Πέμπτη 11 Απριλίου 2024

Το ευρώ, ο νεοφιλελευθερισμός, η εκμετάλλευση της εργασίας

 


Τα δύο θεμέλια του καθεστώτος εκμετάλλευσης

Η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αποτελέσει, ιδιαίτερα από το 1990 και μετά, ιμάντα μεταβίβασης των νεοφιλελεύθερων θεσμικών αλλαγών στην Ελλάδα. Πρόκειται, βεβαίως, για αλλαγές που υιοθετούνται, σε διάφορες παραλλαγές, από όλες τις χώρες του αναπτυγμένου καπιταλισμού, ανεξαρτήτως εάν συμμετέχουν ή δεν συμμετέχουν στην ΕΕ. Ωστόσο, η ένταξη της Ελλάδας στην ΕΕ προσφέρει στις κυβερνήσεις την μέγιστη διευκόλυνση να παρουσιάζουν τις νεοφιλελεύθερες θεσμικές αλλαγές ως επιβαλλόμενες από το εξωτερικό και ως αναπόφευκτες διότι αποτελούν συμβατική υποχρέωση της χώρας που δεν επιδέχεται αμφισβήτηση. Μετριάζουν, έτσι, κατά πολύ, τις κοινωνικές αντιστάσεις στις νεοφιλελεύθερες θεσμικές αλλαγές. 

Οι αλλαγές αυτές, αφού επιταχύνθηκαν δραματικά με την μνημονιακή πολιτική, έχουν πλέον συγκροτήσει σύστημα που επιβάλει ένα καθεστώς εκμετάλλευσης της εργασίας πολύ διαφορετικό από αυτό που υπήρχε πριν από το 2010. Μεταξύ αυτών των θεσμικών αλλαγών (που ονομάζονται και διαρθρωτικές αλλαγές) μέγιστη σημασία για το νέο καθεστώς εκμετάλλευσης της εργασίας, έχουν οι αλλαγές στην αγορά εργασίας, εκεί που πουλάμε στις επιχειρήσεις τις ικανότητές μας προς εργασία έναντι μισθού. Επιβάλλοντας νεοφιλελεύθερες διαρθρωτικές αλλαγές στην αγορά εργασίας, οι κυβερνήσεις επιτυγχάνουν την μείωση της διαπραγματευτικής ικανότητας της μισθωτής εργασίας έτσι ώστε οι μισθοί να παραμένουν διαρκώς χαμηλοί. 

Η συγκρότηση μιας νεοφιλελεύθερης αγοράς εργασίας απελευθερωμένης από την θεσμική προστασία των εργαζομένων, είναι το πρώτο θεμέλιο του καθεστώτος εκμετάλλευσης της εργασίας που έχει εγκατασταθεί στην Ελλάδα με την μνημονιακή πολιτική. Το δεύτερο θεμέλιο, είναι η υιοθέτηση του ευρώ και οι περιορισμοί που επιβάλλει στην λειτουργία της οικονομίας. 

Ο μηχανισμός της εκμετάλλευσης

Το ευρώ και η νεοφιλελεύθερη αγορά εργασίας, αποτελούν τα δύο θεμέλια του μηχανισμού εκμετάλλευσης της εργασίας με την έννοια ότι αποτελούν τις θεσμικές προϋποθέσεις χωρίς τις οποίες αυτός ο μηχανισμός δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει, είναι δηλαδή προϋποθέσεις της ύπαρξής του. 

Θεμέλιο πρώτο, το ευρώ: Η δραχμή μπορούσε, όταν χρειαζόταν, να αλλάζει συναλλαγματική ισοτιμία, να υποτιμάται (ή να «διολισθαίνει», να χάνει δηλαδή σταδιακά, κάθε μήνα, ένα μικρό μέρος από την ισοτιμία της). Με τον τρόπο αυτόν, γίνονταν ακριβότερα τα εισαγόμενα προϊόντα και φθηνότερα τα εξαγόμενα από την Ελλάδα. Είχε, δηλαδή, το εθνικό νόμισμα, την ιδιότητα να προσφέρει προστασία, έστω προσωρινή, στις επιχειρήσεις που λειτουργούσαν στην Ελλάδα, διότι μείωνε την πίεση που δέχονταν από τον διεθνή ανταγωνισμό. Αυτό γινόταν, μάλιστα, με ιδιαίτερα επωφελή για τις επιχειρήσεις τρόπο: τα προϊόντα τους αποκτούσαν, χάρη στην υποτίμηση, τιμή σε ευρώ μικρότερη έναντι των διεθνών ανταγωνιστών τους, πλην όμως η τιμή τους σε δραχμές δεν μειωνόταν. Με το ευρώ, οι όροι του παιχνιδιού έχουν αλλάξει καθώς δεν υπάρχει πλέον η δυνατότητα της υποτίμησης του νομίσματος, και ολόκληρη η πίεση του διεθνούς ανταγωνισμού μεταφέρεται στις επιχειρήσεις που λειτουργούν στην Ελλάδα. Τώρα, για να πωλούνται τα προϊόντα τους σε τιμές χαμηλότερες έναντι του διεθνούς ανταγωνισμού, οι επιχειρήσεις πρέπει να μειώσουν τις τιμές τους απευθείας σε ευρώ. Επειδή, όμως, έτσι μειώνονται τα κέρδη τους, οι επιχειρήσεις θέλουν να μετακυλίουν την ζημιά στην μισθωτή εργασία, μειώνοντας τους μισθούς. Για να έρθουν έτσι τα πράγματα, χρειάζεται μια αγορά εργασίας στην οποία ο μισθωτός θα έχει μικρή και κατά προτίμηση ασήμαντη διαπραγματευτική δύναμη. Στο σημείο αυτό πηδάει επάνω στην σκηνή ο νεοφιλελευθερισμός με τις διαρθρωτικές αλλαγές του στην αγορά εργασίας. 

Θεμέλιο δεύτερο, οι νεοφιλελεύθερες διαρθρωτικές αλλαγές στην αγορά εργασίας: Η αγοραστική δύναμη των μισθών (που ονομάζουμε και πραγματικούς μισθούς) είναι ευθέως ανάλογη της προστασίας που παρέχουν οι θεσμοί της αγοράς εργασίας στους μισθωτούς, ανάλογη του βαθμού κάλυψης των μισθωτών από συλλογικές συμβάσεις, του βαθμού αποτελεσματικής λειτουργίας της Επιθεώρησης Εργασίας και γενικότερα ολόκληρου του θεσμικού πλαισίου της αγοράς εργασίας. Αυτό το πλαίσιο, είναι η αποκρυστάλλωση του παρόντος και του παρελθόντος συσχετισμού δυνάμεων μεταξύ εργασίας και κεφαλαίου, είναι οι κανόνες με τους οποίους ορίζεται σε τι τιμή θα πωλούνται οι εργασιακές ικανότητές μας και με ποιο τρόπο και ποιους όρους θα τις καταναλώνουν οι επιχειρήσεις και οι εργοδότες γενικότερα. Για τους λόγους αυτούς, το θεσμικό πλαίσιο της αγοράς εργασίας αποτελεί κατεξοχήν τόπο ταξικού ανταγωνισμού, και αυτό εξηγεί ότι το Κράτος, οι εργοδοτικές οργανώσεις και τα αστικά κόμματα συγκεντρώνουν εκεί μεγάλες δυνάμεις, ιδιαίτερα στην εποχή του ολοκληρωτικού ταξικού πολέμου που διεξάγει ο νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός. Όποιος έχει ισχυρές θέσεις στο θεσμικό πλαίσιο της αγοράς εργασίας ελέγχει τον συσχετισμό δύναμης στον σχηματισμό των μισθών και στους όρους με τους οποίους το Κεφάλαιο καταναλώνει τις εργασιακές μας ικανότητες. 

Αυτά είναι, λοιπόν, τα δύο θεμέλια, του μηχανισμού εκμετάλλευσης της εργασίας στην σημερινή του μορφή: το ευρώ και οι νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις της αγοράς εργασίας. Εκκινώντας από αυτές μπορούμε τώρα να δούμε με ποιο τρόπο λειτουργεί ο μηχανισμός της εκμετάλλευσης. 

Ο μηχανισμός της εκμετάλλευσης σε λειτουργία: Το ευρώ μεταφέρει ολόκληρη την πίεση του διεθνούς ανταγωνισμού επί των παραγωγικών επιχειρήσεων που λειτουργούν στην Ελλάδα, και η νεοφιλελεύθερη αγορά εργασίας μεταβιβάζει την πίεση αυτή από τις επιχειρήσεις στην μισθωτή εργασία. Αυτό, έχει ως αποτέλεσμα την διατήρηση των μισθών σε χαμηλά επίπεδα (εξαιρουμένων, εννοείται, των μισθών των μεσαίων και υψηλών στελεχών του ιδιωτικού τομέα). 

Αντίστοιχα αυξημένα είναι τα κέρδη, τα οποία δεν αυξάνονται για κανέναν άλλο λόγο, ούτε επειδή θα υπήρχε τεχνολογικός εκσυγχρονισμός, ούτε μεγάλη αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, ούτε θαυματουργές νέες τεχνολογίες: τα μεγάλα κέρδη που καταγράφουν τα στατιστικά στοιχεία, ιδιαίτερα μετά το 2020, προέρχονται στο ακέραιο από την διαρκή, επίμονη μείωση των πραγματικών μισθών και την προσπάθεια του Κεφαλαίου αυτή η μείωση να γίνει, μέσω της έξης, μη αντιστρέψιμη. 

Η μείωση των πραγματικών μισθών, δεν προέρχεται μόνο από την συνέργεια των νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων της αγοράς εργασίας και του ευρώ, αλλά και από το ενδημικά υψηλό ποσοστό ανεργίας. Το ποσοστό ανεργίας στην Ελλάδα εμφανίζει ένα κάτω όριο στην περιοχή του 10% και αυτό σχετίζεται με το ύψος των παραγωγικών επενδύσεων, το οποίο παραμένει απελπιστικά χαμηλό, τόσο χαμηλό που δεν επαρκούν οι νέες επενδύσεις για να αναπληρώσουν το παραγωγικό που αποσύρεται επειδή πάλιωσε ή είναι τεχνολογικά ασύμφορο. Να κάτι που δεν θα περίμενε κάποιος από μια χώρα του αναπτυγμένου καπιταλισμού. Από το 2008 και μετά, το ποσοστό των ακαθάριστων εισοδημάτων του κεφαλαίου που επενδύονται σε παραγωγικό κεφάλαιο έχει μειωθεί στο 40% έναντι 70% περίπου κατά το 2005-2007. Ως αποτέλεσμα, το παραγωγικό σύστημα δεν διαθέτει επαρκείς θέσεις εργασίας ώστε να χρησιμοποιήσει ολόκληρο το εργατικό δυναμικό. Από όπου προκύπτει η ενδημική ανεργία που ανέρχεται σε ποσοστό 10%. Ακόμη, δηλαδή, και αν καλυφθούν όλες οι θέσεις εργασίας, ένας στους δέκα από όσους αναζητά ενεργητικά εργασία θα παραμείνει άνεργος. Ακόμη και εάν επιστρατευθούν πολλαπλές βάρδιες, επιμήκυνση του χρόνου λειτουργίας, υπερωρίες κλπ, το ποσοστό αυτό μπορεί να μειωθεί περαιτέρω μόνο πρόσκαιρα, για όσο χρόνο θα μπορέσει να κρατηθεί η εξωτερική ζήτηση στα πολύ υψηλά επίπεδα που βρίσκεται σήμερα.


Συνοψίζοντας, ο καθορισμός των μισθών βρίσκεται παγιδευμένος,  (α) από το ευρώ που μεταφέρει στις επιχειρήσεις ολόκληρη την πίεση του διεθνούς ανταγωνισμού, (β) από τις νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας που μεταφέρουν στην μισθωτή εργασία την πίεση που δέχονται οι επιχειρήσεις από τον διεθνή ανταγωνισμό, και (γ) από το ενδημικά υψηλό ποσοστό ανεργίας που συντηρείται χάρη στις χαμηλές παραγωγικές επενδύσεις (που ανάγονται στην νεοφιλελεύθερη διαχείριση των κερδών). Το αποτέλεσμα είναι η ιστορικά πρωτοφανής, για τις χώρες του αναπτυγμένου καπιταλισμού σε καιρό ειρήνης, μείωση της αγοραστικής δύναμης των μισθών στην Ελλάδα και η συντήρηση ενός ενδημικού υψηλού ποσοστού ανεργίας. Το πάθος με το οποίο οι επιχειρήσεις, οι συνδικαλιστικές οργανώσεις και τα κόμματα της αστικής τάξης επιδιώκουν αυτήν μείωση των πραγματικών μισθών, δεν είναι τυχαίο, εξηγείται από την αδυναμία τους να επιτύχουν τα υψηλά κέρδη στα οποία είναι εθισμένοι, με άλλα μέσα, με τα μέσα που χρησιμοποιεί ο αναπτυγμένος καπιταλισμός (ο καπιταλισμός της σχετικής υπεραξίας) και τα οποία είναι ο τεχνολογικός εκσυγχρονισμός και οι αυξήσεις της παραγωγικότητας της εργασίας. Το κατωτέρω διάγραμμα συνοψίζει τις εσωτερικές σχέσεις του μηχανισμού εκμετάλλευσης της εργασίας όπως διαμορφώθηκε μετά το 2008.



Τα σημεία προσβολής του μηχανισμού εκμετάλλευσης

Σε ποια σημεία του, όμως, μπορεί να προσβληθεί αυτός ο μηχανισμός εκμετάλλευσης της εργασίας;

Πρώτον, στην μεταφορά ολόκληρης της πίεσης του διεθνούς ανταγωνισμού επί της ελληνικής οικονομίας μέσω του ευρώ. Δεύτερον, στην μεταφορά της πίεσης του διεθνούς ανταγωνισμού από τις επιχειρήσεις στην αγορά εργασίας μέσω των νεοφιλελεύθερων μεταρρυθμίσεων. Τρίτον, στο δικαίωμα της κεφαλαιοκρατικής ιδιοκτησίας να αποφασίζει τι, πόσο και πώς θα παράγουμε ως χώρα, επομένως και πόσο μεγάλο θα είναι το παραγωγικό σύστημα, άρα και πόσες θα είναι οι θέσεις εργασίας και πόσοι από εμάς θα παραμένουν άνεργοι. 

Με δεδομένη την απουσία της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς από την κεντρική πολιτική σκηνή, οι παρεμβάσεις της σε σχέση με το ευρώ είναι αναγκαστικά περιορισμένες στο ιδεολογικό πεδίο.  Όσον αφορά την αμφισβήτηση της κεφαλαιοκρατικής ιδιοκτησίας, είναι πεδίο εγκαταλελειμένο από την Αριστερά, διεθνώς, από την δεκαετία του 1980 και μετά. Επομένως, ελλείψει προετοιμασίας, οι σχετικές παρεμβάσεις και σε αυτό το πεδίο είναι αναγκαστικό, προς το παρόν, να περιορίζονται στο ιδεολογικό πεδίο. Σε ό,τι αφορά, όμως, την αγορά εργασίας και τις νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις της που εξασφαλίζουν την μεταφορά της πίεσης του διεθνούς ανταγωνισμού από τις επιχειρήσεις στην μισθωτή εργασία, η αντικαπιταλιστική Αριστερά έχει άμεση πρόσβαση και μπορεί κατά προτεραιότητα να ενδυναμώσει την κινηματική και συνδικαλιστική παρουσία της εκεί διότι διαθέτει όλα όσα χρειάζονται για αυτό. 

Ηλίας Ιωακείμογλου


 



Δευτέρα 1 Απριλίου 2024

Σύνθετο σύστημα προσαρμοσμένων ΕΚΜ

 

Σε πρόσφατο άρθρο είχαμε αναφερθεί στην απόδοση του κλασικού τασικού συστήματος το οποίο στηρίζεται στον απλό (ή αριθμητικό) ΚΜ 200 ημερών και σε διάφορες παραλλαγές του. Θα συνεχίσουμε αναφερόμενοι σε ένα ακόμη τασικό σύστημα που στηρίζεται σε δυο εκθετικούς ΚΜ. Η κλασική εκδοχή του συστήματος αυτού αποτελείται από έναν βραχυχρόνιο ΕΚΜ και έναν μεσο/μακροχρόνιο ΕΚΜ των οποίων οι διασταυρώσεις δίνουν αγοραστικά/πωλητικά σήματα. Εμείς θα παρουσιάσουμε εδώ μια σύνθετη παραλλαγή του κλασικού συστήματος των δυο ΕΚΜ αφού κατασκευάσουμε έναν νέο ΕΚΜ, τον οποίο ας ονομάσουμε προσαρμοσμένο ΕΚΜ, και έχει την ιδιότητα να αυξομειώνει αυτόματα των αριθμό των ημερών του ανάλογα με την ισχύ της τάσης και τον τζίρο.    

Πρώτα θα παρουσιάσουμε τον (γνωστότερο μας) εκθετικό ΚΜ και τον λιγότερο γνωστό «Δυναμικό Κινητό Μέσο»-DMA:

EKM = C x [2/(N+1)] + EKM-1 x [1 – 2 /(N+1)]

C: η τιμή κλεισίματος

N: ο αριθμός των ημερών

EKM-1: ο ΕΚΜ της προηγούμενης ημέρας:

DMA = C x [2/(N+1)] x (SDN/ KMSD) + DMA-1 x [1 – (2 /(N+1)) x (SDN/ KMSD)]]

C: η τιμή κλεισίματος

N: ο αριθμός των ημερών

SDN: η τυπική απόκλιση των τιμών των Ν ημερών

KMSD: ο απλός ΚΜ Ν ημερών της τυπικής απόκλισης

DMA-1: ο DMA της προηγούμενης ημέρας:

(Όταν υπολογίζουμε τις πρώτες τιμές του EKM και του DMA μπορούμε να αντικαταστήσουμε τον EKM-1 και τον DMA-1 με τον απλό ΚΜ του ίδιου πλήθους ημερών).

Η τυπική απόκλιση (standard deviation) είναι ένα μέτρο της διασποράς των τιμών ενός δείγματος. Χαμηλή τιμή της τυπικής απόκλισης σημαίνει ότι οι τιμές του δείγματος είναι σχετικά κοντά στο μέσο όρο. Υψηλή τιμή της τυπικής απόκλισης σημαίνει ότι οι τιμές του δείγματος «απλώνονται» αρκετά μακριά από τον μέσο όρο των τιμών. Άρα, στην περίπτωση μιας μετοχής, όσο αυξάνει η μεταβλητότητα της τόσο αυξάνει και η τιμή της τυπικής απόκλισης της.


 Σχήμα 1. Φόρμουλα υπολογισμού του DMA15 σε φύλλο excel

 

Προσαρμοσμένος εκθετικός κινητός μέσος (προσΕΚΜ)

Ο προσΕΚΜ που κατασκεύασα και χρησιμοποιώ στο σύστημα μου στηρίζεται στον DMA αλλά στη θέση της τυπικής απόκλισης των τιμών χρησιμοποιώ α) έναν δείκτη δύναμης της τάσης (πχ ADX) και β) τον τζίρο της ημέρας.   

Από κατασκευής ο προσΕΚΜ αυξομειώνει τον αριθμό των ημερών του ανάλογα με την δύναμη της τάσης και τον ημερήσιο τζίρο. Αν για πρδγμα χρησιμοποιήσουμε για τον υπολογισμό του προσΕΚΜ ως αριθμό ημερών το 15 θα δούμε ότι είναι σαν να χρησιμοποιήσαμε ΕΚΜ που κάθε μέρα άλλαζε ο αριθμός των ημερών Ν σε τιμές γύρω από το 15. Κάνοντας έναν (απλό) στατιστικό υπολογισμό βρίσκουμε ότι ο προσΕΚΜ 15 ημερών στον ΓΔ από το 1988 μέχρι το 2023 μόνο στο 11,2% των ημερών χρησιμοποίησε στην πραγματικότητα τον ΕΚΜ από 14 έως 16 ημέρες.


 Σχήμα 2. Ποσοστό αριθμού ημερών Ν του ΕΚΜ που προέκυψαν όταν χρησιμοποιήσαμε 15 ημέρες στον προσΕΚΜ  


 Σχήμα 3. Διάφοροι κινητοί μέσοι μήκους 15 ημερών και η (διαφορετική) συμπεριφορά τους

 

Μεσοπρόθεσμο σύστημα συναλλαγών προσΕΚΜ

Το μεσοπρόθεσμο σύστημα συναλλαγών με προσΕΚΜ αποτελείται από έναν βραχυχρόνιο προσΕΚΜ 15 ημερών και έναν μεσοχρόνιο προσΕΚΜ 85 ημερών. Αγοράζει όταν ο προσΕΚΜ15 ξεπερνά τον προσΕΚΜ85 και πουλά όταν ο προσΕΚΜ15 γίνεται μικρότερος του προσΕΚΜ85. Ουσιαστικά είναι το κλασσικό σύστημα αγοραπωλησιών που χρησιμοποιεί έναν βραχυχρόνιο με έναν μεσοχρόνιο ΚΜ.

 

Βραχυπρόθεσμο ελεγκτικό σύστημα

Συμπληρωματικά με το μεσοπρόθεσμο σύστημα συναλλαγών με προσΕΚΜ χρησιμοποιώ και ένα σύστημα βραχυπρόθεσμων συναλλαγών (βραχ) το οποίο έχει αποστολή

α) να περιορίζει τα σφάλματα του μεσοπρόθεσμου συστήματος προσΕΚΜ καθώς υπάρχουν περιπτώσεις που δίνονται μεσοπρόθεσμα αγοραστικά σήματα ενώ η βραχυπρόθεσμη τάση έχει γυρίσει σε πτωτική

β) να δίνει πωλητικά σήματα λίγες μέρες πριν δώσει πωλητικό σήμα το μεσοπρόθεσμο σύστημα.

Το σύστημα των βραχυπρόθεσμων συναλλαγών είναι στην ουσία ένας MAC 10 ημερών εφαρμοσμένος σε τιμές Heikin Ashi και συμπληρωμένος με μερικές ακόμη προϋποθέσεις (πχ λαμβάνει υπόψη του και τιμές των –DI και +DI) ώστε να φιλτράρονται και να περιορίζονται τα βραχυπρόθεσμα πωλητικά σήματα σε μεσοπρόθεσμη ανοδική αγορά.

Κανόνες αγοραπωλησιών συνδυασμού μεσοπρόθεσμου και βραχυπρόθεσμου συστήματος

Αγοράζουμε όταν ο προσΕΚΜ15 περάσει πάνω από τον προσΕΚΜ85 εφόσον το σύστημα βραχυπρόθεσμων συναλλαγών (βραχ) είναι και αυτό θετικό. Μόλις γίνει θετικό και το βραχυπρόθεσμο (και εφόσον δεν έχει ξαναγίνει αρνητικό το μεσοπρόθεσμο) προχωράμε στις αγορές.

Πουλάμε

α) απευθείας όταν ο προσΕΚΜ15 περάσει κάτω από τον προσΕΚΜ85 ή

β) όταν το βραχυπρόθεσμο γίνει αρνητικό ακόμη και αν το μεσοπρόθεσμο παραμένει θετικό. Αν μετά λίγες μέρες με θετικό το μεσοπρόθεσμο ξαναγίνει θετικό το βραχυπρόθεσμο ξαναγοράζουμε.

Επίσης,

α) αγοράζουμε τον ΓΔ στο κλείσιμο της επόμενης ημέρας από την ημέρα που δίνεται το αγοραστικό σήμα. Ομοίως, πουλάμε τον ΓΔ στο κλείσιμο της επόμενης ημέρας από την ημέρα που δίνεται το πωλητικό σήμα.

β) το αρχικό μας κεφάλαιο θεωρείται ότι είναι 293€, όση και η τιμή του ΓΔ στις 27/5/1988 ημέρα έναρξης της μελέτης.

γ) δεν έχει συνυπολογιστεί ο πληθωρισμός αλλά και τα μερίσματα που έχουν δοθεί.

 

Αποτελέσματα συνδυασμένου συστήματος προσΕΚΜ + (βραχ)

1.    Συνολική αποτίμηση αρχικού κεφαλαίου 293€ (η τιμή του ΓΔ στις 27/5/1988) στις 13/12/2023

 


 Σχήμα 4. Το αρχικό κεφάλαιο των 293€ και πως εξελίσσεται με τρεις διαφορετικές προμήθειες (0+0%, 0,5+0,5% και 1+1%)

2.    Ποσοστιαία απόδοση

0+0%

0,5+0,5%

1+1%

Κεφάλαιο στις 27/5/1988

293

293

293

Κεφάλαιο στις 13/12/2023

252460

137952

75153

Απόδοση

86064%

46983%

25549%

 

3.    Κεφάλαιο στις ημερομηνίες εξόδου/πώλησης (προμήθειες 0,5+0,5%). Ποσοστιαία απόδοση ανά πράξη (αγορά/πώληση) και ανά κύκλο (θετικός κύκλος είναι μια σειρά κερδοφόρων πράξεων και αρνητικός κύκλος είναι μια σειρά από ζημιογόνες πράξεις)

Η πρώτη αγορά γίνεται στις 27/5/1988 και η τελευταία πώληση στις 11/9/2023

 

Ημερομηνία πώλησης

Σύστημα

Απόδοση πράξης

Αριθμός πράξεων εντός κύκλου

Απόδοση κύκλου

27/5/88

293

 

 

 

 

26/9/88

293

0,0%

 

 

 

21/11/88

291

-0,6%

1

 

-0,6%

8/12/89

475

63,0%

 

 

 

5/7/90

1.713

260,9%

 

 

 

2/5/91

1.944

13,5%

 

3

567,6%

20/8/91

1.892

-2,7%

1

 

-2,7%

31/3/92

1.923

1,6%

 

1

1,6%

3/7/92

1.778

-7,6%

1

 

-7,6%

26/4/93

1.981

11,4%

 

 

 

31/3/94

2.605

31,5%

 

2

46,5%

24/8/94

2.538

-2,6%

 

 

 

18/1/95

2.368

-6,7%

2

 

-9,1%

4/10/95

2.534

7,0%

 

 

 

10/4/96

2.597

2,5%

 

 

 

31/10/96

2.630

1,3%

 

 

 

26/8/97

4.321

64,3%

 

4

82,5%

4/11/97

4.150

-3,9%

 

 

 

19/2/98

3.877

-6,6%

2

 

-10,3%

31/8/98

5.409

39,5%

 

 

 

8/12/99

12.254

126,5%

 

2

216,1%

5/10/00

11.832

-3,4%

 

 

 

8/5/01

11.146

-5,8%

2

 

-9,0%

19/12/01

11.677

4,8%

 

 

 

30/9/03

14.035

20,2%

 

 

 

23/3/04

15.276

8,8%

 

 

 

11/5/04

15.339

0,4%

 

 

 

22/4/05

18.664

21,7%

 

 

 

20/10/05

20.380

9,2%

 

 

 

17/5/06

24.357

19,5%

 

 

 

6/3/07

27.640

13,5%

 

 

 

13/6/07

28.945

4,7%

 

9

159,7%

23/11/07

28.857

-0,3%

 

 

 

14/1/08

27.395

-5,1%

2

 

-5,4%

30/10/09

41.837

52,7%

 

1

52,7%

5/4/11

39.879

-4,7%

1

 

-4,7%

23/2/12

41.628

4,4%

 

 

 

13/3/13

71.608

72,0%

 

2

79,6%

14/6/13

68.543

-4,3%

 

 

 

21/8/13

66.915

-2,4%

2

 

-6,6%

23/12/13

75.383

12,7%

 

 

 

9/4/14

79.619

5,6%

 

2

19,0%

10/7/14

70.580

-11,4%

 

 

 

5/3/15

64.914

-8,0%

 

 

 

28/6/16

59.816

-7,9%

3

 

-24,9%

7/9/17

81.101

35,6%

 

 

 

22/3/18

82.370

1,6%

 

2

37,7%

15/5/18

77.383

-6,1%

 

 

 

18/12/18

72.610

-6,2%

2

 

-11,8%

12/8/19

91.536

26,1%

 

1

26,1%

4/10/19

88.372

-3,5%

 

 

 

13/11/19

87.017

-1,5%

2

 

-4,9%

4/2/20

88.632

1,9%

 

1

1,9%

26/6/20

85.306

-3,8%

1

 

-3,8%

28/4/21

117.879

38,2%

 

1

38,2%

2/7/21

114.234

-3,1%

 

 

 

27/9/21

113.819

-0,4%

 

 

 

26/11/21

108.838

-4,4%

 

 

 

1/3/22

102.800

-5,5%

 

 

 

10/5/22

95.491

-7,1%

 

 

 

2/9/22

91.229

-4,5%

6

 

-22,6%

22/8/23

137.396

50,6%

 

1

50,6%

11/9/23

130.883

-4,7%

1

 

-4,7%

 

Απόδοση κύκλου

21/11/88

-0,6%

2/5/91

567,6%

20/8/91

-2,7%

31/3/92

1,6%

3/7/92

-7,6%

31/3/94

46,5%

18/1/95

-9,1%

26/8/97

82,5%

19/2/98

-10,3%

8/12/99

216,1%

8/5/01

-9,0%

13/6/07

159,7%

14/1/08

-5,4%

30/10/09

52,7%

5/4/11

-4,7%

13/3/13

79,6%

21/8/13

-6,6%

9/4/14

19,0%

28/6/16

-24,9%

22/3/18

37,7%

18/12/18

-11,8%

12/8/19

26,1%

13/11/19

-4,9%

4/2/20

1,9%

26/6/20

-3,8%

28/4/21

38,2%

2/9/22

-22,6%

22/8/23

50,6%

11/9/23

-4,7%

 

 

Οι κερδοφόρες πράξεις μετρήθηκαν 32 (με μ.ο. απόδοσης 32,1%) και οι ζημιογόνες πράξεις 29 (με μ.ο. απόδοσης -4,6%)

Οι κερδοφόροι κύκλοι μετρήθηκαν 14 (με μ.ο. απόδοσης 98,5%) και οι ζημιογόνοι κύκλοι 15 (με μ.ο. απόδοσης -8,6%).


 Σχήμα 5. Αποδόσεις πράξεων

 

Σχήμα 6. Αποδόσεις κύκλων

 

4.    Μια πολύ χρήσιμη συμπεριφορά του συστήματος.

Η τακτική της διακράτησης ενέχει τον κίνδυνο να δώσει μεγάλες ζημιές για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Με τα τασικά συστήματα προσπαθούμε να αποφεύγουμε το μεγαλύτερο μέρος των πτωτικών κύκλων και να εκμεταλλευόμαστε το μεγαλύτερο μέρος των ανοδικών κύκλων. Το συγκεκριμένο σύστημα απέδωσε πολύ καλά ακόμη και στην περίοδο των μνημονίων. Μάλιστα κατάφερε να δώσει κέρδη σε όποιον το χρησιμοποιούσε ακόμη και αν αυτός τοποθετείτο στην αγορά στα υψηλά ενός αγοραστικού κύματος.

 


 Σχήμα 7. Εξέλιξη κεφαλαίου 100€ από τον Οκτώβριο του 2009

 

 

Σχετικό:

ΚΜ200 και παραλλαγές


 

Το ευρώ, ο νεοφιλελευθερισμός, η εκμετάλλευση της εργασίας

  Τα δύο θεμέλια του καθεστώτος εκμετάλλευσης Η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αποτελέσει, ιδιαίτερα από το 1990 και μετά, ιμάντα μεταβί...