι θα μπορούσαν να ενωθούν, τόσο μέσα όσο και ανάμεσα στις χώρες, να ανατρέψουν τις δικτατορίες που χρονολογούνται από δεκαετίες με την απαίτηση για ελευθερία και κοινωνική δικαιοσύνη, το σήμερα μοιάζει με τη στιγμή της αντεπαναστατικής επιτυχίας. Μετά από οκτώ χρόνια ολοένα και πιο βάναυσης σύγκρουσης στη Συρία, ο Άσαντ εξακολουθεί να προεδρεύει σε μια καταστραμμένη τώρα, κατακερματισμένη και τραυματισμένη χώρα. Η αφήγηση που επικρατεί είναι ότι ο πόλεμος πλησιάζει στο τέλος του. Τα κράτη, που κάποτε αντιτασσόταν έντονα στον Άσαντ, έχουν τώρα άλλα στρατηγικά προβλήματα που υπερισχύουν των θυμάτων των άγριων προσπαθειών του να κρατήσει την εξουσία. Ωστόσο, στην περιοχή οι συνθήκες απέχουν πολύ από τη σταθερότητα και οι άμαχοι παραμένουν παγιδευμένοι και πληρώνουν το τίμημα των συνεχιζόμενων συγκρούσεων για εξουσία και εδαφική κυριαρχία μεταξύ του καθεστώτος, των ξένων κρατών και των πολέμαρχων των ιδεολογιών.
Η ανακοίνωση του Τραμπ τον Δεκέμβριο (μέσω τουίτερ), ότι σχεδίαζε να αποσύρει τα αμερικανικά στρατεύματα από τη Συρία, προκάλεσε πανικό σε πολλούς Σύριους και επίσπευσε ένα νέο κύμα συγκρούσεων μεταξύ των διεθνών και των περιφερειακών δυνάμεων. Οι κουρδικές Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις, οι οποίες έχουν συνεργαστεί με τις ΗΠΑ για την καταπολέμηση του ISIS και έχουν πλέον τον έλεγχο ενός μεγάλου εδάφους στο βόρειο και ανατολικό τμήμα της χώρας, έχουν εγκαταλειφθεί. Χωρίς υποστήριξη από τις ΗΠΑ, είναι απίθανο να διατηρήσουν την παρουσία τους στις περιοχές όπου οι Άραβες είναι πλειονότητα στην ανατολική Συρία και η ανακοίνωση του Τραμπ έστειλε κύματα οικογένειών που εγκατέλειψαν τις ελεγχόμενες από τον SDF πόλεις στην περιοχή του Ντέιρ εζ-Ζορ, προς τις περιοχές που ελέγχονται από την αντιπολίτευση στο βορρά. Φοβούνται ότι οι καθεστωτικές και οι ιρανικές πολιτοφυλακές θα πάρουν τον έλεγχο και θα εφαρμόσουν αντίποινα σε όσους θεωρούνται αντιφρονούντες. Έχουν ξεσπάσει διαδηλώσεις εναντίον του SDF στη Μανμπίτζ, την Τάκμπα και τη Μανσούρα. Ο κόσμος είναι εξοργισμένος από τις διαπραγματεύσεις του SDF με το καθεστώς, καθώς και από την μακρόχρονια δυσαρέσκεια σχετικά με την έλλειψη επαρκούς παροχής υπηρεσιών, τις αυθαίρετες συλλήψεις και την καταναγκαστική επιστράτευση. Κάποιοι κάλεσαν την Τουρκία να παρέμβει για να τους προστατεύσει. Υπάρχει επίσης ο φόβος της αναζωπύρωσης του ISIS. Παρά την καυχησιολογία του Τραμπ ότι η τρομοκρατική ομάδα είχε ηττηθεί, ο πόλεμος συνεχίζεται. Στις 18 Ιανουαρίου, το Συριακό Δίκτυο για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα ανέφερε ότι τα πολεμικά αεροσκάφη της Διεθνούς Συμμαχίας σκότωσαν τουλάχιστον 15 πολίτες, συμπεριλαμβανομένων έξι παιδιών, στο χωριό Αλ-Μπαγούζ Ταχτάνι στο Ντέιρ εζ-Ζορ.
Στις περιοχές όπου οι Κούρδοι είναι πλειονότητα, οι φόβοι είναι διαφορετικοί. Η Τουρκία, μακροχόνιος εχθρός της κουρδικής αυτονομίας τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, ανακοίνωσε την πρόθεσή της να παρέμβει για να δημιουργήσει μια «ασφαλή ζώνη» στα βορειοανατολικά της χώρας. Ο κύριος στόχος της Τουρκίας στη Συρία, έχοντας εγκαταλείψει εδώ και καιρό τους αντάρτες στον αγώνα τους εναντίον του καθεστώτος, ήταν να αποτρέψει τον κουρδικό έλεγχο στα σύνορά της και να δημιουργήσει μια περιοχή για την επιστροφή των Σύριων προσφύγων, από τους οποίους περίπου 3,5 εκατομμύρια διαμένουν σήμερα στην Τουρκία. Πέρυσι, οι τουρκικές και οι συμμαχικές τους ανταρτικές δυνάμεις κατέλαβαν το Αφρίν, περιοχή όπου η πλειονότητα είναι Κούρδοι που προηγουμένως ήταν υπό τον έλεγχο του PYD, το οποίο η Τουρκία θεωρεί τρομοκρατική ομάδα για τις σχέσεις του με το ΡΚΚ. Οι δυνάμεις κατοχής έχουν διαπράξει αισχρές πράξεις βίας εναντίον του τοπικού πληθυσμού, συμπεριλαμβανομένης της λεηλασίας κουρδικών σπιτιών και επιχειρήσεων, εξαναγκαστικών μετακινήσεων, απαγωγών, δολοφονιών και βιασμών. Οι Κούρδοι ηγέτες απέρριψαν την ιδέα μιας εκτεταμένης τουρκικής παρουσίας και, αντίθετα, ζήτησαν διεθνή προστασία. Χωρίς αυτήν, ενδέχεται να μην έχουν άλλες επιλογές από το να διαπραγματευτούν να επιστρέψει ο έλεγχος του καθεστώτος και, ως εκ τούτου, να εμπιστευτούν εκείνους εναντίων των οποίων οι Κούρδοι εξεγέρθηκαν κατά χιλιάδες για να τους ανατρέψουν το 2011.
Σε άλλα μέρη η κατάσταση δεν είναι καλύτερη. Τον Ιανουάριο, η πανίσχυρη σκληροπυρηνική ομάδα ΧαγιάτΤαχρίρ Ασ-Σαμ (ΧTΣ) κήρυξε τον πόλεμο στις ανταρτικές ομάδες και κατέλαβε μεγάλο μέρος της περιοχής που έλεγχε η αντιπολίτευση στο Ιντλίμπ, σε τμήμα του Χαλεπιού και της Χάμα. Η Κυβέρνηση Σωτηρίας που συνδέεται με την ΧTΣ, η οποία κατηγορείται για διαφθορά, εφαρμόζοντας σκληρή ισλαμική διακυβέρνηση, εκτεταμένες συλλήψεις και αυθαίρετες δολοφονίες αντιπάλων (πολιτικών ακτιβιστών και ανταρτών) επιχειρεί να αναλάβει όλους τους πολιτικούς θεσμούς. Τα Τοπικά Συμβούλια, οι Ελεύθερες Αστυνομικές Δυνάμεις της Συρίας, οι φοιτητές των πανεπιστημίων και οι γιατροί έχουν διαμαρτυρηθεί γι’ αυτές τις προσπάθειες, τονίζοντας την ανεξαρτησία τους και την ουδετερότητα τους από οποιαδήποτε ένοπλη ομάδα. Οι δυτικοί δωρητές έχουν διακόψει τη χρηματοδότηση για δραστηριότητες της κοινωνίας των πολιτών και ανθρωπιστική βοήθεια, φοβούμενοι ότι μπορεί να καταλήξει στα χέρια της ΧTΣ –που έχει χαρακτηριστεί τρομοκρατική ομάδα– εγκαταλείποντας το σύστημα υγειονομικής περίθαλψης και προμηθειών για τους εσωτερικά εκτοπισμένους Σύριους, που αντιμετωπίζουν σήμερα σοβαρές χειμωνιάτικες καταιγίδες και βρίσκονται στα όρια κατάρρευσης. Με την ΧTΣ να έχει τώρα τον έλεγχο, ο Άσαντ και η Ρωσία μπορεί να σπάσουν τη συμφωνία κατάπαυσης του πυρός και να δικαιολογήσουν μια επίθεση στην επαρχία στο όνομα του πολέμου κατά της τρομοκρατίας, με καταστροφικές συνέπειες για τα τρία εκατομμύρια αμάχων που διαμένουν εκεί. Καθώς γράφω, οι βόμβες του καθεστώτος σφυροκοπούν τη μικρή πόλη Μάαρατ αν-Νού’μαν, φημισμένη για την αντίσταση της τόσο ενάντια στο καθεστώς Άσαντ όσο και ενάντια στην ΧTΣ, αφήνοντας θύματα και καταστροφές στο πέρασμά τους.
Μολονότι πολλές χώρες επιθυμούν να απαλλαγούν από το «πρόβλημα των προσφύγων», υπονοώντας ότι η σταθερότητα επιστρέφει, η κατάσταση στις περιοχές που ελέγχονται από το καθεστώς είναι επίσης καταστροφική. Στη Ντέραα στο νότο και στην ανατολική Γούτα κοντά στη Δαμασκό, η επιστροφή του καθεστώτος σήμαινε την επιστροφή του «Βασιλείου της Σιωπής και του Τρόμου». Υπάρχουν σε διαρκή εξέλιξη εκστρατείες μαζικών συλλήψεων και καταναγκαστικής στρατολόγησης στις δυνάμεις του καθεστώτος (παρά τις συμφωνίες αμνηστίας που συνοδεύουν τη διαδικασία συμφιλίωσης για όσους επέλεξαν να παραμείνουν αντί να εκδιωχθούν βίαια από τα σπίτια τους). Η αντίσταση στο καθεστώς επανεμφανίστηκε στο Ντέραα, συμπεριλαμβανομένων διαμαρτυριών, γκράφιτι και δολοφονιών φιλοκαθεστωτικών μαχητών και τοπικών προσώπων που συμμετείχαν στη διαδικασία συμφιλίωσης και τώρα κατηγορούνται για προδοσία. Οι συνθήκες διαβίωσης σ’ αυτές τις περιοχές είναι απελπιστικές, καθώς τόσο οι διεθνείς όσο και οι τοπικές ΜΚΟ που προσέφεραν υπηρεσίες και ευκαιρίες απασχόλησης απέναντι στην τοπική οικονομική κατάρρευση, έπαψαν να λειτουργούν μετά την κατάληψή τους από το καθεστώς. Στο Χαλέπι και τη Δαμασκό που ελέγχονται από το καθεστώς, η έλλειψη φυσικού αερίου, πετρελαίου και ηλεκτρισμού και η μονοπώληση αγαθών και υπηρεσιών από τις καθεστωτικές πολιτοφυλακές που χρεώνουν υπερβολικές τιμές οδήγησε σε ευρεία δημόσια κριτική για το καθεστώς, ακόμη και μεταξύ της βάσης των νομιμόφρονων υποστηρικτών του. Πολλοί Σύριοι που εγκατέλειψαν τα σπίτια τους ή εκδιώχθηκαν με τη βία απ’ αυτά, φοβούνται όχι μόνο ότι θα συλληφθούν αν επιστρέψουν, αλλά ότι δεν έχουν πλέον σπίτια για να επιστρέψουν. Έχουν τεθεί σε εφαρμογή νόμοι για την απαλλοτρίωση ακινήτων στις κοινότητες που ελέγχονταν πριν από τους αντάρτες και για τη μεταφορά τους στα χέρια νομιμοφρόνων υπό το πρόσχημα της ανασυγκρότησης και της ανάπτυξης. Τα προάστια της εργατικής τάξης, τα οποία ήταν εστίες αντίστασης, πρέπει να μετατραπούν σε εμπορικά κέντρα πολυτελείας και ανάπτυξης υψηλών προδιαγραφών, παρέχοντας σπίτια για εκείνους των οποίων η αφοσίωση στο καθεστώς δεν τίθεται υπό αμφισβήτηση.
Για πολλούς Σύριους δεν μπορεί να υπάρξει σταθερότητα, πολύ λιγότερο ειρήνη, όσο οι υπεύθυνοι για την καταστροφή της χώρας παραμένουν στην εξουσία. Τους τελευταίους μήνες, οι συριακές οικογένειες μαθαίνουν την τρομερή μοίρα των αγαπημένων τους, καθώς το καθεστώς έχει εκδώσει ειδοποιητήρια θανάτου στα μητρώα πολλών χιλιάδων ανθρώπων που έχουν δολοφονηθεί ενώ βρίσκονταν υπό κράτηση. Πολλοί από αυτούς που σκοτώθηκαν ήταν ακτιβιστές που συνελήφθησαν το 2011 και το 2012, ανάμεσα στους οποίους είναι και ο ειρηνιστής δικηγόρος Γιαχιά Σουρμπατζί και ο αδελφός του Μά’αν που ήταν μεταξύ των 1.000 ανθρώπων από την Ντάραγια που βασανίστηκαν μέχρι θανάτου στη φυλακή. Μια άλλη εκτελεσμένη ήταν η Λάιλα Σουεϊκανί, μια νέα γυναίκα από το Σικάγο που ταξίδεψε στη Συρία για να βοηθήσει τους εκτοπισθέντες από τις συγκρούσεις και φυλακίστηκε στη Δαμασκό το 20161. Δεκάδες χιλιάδες Σύριοι παραμένουν κρατούμενοι ή εξαφανίζονται. Οι Σύριοι εξακολουθούν να απαιτούν δικαιοσύνη και λογοδοσία για όλους εκείνους που είναι υπεύθυνοι για εγκλήματα πολέμου και μαζικές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, όμως ο κόσμος φαίνεται όλο και πιο αναίσθητος στις εκκλήσεις τους.
Στη Συρία και αλλού στην περιοχή, τα επαναστατικά ξεσπάσματα και τα εμπνευσμένα πειράματα δημοκρατίας των από κάτω καταστράφηκαν από τις αντεπαναστατικές δυνάμεις. Ωστόσο, η λαϊκή οργή δεν έχει ξεθυμάνει. Κανένας από τους παράγοντες που προκάλεσαν τις εξεγέρσεις δεν έχει εξαφανιστεί και η κατάσταση έχει επιδεινωθεί κοινωνικά, πολιτικά και οικονομικά. Η ειρήνη και η ελευθερία παραμένουν πιο απόμακρα από ποτέ.


Σημειώσεις
1 [Σ.τ.Μ.:] Ο Γιαχιά Σουρμπατζί ήταν μέλος της Νεολαίας της Ντάραγια, μιας αντικαθεστωτικής οργάνωσης που υποστήριζε τη μη βίαιη αντίσταση και την αλλαγή καθεστώτος με πολιτικές δράσεις. Την περίοδο 1998-2003 συμμετείχε σε δράσεις υπεράσπισης ανθρωπίνων δικαιωμάτων και σε διαδηλώσεις ενάντια στην αμερικανική εισβολή στο Ιράκ. Για την πολιτική του δράση είχε συλληφθεί τον Μάιο του 2003. Ο Γιαχιά Σουρμπατζί, ο Ισλάμ Νταμπμπάς και ο Γιάθ Μάταρ (ο μικρός Γκάντι, όπως έμεινε γνωστός στους κατοίκους της Ντάραγια) ήταν μεταξύ των διοργανωτών των ειρηνικών διαδηλώσεων του 2011 στη Ντάραγια, κατά τις οποίες οι διαδηλωτές πρόσφεραν λουλούδια και νερό στους στρατιώτες που έστελνε το καθεστώς για να τους χτυπήσουν. Ο Γιαχιά Σουρμπατζί, ο αδελφός του Μά’αν και ο φίλος τους Γιάθ Μάταρ συνελήφθησαν στις 6 Σεπτεμβρίου 2011 από το Τμήμα Αφαλείας της Πολεμικής Αεροπορίας. Τέσσερις μέρες αργότερα το σώμα του Γιάθ Μάταρ στάλθηκε στους γονείς του κατακρεουργημένο από τα βασανιστήρια. Τον Ιούλιο του 2018 η οικογένεια του Γιαχιά και του Μά’αν πληροφορήθηκαν από το καθεστώς τον θάνατό τους.
Η Λάιλα Σουεϊκανί συνελήφθη από το συριακό καθεστώς στις 26 Δεκέμβρη του 2016. Φυλακίστηκε στη φυλακή Άντρα, βασανίστηκε και δυο μέρες αργότερα καταδικάστηκε σε θάνατο με την κατηγορία της τρομοκρατίας, σε μια δίκη που κράτησε 30 δευτερόλεπτα. Δυο μέρες αργότερα, στις 28 Δεκεμβρίου 2016, βασανίστηκε μέχρι θανάτου. Η Λάιλα Σουεϊκανί ήταν Αμερικανίδα πολίτης, όμως η κυβέρνηση των ΗΠΑ δεν έκανε απολύτως τίποτα για την διάσωσή της και ούτε διαμαρτυρήθηκε για τη δολοφονία της.

Leila Al Shami, «The Syrian Quagmire», Fifth Estate, τεύχος 403, Άνοιξη 2019. Leila’s blog, 11 Μαρτίου 2019 - Μετάφρασηe la libertà

Το ευρώ, ο νεοφιλελευθερισμός, η εκμετάλλευση της εργασίας

  Τα δύο θεμέλια του καθεστώτος εκμετάλλευσης Η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αποτελέσει, ιδιαίτερα από το 1990 και μετά, ιμάντα μεταβί...