Ήταν αρχές Αυγούστου
όταν με αφορμή τα στοιχεία για την εργασία στις ΗΠΑ, και, κυρίως η αύξηση των
επιτοκίων από την Κεντρική Τράπεζα της Ιαπωνίας πυροδότησαν μια εντυπωσιακή
πτώση στον ΝΙΚΚΕΙ (-30% σε λίγες μέρες) η οποία μεταφέρθηκε σε μηδενικό χρόνο
σε όλα τα χρηματιστήρια δημιουργώντας την εντύπωση μιας ισχυρής, τουλάχιστον
μεσοπρόθεσμης, πτώσης. Φαίνεται όμως πως η προοπτική αυτή ξεπερνιέται.
Αξίζει να ξεκινήσουμε
από τον ίδιο τον ΝΙΚΚΕΙ ο οποίος μετά από μια πολυετή ταλαιπωρία (υψηλά του
1990 – χαμηλά του 2008) βρίσκεται σε μια σταθερή τροχιά ανόδου μέσα σε ένα καλά
ορισμένο πλαγιοανοδικό κανάλι το οποίο διασπάστηκε πρόσκαιρα λόγω κορονοϊού.
Μια δεύτερη έξαρση, ανοδική αυτή την φορά και στα υψηλά του 1990, παρουσιάζεται
από τις αρχές του 2024 εντός της οποίας και η ξαφνική διόρθωση των αρχών του
Αυγούστου. Η εικόνα αυτή επιτείνει την αισιοδοξία σε όσους παραμένουν στην
πλευρά των αγοραστών διεθνώς. Κυρίως η ταχύτητα αντίδρασης στην πτώση που
βεβαίως χρειάζεται και κάποιον χρόνο για να απορροφηθεί πλήρως (εξ ου και η
πλάγια κίνηση πάνω, όμως από το μακροχρόνιο κανάλι 2008-24).
1. Διάγραμμα NIKKEI(μηνιαίο)
Ακόμη πιο
ενθαρρυντικά όμως είναι τα σημάδια από τις ΗΠΑ όπου οι S&P500 και DowJones σημειώνουν νέα υψηλά ενώ ο NASDAQ ακολουθεί έστω και χωρίς να έχει
διασπάσει τα προηγούμενα υψηλά του (αποτελώντας πιθανώς και ευκαιρία για νέες
τοποθετήσεις σε όσους άργησαν να ξαναεπιβιβαστούν στο τραίνο της ανόδου της WallStreet μετά την διόρθωση του Αυγούστου).
2. Διάγραμμα S&P500
και NASDAQ
Το ίδιο ενθαρρυντικός
είναι και ο DAX.
Παρότι η γερμανική οικονομία παραμένει στάσιμη ο DAX κατακτά νέα υψηλά. Ενώ φάνηκε να
δημιουργεί ένα σχηματισμό ΩΚΩ και στην συνέχεια να κινείται εντός
πλαγιοκαθοδικού καναλιού (τετράγωνο πλαίσιο), σύντομα, και μετά την διόρθωση
του Αυγούστου, η εικόνα ανατράπηκε δίνοντας την εντύπωση ότι η διόρθωση ήταν
απλώς η αφορμή για νέες τοποθετήσεις.
3. Πραγματικό ΑΕΠ Γερμανίας (ο μέσος τριμηνιαίος ρυθμός
ανάπτυξης στην Γερμανία ήταν -0,1% με αποτέλεσμα το πραγματικό της ΑΕΠ το β’
τρίμηνο του 2024 να αποκλίνει από την προ πανδημίας τάση του κατά -7,6%) Πηγή: Eurobankresearch,
7 Ημέρες Οικονομία, 26.9.2024
4. Διάγραμμα DAX(εβδομαδιαίο)
Το ΧΑΑ δεν απέφυγε
την πτώση εξαιτίας της μίνι-κρίσης του Αυγούστου αν και η ταλαιπωρία του είχε
ξεκινήσει από τον Μάιο. Στο διάγραμμα του ΓΔ μπορεί να δει κανείς ένα
πλαγιοκαθοδικό κανάλι τετράμηνης διάρκειας με πρώτη κορυφή στις 1505 μονάδες (Κ).
Παράλληλα με το κανάλι αυτό δημιουργήθηκε και ένας σχηματισμός ΩΚΩ στην (κόκκινη)
γραμμή λαιμού του οποίου βρήκε αντίσταση η αντίδραση από τις 1320 μονάδες (5 Αυγούστου).
Τα θετικά είναι ότι ο ΩΚΩ δεν επέφερε μεγάλη πτώση και ότι η οριζόντια στήριξη
στα υψηλά της περιόδου 2011-24 έδρασε ακαριαία χωρίς να αφήσει πολλά περιθώρια
στους πωλητές. Το επόμενο θετικό στοιχείο είναι η διάσπαση του τετράμηνου πλαγιοκαθοδικού
καναλιού που σημειώνεται στις τελευταίες μέρες του Σεπτεμβρίου (αρκεί να μην
αναιρεθεί η διάσπαση αυτή καθώς είμαστε ήδη στα υψηλά του βραχυπρόθεσμου δίμηνου
καναλιού –με κίτρινο χρώμα- που ακολούθησε την μεγάλη βουτιά των αρχών του Αυγούστου).
Η όλη διαγραμματική εικόνα του ΓΔ θα μπορούσε να συγκριθεί με την συμπεριφορά
του DAX
(τετράγωνο στο διάγραμμα 4) που οδήγησε σε νέα υψηλά.
5. Διάγραμμα ΓΔ (ημερήσιο)
6. Διάγραμμα ΓΔ (μηνιαίο)
Στο σύνθετο σύστημα τωνπροσαρμοσμένων ΕΚΜ είχαμε μια λανθασμένη έξοδο στο διάστημα 12-23 Σεπτεμβρίου
που στοίχισε γύρω στις 40 μονάδες (δλδ ένα 3%).
Στον ελληνόφωνο χριστιανικό πληθυσμό της Κύπρου
(τους μετέπειτα ελληνοκύπριους) άρχισε να ζυμώνεται (υπό την ηγεσία της
Κυπριακής Εκκλησίας) πριν ακόμη μπει ο 20ος αιώνας -και αφού η
Κύπρος είχε περάσει στα χέρια της βρετανικής αυτοκρατορίας από το 1878-, το
αίτημα για ένωση με την Ελλάδα. Η έκρηξη του Α ΠΠ και οι εξελίξεις που
ακολούθησαν μέχρι την Συνθήκη της Λωζάνης έδωσαν κάποιες ελπίδες (σε κάποια
φάση πολύ μεγάλες) για ικανοποίηση του αιτήματος των ε/κ. Η ήττα της Ελλάδας
στην μικρασιατική εκστρατεία και οι νέες ισορροπίες στην Ανατ. Μεσόγειο
απομάκρυναν την πιθανότητα της Ένωσης. Στις νέες συνθήκες, η πρόταση του
Βενιζέλου προς τους ε/κ ήταν η τακτική των σταδιακών βημάτων που κάποια στιγμή
θα υλοποιούσε και τον στρατηγικό στόχο σε συνεννόηση με την Βρετανία. Η οικονομική
δυσπραγία εξαιτίας του κραχ του 1929 ήρθε να συνδυαστεί με το εθνικό ζήτημα και
να ξεσπάσει η εξέγερση των ε/κ του 1931 («Οκτωβριανά») υπό την ηγεσία της
Εθναρχίας. Η αποτυχία της εξέγερσης έφερε την σκληρή καταστολή της
«Παλμεροκρατίας» (1931-1940).
Η αναγκαιότητα της εσωτερικής ηρεμίας ενόσω
διαρκούσε ο Β ΠΠ οδήγησε την κυβέρνηση της Βρετανίας να αφήσει να αιωρείται το
ενδεχόμενο της ανεξαρτησίας μετά την επιτυχή έκβαση του πολέμου. Κάτω από το
δυσμενές γι’ αυτήν ενδεχόμενο άρχισε να σχηματοποιείται και να οργανώνεται η
τ/κ μειονότητα (υπό την τ/κ ελίτ) που μέχρι τότε έδειχνε αδιάφορη καθώς η
αγγλική εξουσία προστάτευε το καθεστώς ισοτιμίας της με τους ε/κ. Η Βρετανία
προσπάθησε να κλείσει το ζήτημα το 1947 καλώντας την «Διασκεπτική» η οποία όμως
μποϋκοταρίστηκε από την πλευρά της Εθναρχίας και της πλειοψηφίας της ε/κ
Δεξιάς. Σε απάντηση, το 1950, με πρωτοβουλία της εθναρχούσας Εκκλησίας
πραγματοποιήθηκε «δημοψήφισμα» (ουσιαστικά συλλογή υπογραφών μεταξύ των ε/κ)
υπέρ της Ένωσης το οποίο στήριξε και το ΑΚΕΛ (είχε μεταστραφεί υπέρ της ένωσης
ήδη από το 1949). Το αποτέλεσμα ήταν συντριπτικό υπέρ της Ένωσης αλλά, ενώ το
αποτέλεσμα του δεν έγινε αποδεκτό ούτε καν από την ελληνική κυβέρνηση (λόγω της
ανάγκης που είχε από την βρετανική βοήθεια), εντούτοις προέβαλλε έντονα το
αίτημα της Ένωσης και το έκανε στόχο του ε/κ κινήματος.
Η δεκαετία του 1950 ήταν αυτή που σφράγισε τις
μετέπειτα εξελίξεις. Οι άρχουσες ελίτ των δυο κοινοτήτων διαχώρισαν με την
ενδοκοινοτική βία τις υποτελείς τάξεις τους (χτυπώντας οι μεν τ/κ εθνικιστές
τους τ/κ ΑΚΕΛίτες οι δε ε/κ εθνικιστές τους ε/κ ΑΚΕΛίτες) και οργάνωσαν
παραστρατιωτικές ομάδες (την ε/κ ΕΟΚΑ και την τ/κ ΤΜΤ) για να διεκδικήσουν την
Ένωση με την Ελλάδα η ε/κ ελίτ και την διχοτόμηση («ταξίμ») η τ/κ ελίτ. Την
περίοδο αυτή μπήκε για πρώτη φορά ενεργά στο πρόβλημα και η τουρκική κυβέρνηση.
Αλλά εκείνο που σφράγισε τις εξελίξεις ήταν το αντάρτικο που κήρυξε η ΕΟΚΑ
(1.4.1955) την ίδια στιγμή που αποτύγχαναν οι προσπάθειες διεθνοποίησης του
κυπριακού από την ελληνική πλευρά και οι πρωτοβουλίες συνεννόησης των Βρετανών.
Το καλοκαίρι του 1958, εν μέσω του αντάρτικου, ξέσπασαν αιματηρές συγκρούσεις
μεταξύ των δυο πλευρών με θύματα και άμαχους. Ένωση η ε/κ πλευρά, διχοτόμηση η
τ/κ πλευρά και κίνδυνος ελληνοτουρκικής σύγκρουσης στην νοτιοανατολική πτέρυγα
του ΝΑΤΟ συνέθεταν ένα μεγάλο πρόβλημα εντός της Ατλαντικής συμμαχίας. Το
αποτέλεσμα ήταν ο δύσκολος συμβιβασμός των Συμφωνιών Ζυρίχης-Λονδίνου
(Φεβρουάριος 1959) που οδήγησε στην αδύναμη λύση της «εγγυημένης ανεξαρτησίας».
Το επόμενο επεισόδιο ήταν οι διακοινοτικές
συγκρούσεις του 1963-64 με αφορμή τις συνταγματικές αλλαγές («13 σημεία») που
ήθελε να επιβάλλει ο πρώτος πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας αρχιεπίσκοπος
Μακάριος (ο οποίος είχε μετατοπιστεί πλέον από τη λύση της άμεσης Ένωσης στην
λύση της ανεξαρτησίας με στόχο την Ένωση). Με αφορμή τις συγκρούσεις αυτές η
Τουρκία απείλησε με άμεση επέμβαση αλλά συγκρατήθηκε από τον αμερικάνικη
κυβέρνηση. Το αποτέλεσμα των συγκρούσεων ήταν ο αποκλεισμός μεγάλου μέρους των
τ/κ σε θύλακες και το πέρασμα του κράτους στα χέρια των ε/κ. Οι ΗΠΑ,
αναλαμβάνοντας πιο ενεργό ρόλο πλέον, πρότειναν λύση μέσω του (διχοτομικού)
σχεδίου Άτσεσον. Το σχέδιο, με τις παραλλαγές του, απορρίφθηκε αλλά δεν έπαψε
να αποτελεί βάση για την “επίλυση” του κυπριακού στα πλαίσια του ΝΑΤΟ. Η
αποτυχία των συνομιλιών Παπαδόπουλου-Ντεμιρέλ (Σεπτέμβριος 1967) οδήγησε σε
νέες διακοινοτικές συγκρούσεις που έληξαν συμβιβαστικά και υπό την άμεση απειλή
στρατιωτικής τουρκικής εισβολής. Οι τ/κ ανακήρυξαν την «Προσωρινή Τουρκοκυπριακή
Διοίκηση» (29.12.1967), ο Μακάριος (ο οποίος είχε πλέον την στήριξη της ΕΣΣΔ
και του ΑΚΕΛ) υιοθέτησε το δόγμα «το ευκταίο η Ένωση αλλά το εφικτό η
ανεξαρτησία» και οι ηγεσίες των δυο κοινοτήτων οδηγήθηκαν σε νέο γύρο
συνομιλιών.
Η. Στην τελική ευθεία προς το
πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή – Οι διακοινοτικές διαπραγματεύσεις
(1968-73)
Στο
διάστημα που μεσολάβησε από την ανεξαρτησία μέχρι την εισβολή παρατηρείται μια
αποκλίνουσα πορεία στα οικονομικά των δυο κοινοτήτων. Βεβαίως η οικονομική ισχύς
της ε/κ κοινότητας ήταν δυσανάλογα μεγάλη σε σχέση με της τ/κ κοινότητας και
στα χρόνια της αγγλοκρατίας αλλά μετά το 1960 τα στοιχεία δείχνουν περαιτέρω
οικονομική ισχυροποίηση του ε/κ στοιχείου που έγινε πιο εξωστρεφές καθώς
αποκτούσε νέες δραστηριότητες λόγω της γεωγραφικής θέση του νησιού και της
στήριξης που απολάμβανε από την κεντρική εξουσία η οποία είχε περάσει
ουσιαστικά στα χέρια της ε/κ ηγεσίας. Αυτό ίσως εξηγεί σε κάποιο βαθμό και την
τάση ανεξαρτητοποίησης της μακαριακής ηγεσίας από την Αθήνα. Από την άλλη, η
τ/κ κοινότητα, λόγω του αποκλεισμού εντός των θυλάκων, ένιωθε την ανάγκη να
προσεγγίσει ακόμη περισσότερο την Άγκυρα και, κατά κάποιο τρόπο, να
«τουρκοποιηθεί» ακόμη περισσότερο.
Λίγους
μήνες μετά την νίκη του Μακάριου στις προεδρικές εκλογές, τον Ιούνιο του 1968
ξεκίνησε μια νέα σειρά διαπραγματεύσεων μεταξύ των ηγεσιών των δυο κοινοτήτων.
Επικεφαλής της τ/κ πλευράς ήταν ο Ραούφ Ντενκτάς (ο οποίος είχε σταδιακά
εκτοπίσει τον Κουτσιούκ μετά το 1960 και κυρίως μετά τα γεγονότα του 1963-64)
και επικεφαλής της ε/κ πλευράς ήταν ο Γλαύκος Κληρίδης.
Ραούφ Ντενκτάς
Ο Ραούφ Ντενκτάς γεννήθηκε στην Πάφο στις 27 Ιανουαρίου 1924 σε
φτωχή αγροτική οικογένεια. Χάρη στην εξυπνάδα του και την επιμονή του κατάφερε
να μορφωθεί και να πάρει το πτυχίο Νομικής το 1947 ασκώντας στη συνέχεια τη
δικηγορία στη Λευκωσία. Ταυτοχρόνως άρχισε και την πολιτική του σταδιοδρομία.
Από το 1949 μέχρι το 1958 ήταν διορισμένος από τους Άγγλους ως δικηγόρος του
στέμματος (εισαγγελέας). Από τη θέση πέτυχε την καταδίκη πολλών αγωνιστών της
ΕΟΚΑ (μεταξύ αυτών και το Καραολή).
Πολιτικά ανήκε στους εξτρεμιστές τ/κ εθνικιστές και συνεργαζόταν
τόσο με την Βολκάν/ΤΜΤ όσο και με τους Βρετανούς προπαγανδίζοντας την
διχοτόμηση και την επέμβαση του τουρκικού κράτους αν και αρχικά, την περίοδο
1959-60 ήταν επικεφαλής της τ/κ αντιπροσωπείας στην επιτροπή για τη σύνταξη του
κυπριακού Συντάγματος. Το 1960 εξελέγη πρόεδρος της τουρκικής Κοινοτικής
Συνέλευσης και μέχρι την αποχώρηση των τ/κ από τα όργανα της κυβέρνησης (1963)
κατάφερε να αναδειχτεί στην ηγεσία των αμφισβητιών του τ/κ αντιπροέδρου Φαζίλ
Κουτσιούκ. Στις διακοινοτικές συγκρούσεις του 1963 ο Ντενκτάς έπαιξε
πρωταγωνιστικό ρόλο. Για τον ρόλο του αυτό κηρύχθηκε ανεπίσημο πρόσωπο στην
Κύπρο και
κατέφυγε στην Τουρκία.
Προσπάθησε να επανέλθει κρυφά στην Κύπρο
τον Οκτώβριο του 1967 και συνελήφθη, αφέθηκε ελεύθερος να επιστρέψει στην
Τουρκία και τελικά του επιτράπηκε να επιστρέψει στο νησί τον Αυγούστου του
1968. Από τότε πήρε μέρος ως επικεφαλής της τ/κ αντιπροσωπείας στις
διακοινοτικές συνομιλίες 1968-74 φροντίζοντας πάντα να ελέγχει την τ/κ
κοινότητα η οποία βρισκόταν αυτοεγκλωβισμένη στους τ/κ θύλακες των πόλεων (πλην
της Κερύνειας) και σε αγροτικές περιοχές όπου πλειοψηφούσαν οι τ/κ.
Μετά την τουρκική
εισβολή ήταν για πολλά χρόνια ο ουσιαστικός ηγέτης των τ/κ και πρώτος
πρόεδρος της Τουρκικής Δημοκρατίας Βόρειας Κύπρου (1983). Αποσύρθηκε από την
πολιτική το 2005 και πέθανε τον Ιανουάριο του 2012.
Η
πρώτη φάση των συνομιλιών άρχισε στις 24 Ιουνίου 1968 υπό την προεδρία του
Ειδικού Αντιπροσώπου του Γ.Γ. του ΟΗΕ Οζόριο Ταφάλ. Η δεύτερη φάση άρχισε στις
29 Αυγούστου 1968 και από τότε ήταν που άρχισαν να συζητούνται ουσιαστικά οι
διαφορές. Στο μεσοδιάστημα μεταξύ της δεύτερης και της τρίτης φάσης των
συνομιλιών ο Μακάριος είχε δηλώσει (10 Ιανουαρίου 1969) πως ήταν μόνο
συγκρατημένα αισιόδοξος για την έκβαση των συνομιλιών καθώς τα τ/κ αιτήματα
ισοδυναμούσαν με προτάσεις για δημιουργία κράτους εν κράτει πράγμα που
απέρριπτε η ε/κ πλευρά.
Μετά
την έναρξη της τρίτης φάσης των συνομιλιών, στις 3 Φεβρουαρίου 1969
ανακοινώθηκε η πρώτη συμφωνία για διορισμό υποεπιτροπών για το Νομοθετικό και
τους «ημικρατικούς Οργανισμούς». Η τρίτη φάση ολοκληρώθηκε στις 18 Αυγούστου
1970. Το 1972 (και ενώ το 1971 είχαν γίνει αποδεκτά από την τ/κ πλευρά τα «13
σημεία» που είχαν οδηγήσει στις ταραχές του 1963-64) οι συνομιλίες διευρύνθηκαν
με τη συμμετοχή ειδικών εμπειρογνωμόνων από την Ελλάδα και την Τουρκία και
συνεχίστηκαν μέχρι την άνοιξη του 1974.
Από
την αρχή σχεδόν των συνομιλιών είχε φανεί ότι η αναμέτρηση θα γινόταν στο θέμα
της τοπικής αυτοδιοίκησης μέσα από το οποίο η τ/κ πλευρά προσπαθούσε να
υλοποιήσει την στρατηγική της διχοτόμησης. Για τον λόγο αυτό πρότεινε τη
δημιουργία εθνικά ομογενών ομάδων χωριών που καθεμιά ομάδα θα αποτελούσε
μια χωριστή τοπική διοίκηση. Αυτές οι χωριστές διοικήσεις θα αποτελούσαν την
Κεντρική Αρχή Τοπικής Διοίκησης, τα εκτελεστικά όργανα της οποίας θα ήταν
αυτόνομα και οι εξουσίες τους θα περιγράφονταν στο Σύνταγμα. Αυτή η δομή όμως
θα εξασθενούσε την κεντρική εξουσία καθώς οι δυο κοινοτικές αυτοδιοικήσεις θα
αποκτούσαν ισχυρές παράλληλες εξουσίες (νομοθετική, εκτελεστική, οικονομική,
αστυνομική και δικαστική). Γι’ αυτό και η ε/κ πλευρά ήταν απορριπτική απέναντι
σε κάθε λύση που θα έθιγε την ενότητα της τοπικής αυτοδιοίκησης αλλά η Αθήνα,
στην προσπάθεια της να φανεί αρεστή στην αμερικανική πλευρά, πίεζε τους ε/κ να
αποδεχτούν τις προτάσεις των τ/κ. Η πίεση αυτή είχε σαν αποτέλεσμα την αποδοχή
από πλευράς των ε/κ στην παραχώρηση τοπικής διοίκησης πρώτου βαθμού και στη
συνέχεια δεύτερου βαθμού στους τ/κ μέσω της θέσπισης των περιφερειακών
συμβουλίων. Όμως οι τ/κ επέμεναν στον γεωγραφικό διαχωρισμό βάση εθνολογικών
κριτηρίων ώστε αργότερα να γίνει εφικτή η δημιουργία μιας ομοσπονδιακής
δημοκρατίας. Επέμεναν τέλος στη διατήρηση ουσιαστικών εξουσιών από μέρους του
Αντιπροέδρου, στη σύσταση τριών αστυνομικών σωμάτων (ενός κεντρικού και δύο των
επιμέρους τοπικών διοικήσεων), στη δημιουργία δικοινοτικού στρατού (από ένα
ξεχωριστό τάγμα τ/κ και δύο τάγματα ε/κ), στην ίδρυση δύο χωριστών μονάδων τηλεόρασης
και ραδιοφώνου κλπ.
Η.1 Τα διάφορα
μπλοκ παίρνουν θέσεις για την τελική αναμέτρηση
Ενώ
συνεχίζονταν οι διακοινοτικές συνομιλίες οι διάφοροι παράγοντες του κυπριακού
αναδιάτασσαν τις δυνάμεις τους.
Η
Άγκυρα είχε σχηματίσει την πεποίθηση ότι είχαν ωριμάσει οι συνθήκες για την
διχοτόμηση είτε με την μορφή ομοσπονδοποίησης είτε μετά από στρατιωτική
εισβολή. Απλώς έπρεπε να βρεθεί η κατάλληλη αφορμή ώστε να μην ακυρωθεί η
προσπάθεια της όπως και το 1967 με την αμερικανική παρέμβαση. Φυσικά είχε την
σύμφωνη γνώμη των τ/κ εθνικιστών.
Η
χούντα Παπαδόπουλου πίεζε τον Μακάριο να προσαρμοστεί στις ΝΑΤΟϊκές απαιτήσεις.
Για τον σκοπό αυτόν χρησιμοποιούσε ως μοχλό πίεσης τις ελληνικές και ε/κ
στρατιωτικές δυνάμεις και την αστυνομία της Κύπρου που από καιρό ελέγχονταν
είτε από ελλαδίτες αξιωματικούς που πρακτόρευαν την πολιτική της χούντας είτε
από ενωτικούς ε/κ που συνεργάζονταν για τους δικούς τους λόγους με την χούντα.
Για τον Μακάριο όμως, όπως φαίνεται και από τις επιστολές που αντάλλαξε με την
ελληνική κυβέρνηση, την ευθύνη για τους ε/κ και εν γένει για την Κύπρο έπρεπε
να έχει η Λευκωσία και όχι η Αθήνα η οποία εξάλλου είχε κάνει φανερό ότι
αδυνατούσε να υπερασπιστεί στρατιωτικά την Κύπρο λόγω των υποχρεώσεών της προς
το ΝΑΤΟ. Το αποκορύφωμα της σύγκρουσης Μακαρίου-χούντας ήταν η απόπειρα
δολοφονίας του Μακάριου στις 8 Μαρτίου 1970 η οποία ήταν για όλους καθαρό πως
είχε οργανωθεί από μερίδα της χούντας των Αθηνών και στην οποία ήταν
αναμεμιγμένος και ο Γεωρκάτζης (λίγες μέρες μετά την αποτυχημένη απόπειρα
δολοφονίας ο Γεωρκάτζης βρέθηκε νεκρός). Λίγο μετά, τον Ιούνιο του ίδιου έτους,
ο Παπαδόπουλος συνέχιζε να απειλεί τον Μακάριο με την λήψη «οσωνδήποτε
πικρών μέτρων» χρειαστεί, εάν δεν υποχωρούσε σε διάφορα θέματα: «Ἡ
παρουσία ἐντός τοῦ ὑπουργικοῦ συμβουλίου Τουρκοκυπρίου ὑπουργοῦ ἁρμοδίου διά τά
θέματα Τοπικῆς Διοικήσεως ἐν τῷ συνόλῳ τῶν ... ὑπογραμμίζει τήν ἑνότητα τοῦ
Κράτους. Ἡ μοναδική αὐτή παραχώρησις -διότι οὐδεμία ἂλλη οὐσιαστικοῦ
περιεχομένου ζητεῖται ἀπό τουρκοκυπριακῆς πλευρᾶς- ἀντισταθμίζεται πλουσίως διά
τῶν μέχρι τοῦδε προτάσεων τοῦ κ. Ντενκτάς, προτάσεων ἱκανοποιουσῶν μεταξύ ἂλλων
καί τό σύνολον σχεδόν τῶν εἰς τά “13 σημεῖα” αἰτημάτων Σας καί ἐπιτρεπουσῶν
ἀπρόσκοπτον λειτουργίαν τοῦ κρατικοῦ μηχανισμοῦ...» (Α. Παυλίδη, Μακάριος -
Ιστορικά Ντοκουμέντα, σελ. 390 - 391).
Συνειδητοποιώντας
την ανάγκη ενός έμπιστου ένοπλου σώματος ο Μακάριος ίδρυσε το «Εφεδρικό Σώμα».
Η απόπειρα δολοφονίας του Μακαρίου
Μάριος Θρασυβούλου: "Ο Μακάριος
ενδιαφερόταν μόνο για την σταθερότητα της εξουσίας του"
Το Εφεδρικό Σώμα
Το Εφεδρικό Σώμα ήταν μια επίλεκτη
μονάδα που ιδρύθηκε τον Μάρτιο του 1973 με σκοπό να αντιμετωπίσει αφενός την
βία της ΕΟΚΑ Β' (βομβιστικές επιθέσεις, επιθέσεις εναντίον αστυνομικών σταθμών
της υπαίθρου, δολοφονίες και τρομοκρατικές ενέργειες εναντίον κατοίκων της
υπαίθρου βλ. Η1.α) και αφετέρου να υπερασπιστεί την κυβέρνηση αφού τα
εντεταλμένα όργανα (Εθνική Φρουρά και Αστυνομία) είχαν διαβρωθεί και ελέγχονταν
σε μεγάλο βαθμό από την χούντα των Αθηνών και την ΕΟΚΑ Β'. Μέλη του «Εφεδρικού»
ήταν αποκλειστικά φιλομακαριακοί που είχαν επιλεγεί ύστερα από προσεκτική
εξέταση.
Αν και τυπικά αποτελούσε τμήμα της
Αστυνομίας, στην πραγματικότητα ήταν ανεξάρτητη μονάδα με σκληρή στρατιωτική
εκπαίδευση. Η αρχική του δύναμη ήταν 670 άνδρες που ανήλθαν τελικά στους 1.000.
Το «Εφεδρικό» εξοπλίστηκε με όπλα από την Τσεχοσλοβακία που φυλάσσονταν στο
υπόγειο της Αρχιεπισκοπής. Ανέλαβε τη φρούρηση των πιθανών στόχων, τη φρούρηση
του ίδιου του προέδρου (σε συνεργασία με την προεδρική φρουρά) και άλλων αξιωματούχων
του κράτους, αλλά και την εκστρατεία για τη διάλυση της ΕΟΚΑ Β'. Πραγματικά το
σώμα αυτό μπόρεσε, σε σύντομο σχετικά διάστημα, να ανακαλύψει κρησφύγετα και
καταζητούμενους και να διαλύσει την ΕΟΚΑ Β'.
Το Εφεδρικό Σώμα διαλύθηκε κατά το
πραξικόπημα του 1974, αν και πολλά μέλη του προσέφεραν κάθε δυνατή υπηρεσία
κατά τη διάρκεια της τουρκικής εισβολής που ακολούθησε.
"Τα άλογα είναι στο στάβλο" (Το Εφεδρικό και η ΕΟΚΑ
Β΄)
Η1.α Η επανεμφάνιση
του Γρίβα
Από
τον Αύγουστο του 1971 κυκλοφορούσαν φήμες για επαναδραστηριοποίηση του Γρίβα
στο κυπριακό. Πράγματι, ο Γρίβας επανήλθε στην Κύπρο οργανώνοντας μια νέα
ένοπλη οργάνωση την ΕΟΚΑ Β΄ με σκοπό να πραγματοποιήσει της Ένωση. Η οργάνωση
αυτή ήταν ανοιχτά αντιμακαριακή και επιδόθηκε σε βίαιες και ένοπλες ενέργειες
εναντίον της κυβέρνησης. Υποστήριξη βρήκε όχι μόνο από παλιούς αγωνιστές της
ΕΟΚΑ αλλά και σε ενωτικούς Ελλαδίτες που ζούσαν στην Κύπρο, κυρίως σε
στρατιωτικούς που διοικούσαν την ΕΛΔΥΚ και την Εθνοφρουρά. Σε αντίβαρο ο
Μακάριος ίδρυσε το «Εφεδρικό Σώμα». Η χούντα του Παπαδόπουλου, μέσα από
ανακοινώσεις της, καταδίκασε τις πρακτικές της ΕΟΚΑ Β΄ αλλά έκανε σαφές στον
Μακάριο πως τις αποφάσεις για το Κυπριακό θα της έπαιρνε η Αθήνα (ακριβέστερα η
Αθήνα θα είχε τον τελευταίο λόγο).
Ο
Γρίβας πέθανε στις 27.1.74 στη Λεμεσό αλλά η ΕΟΚΑ Β΄ έπαψε εντελώς την ύπαρξη
της το 1978.
ΕΟΚΑ Β΄
Πραξικόπημα – Εισβολή
ΑΠΟΚΑΛΥΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΟΚΑ Β'
Η2. Η τελική λύση
Ο Μακάριος απέκτησε φήμη για τον τρόπο με τον οποίο
κατάφερνε να εκμεταλλεύεται τις αντιθέσεις ανάμεσα στην Δύση και την ΕΣΣΔ, την
Ελλάδα και την Τουρκία. Παρότι ξεκίνησε από φανατικός ενωτικός στην πορεία
μετατοπίστηκε προς την θέση της ανεξαρτησίας ερχόμενος σε σύγκρουση ακόμη και
με την ελληνική πλευρά όταν αυτή προσπαθούσε –για τους δικούς της, ΝΑΤΟϊκούς
λόγους- να τον σπρώξει σε συμβιβαστικές λύσεις με τον τ/κ εθνικισμό. Η ελληνική
κυρίαρχη τάξη, μέσω των πολιτικών της εκπροσώπων, πίεζε τον Μακάριο σε ένα
δεύτερο συμβιβασμό μετά τις Συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου: την αποδοχή εκ μέρους
του κάποιας παραλλαγής του σχεδίου Άτσεσον. Αν αυτή ήταν μια βολική λύση για το
ελληνικό κατεστημένο, για την ε/κ κυρίαρχη τάξη και τον Μακάριο σήμαινε ότι θα
έπρεπε να μοιραστούν το πολιτικό και οικονομικό μονοπώλιο που είχαν αποκτήσει
μετά το 1960 με την τ/κ ελίτ υπό την εγγύηση της Τουρκίας. Η ανάληψη της
εξουσίας από την χούντα του Παπαδόπουλου έκανε πιο πιεστική την Αθήνα απέναντι
στον Μακάριο αλλά και τον Μακάριο πιο αποφασισμένο να διατηρήσει τα “κεκτημένα”
της ε/κ πλευράς. Τον Σεπτέμβριο του 1968, σε συνομιλίες με την ελληνική
κυβέρνηση, ο Μακάριος ήταν καθαρός:
«Ημείς, θέλομεν να αποφύγωμεν ό,τι είναι χωριστικόν. Πιθανώς
συντομώτατα να φθάσωμεν εις συμφωνίαν ή εις αδιέξοδον. Πάντως από μια κακήν
λύσιν προτιμώ την σημερινήν κατάστασιν, εφόσον βεβαίως θα διατηρηθεί η ειρήνη. Έχομεν
ήδη μια καθαρώς ελληνική κυβέρνησιν εις την Νήσον. Οι Τούρκοι [τ/κ] δεν μετέχουν της
κυβερνήσεως. Δια τούτο φρονώ, ότι δεν πρέπει να σπεύσωμεν»
Μέχρι
το 1973 ο Μακάριος κατάφερνε να επιβιώνει ακροβατώντας. Η αλλαγή ηγεσίας στην
χούντα των Αθηνών τον Νοέμβριο του 1973 ήταν ο καταλύτης των εξελίξεων. Ο
αμερικανικός παράγοντας πίεζε για επίλυση του κυπριακού εντός της Συμμαχίας με
εκατέρωθεν παραχωρήσεις (η κατάσταση στην Μ. Ανατολή γινόταν όλο και πιο
επικίνδυνη για τα Δυτικά συμφέροντα), οι δυο κυπριακοί εθνικισμοί αρνούνταν να
υποχωρήσουν από τις θέσεις τους, η Άγκυρα ήταν αποφασισμένη να μην κάνει πίσω
όπως τις προηγούμενες φορές, η ΕΟΚΑ Β΄ γινόταν έρμαιο στα χέρια των Αθηνών
εναντίον του Μακαρίου για να συνδράμει στην εξόντωση του. Ο Ιωαννίδης και οι
συν αυτώ με τους πράκτορες τους στην Κύπρο (στην Εθνοφρουρά, στην ΕΛΔΥΚ και η
ΕΟΚΑ Β΄) αποφάσισαν να δώσουν την τελική λύση: ένα πραξικόπημα που θα έφερνε
στην Κυπριακή Προεδρία ένα πιστό στην Αθήνα άτομο μέσω του οποίου θα μπορούσε
να επέλθει μια συμφωνία με την Τουρκία στη βάση του σχεδίου Άτσεσον.
Η
τελευταία κίνηση του Μακάριου ήταν να ζητήσει την αποχώρηση των ελλαδιτών
αξιωματικών από την Εθνοφρουρά και την στελέχωση της με αξιωματικούς της
επιλογής της κυπριακής κυβέρνησης. Η χούντα του Ιωαννίδη, σύμφωνα με όλες τις
ενδείξεις (διότι ο Ιωαννίδης δεν μίλησε ποτέ), νομίζοντας πως είχε την κάλυψη
των ΗΠΑ για μια περιορισμένη τουρκική επέμβαση, απάντησε με το πραξικόπημα της
Εθνοφρουράς και η Τουρκία με την δική της εισβολή. Τον εξαπάτησαν οι σύμμαχοι
του; Άλλαξαν τα δεδομένα της συμφωνίας που φαίνεται πως είχε γίνει; Υπήρξε
δάκτυλος που τον έσπρωξε στο πραξικόπημα για να έρθει ο Καραμανλής (όπως λένε
κάποιοι υποστηρικτές του Ιωαννίδη); Το θέμα είναι πως η στρατιωτική οργάνωση
της χούντας αποδείχτηκε ένα τεράστιο φιάσκο που την οδήγησε σε ελάχιστο χρόνο
στην κατάρρευση όντας ταυτοχρόνως απομονωμένη από τον ελληνικό λαό μετά τα
γεγονότα του Πολυτεχνείου που είχαν προηγηθεί οκτώ μήνες νωρίτερα. Και φυσικά μετά
την τουρκική εισβολή και η διχοτόμηση. Ίσως μόνο ο «άνθρωπος στον οποίο έχει
εμπιστοσύνη ο Δημήτρης Ιωαννίδης» τον οποίο επικαλείται ο Παπαχελάς να ξέρει
την αλήθεια…
«Ένας άνθρωπος που ξέρω, ένας άνθρωπος στον οποίο
έχει εμπιστοσύνη ο Δημήτρης Ιωαννίδης, του μίλησε μια μέρα στο κελί στον
Κορυδαλλό όπου βρίσκεται. Ο Ιωαννίδης του είπε ότι αν οι Έλληνες ήξεραν τι
πραγματικά γνώριζε εκείνος, εάν ήξεραν τι πραγματικά συνέβη, θα γινόντουσαν
κομμουνιστές, θα ήθελαν η Ελλάδα να φύγει από το Δυτικό στρατόπεδο» (14:33-15:14)
Ο Δημήτριος
Ιωαννίδης και το παρασκήνιο της μεταπολίτευσης
Η ηγεσία της ΕΟΚΑ Β στην Κύπρο γνώριζε για το
πραξικόπημα τις 15ης Ιουλίου 1974
Οι σφαγές αμάχων από την
ΕΟΚΑ Β
Η δράση
των μυστικών υπηρεσιών στην Κύπρο
1960 – 1974:
Αποκαλύψεις από τον Διονύση Μαλά
Σωτήρης Ριζάς: Το
Κυπριακό, από την κρίση ως την τραγωδία (1963-1974)
Κύπρος 1974: Δημήτρης
Καρακώστας (Υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ του Ιωαννίδη) για το πραξικόπημα και
την Τουρκική εισβολή
ΑΝΑΛΥΣΗ του πραξικοπήματος
και της Τουρκικής εισβολής!
1960 - 1974 Η Χούντα και η
Άγκυρα διαμοίρασαν την Κύπρο
1974 - 50
Χρόνια, 50 Ερωτήματα - Α' Μέρος
1974 - 50
Χρόνια, 50 Ερωτήματα - Β' Μέρος
Η Κύπρος
και η επιστράτευση της σαγιονάρας
Από την ΕΟΚΑ Β στο σήμερα. Δρ. Γιάννος
Χαραλαμπίδης
Υστερόγραφο: προφανώς όσα γράφονται δεν
διεκδικούν την απόλυτη αλήθεια για τα γεγονότα και την ερμηνεία τους.
Προσπαθούν όμως να φωτίσουν την πορεία προς το πραξικόπημα και την τουρκική
εισβολή αναδεικνύοντας και πτυχές που η μία ή η άλλη πλευρά προσπαθούν να
συγκαλύψουν ή να καλλωπίσουν. Σε αυτά τα πλαίσια παρουσιάζεται και μια σειρά
από βίντεο με απόψεις της μιας ή της άλλης πλευράς. Σίγουρα πολλά από όσα
έγιναν στα παρασκήνια δεν έχουν γίνει ακόμη γνωστά και πρέπει να περιμένουμε
χρόνια για να προκύψει μια ολοκληρωμένη εικόνα της σκληρής Ιστορίας της
νεότερης Κύπρου…
ΣΤ. Από το Σχέδιο Μακμίλλαν στις
συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου
Εν μέσω των διακοινοτικών ένοπλων συγκρούσεων στην Κύπρο και με κίνδυνο
την διάρρηξη της συνοχής του ΝΑΤΟ στην Ανατ. Μεσόγειο (λόγω της διαταραχής των
ελληνοτουρκικών σχέσεων), στις 19 Ιουνίου 1958, πριν ακόμη κοπάσουν τα
επεισόδια, ο Βρετανός πρωθυπουργός Χάρολντ Μακμίλλαν παρουσίασε ένα σχέδιο
«επίλυσης» του κυπριακού με έντονα τα διχοτομικά χαρακτηριστικά. Στην
πραγματικότητα ήταν ένα σχέδιο τριπλής συγκυριαρχίας της Βρετανίας, της Ελλάδας
και της Τουρκίας επί της Κύπρου σε χειρότερη έκδοση από το σχέδιο Ράντκλιφ του 1956.
Σε γενικές γραμμές το σχέδιο Μακμίλλαν προέβλεπε:
1. Σύνδεση της Κύπρου με την Βρετανία (στο πλαίσιο της
Κοινοπολιτείας), την Ελλάδα και την Τουρκία και συνεργασία των χωρών αυτών σε
μια «κοινή προσπάθεια» για επίτευξη ειρήνης και ευημερίας της Κύπρου.
2. Διορισμός αντιπροσώπων Ελλάδας και Τουρκίας για συνεργασία με
τον Άγγλο κυβερνήτη της Κύπρου.
3. Διπλή υπηκοότητα για τους Κυπρίους (ελληνική και βρετανική για
τους ε/κ, τουρκική και βρετανική για τους τ/κ).
4. Εφαρμογή νέου Συντάγματος που θα προέβλεπε:
α) Χωριστές βουλές για τις δυο κοινότητες,
β) Συμβούλιο με πρόεδρο τον Βρετανό κυβερνήτη, με συμμετοχή
αντιπροσώπων της Ελλάδας και της Τουρκίας και 6 υπουργών (4 ε/κ και 2 τ/κ)
προερχομένων από τις αντίστοιχες βουλές. Το συμβούλιο θα ασκούσε εξουσία εκτός
από τις κοινοτικές υποθέσεις για τις οποίες θα ήταν αρμόδιες οι δυο βουλές,
γ) Ο κυβερνήτης και οι δυο εκπρόσωποι (Ελλάδας και Τουρκίας) θα
εξασφάλιζαν την προστασία των κοινοτικών συμφερόντων,
δ) Οι εξουσίες για τις εξωτερικές υποθέσεις, την άμυνα και την
εσωτερική ασφάλεια θα παρέμεναν στην αρμοδιότητα του κυβερνήτη,
ε) Ύπαρξη αμερόληπτου δικαστηρίου για εξέταση οποιουδήποτε
νομοθετήματος που θα εθεωρείτο από τους ε/κ ή τους τ/κ ότι εμπεριείχε
διακρίσεις,
5. Καμιά άμεση μεταβολή του καθεστώτος στην Κύπρο και διατήρηση
της βρετανικής κυριαρχίας για 7 χρόνια,
6. Με την προϋπόθεση τερματισμού της βίας προβλεπόταν χαλάρωση των
μέτρων εκτάκτου ανάγκης στην Κύπρο και επιστροφή του αρχιεπισκόπου Μακαρίου και
των άλλων εξόριστων.
ΣΤ.1 Συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου
Το
σχέδιο Μακμίλλαν απορρίφθηκε αμέσως από τον αρχιεπίσκοπο Μακάριο (που τότε
βρισκόταν εξόριστος στην Αθήνα) «καθ'ὅτι», όπως ανέφερε στον κυβερνήτη Φουτ, «ἀντιστρατεύεται τό βασικόν καιἀναφαίρετον δικαίωμα τοῦ
κυπριακοῦ λαοῦ πρός αὐτοδιάθεσιν». Το σχέδιο απορρίφθηκε λίγο
αργότερα και από την κυβέρνηση του Κ. Καραμανλή. Όμως η έλλειψη στρατιωτικής
νίκης της ΕΟΚΑ, η απειλή της Βρετανίας για μονομερή εφαρμογή του σχεδίου, η
παρέμβαση των ΗΠΑ που έβλεπε να απειλείται η συνοχή της νοτιοανατολικής
πτέρυγας του ΝΑΤΟ και η διάθεση της ελληνικής και της τουρκικής κυβέρνησης να κλείσουν
το θέμα εντός ΝΑΤΟϊκών πλαισίων οδήγησαν στο τέλος των διακοινοτικών
συγκρούσεων και στις συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου.
Οι προκαταρκτικές διαβουλεύσεις
έγιναν στην Ζυρίχη (5-11/2/1959) μεταξύ των υπουργών εξωτερικών Ελλάδας
(Αβέρωφ) και Τουρκίας (Ζορλού). Η συμφωνία στην οποία κατέληξαν προέβλεπε ότι:
Το πολίτευμα της Κύπρου θα
ήταν το προεδρικό με ε/κ πρόεδρο και τ/κ αντιπρόεδρο, εκλεγμένοι και οι δυο από
την ε/κ και την τ/κ κοινότητα αντιστοίχως, με θητεία πέντε ετών. Ο αντιπρόεδρος
είχε δικαίωμα βέτο σε θέματα άμυνας, εξωτερικής πολιτικής και εσωτερικής
ασφάλειας.
Το υπουργικό συμβούλιο θα
αποτελείτο από επτά ε/κ και τρεις τ/κ. Ένα από τα υπουργεία Άμυνας, Εξωτερικών
ή Οικονομικών θα έπρεπε πάντα να δίνεται σε τ/κ.
Βουλή των αντιπροσώπων:
ενιαία Βουλή Αντιπροσώπων με αναλογία 70/30 ε/κ και τ/κ. Οι αντιπρόσωποι θα
εκλέγονταν από τις δυο κοινοτικές συνελεύσεις. Οι αποφάσεις θα λαμβάνονταν με
απλή πλειοψηφία, εκτός των θεμάτων νομοθεσίας δήμων και φορολογικών νομοσχεδίων
για τα οποία ήταν απαραίτητη χωριστή πλειοψηφία.
Η Δημόσια διοίκηση θα
στελεχωνόταν κατά 70% από ε/κ και κατά 30% από τ/κ. Αντιστοίχως ο στρατός κατά
60% από ε/κ και κατά 40% από τ/κ.
Προβλεπόταν δημιουργία
Ανώτατου και Συνταγματικού δικαστηρίου.
Δημοτική αυτοδιοίκηση:
στις πέντε μεγάλες πόλεις προβλεπόταν δημιουργία χωριστών ε/κ και τ/κ δήμων.
Οι Καραμανλής και Μεντερές
έκλεισαν και μια μυστική «συμφωνία κυρίων» στην οποία προβλεπόταν η ένταξη της
Κύπρου στον ΝΑΤΟ και ότι θα πίεζαν για να τεθεί εκτός νόμου το ΑΚΕΛ.
Οι τελικές συζητήσεις
ξεκίνησαν στις 17 Φεβρουαρίου στο Λονδίνο με την συμμετοχή του Μακάριου
εκ μέρους των ε/κ και του Ραούφ Ντενκτάς εκ μέρους των τ/κ αλλά υπό την
επίβλεψη της ελληνικής, της τουρκικής και της βρετανικής κυβέρνησης.
Ο Μακάριος δέχτηκε μεγάλες
πιέσεις από την ελληνική κυβέρνηση για να αποδεχτεί τα συμφωνημένα στην Ζυρίχη
ενώ τόσο το ΑΚΕΛ όσο και το μεγαλύτερο μέρος της αντιπολίτευσης στην Ελλάδα
τάσσονταν εναντίον της συμφωνίας. Αρνητικός έδειχνε και ο Γρίβας ο οποίος όμως
διέβλεπε και το αδιέξοδο του ένοπλου αγώνα με αποτέλεσμα να κηρύξει κατάπαυση
του πυρός (9 Μαρτίου) και στη συνέχεια να επιστρέψει στην Αθήνα. Η συμφωνία
–που περιελάμβανε και διατήρηση βρετανικών στρατιωτικών βάσεων στο νησί-
υπογράφηκε τελικά στις 19 Φεβρουαρίου.
(Μαζί υπογράφηκαν η “Συνθήκη
Συμμαχίας” που προέβλεπε κοινό Στρατηγείο στο νησί με ελληνική δύναμη 950
ανδρών –ΕΛΔΥΚ- και τουρκική δύναμη 650 ανδρών –ΤΟΥΡΔΥΚ- καθώς και η “Συνθήκη
Εγγύησης” στην οποία ορίζονταν η Ελλάδα, η Τουρκία και η Βρετανία ως εγγυήτριες
δυνάμεις).
Ο
Νίκος Κρανιδιώτης περιέγραψε το πλαίσιο στο οποίο κινήθηκαν οι συμφωνίες:
«Οι συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου υπήρξαν το αποτέλεσμα σκληρής
ανάγκης και η κατάληξη ενός διλήμματος, μπροστά στο οποίο η βρετανική κυβέρνηση
έθεσε τον κυπριακό λαό και την ηγεσία του: ή τις συμφωνίες ή τη διχοτόμηση. Ο
Μακάριος προτίμησε το "μη χείρον". Στην εκβιαστική αυτή λύση συνέβαλε
ιδιαίτερα η κομμουνιστική φοβία της Αμερικής και η συνεχής εκ μέρους της
προσπάθειας ΝΑΤΟϊκής ρύθμισης του θέματος. Έτσι στραγγαλίστηκε το δικαίωμα
αυτοδιάθεσης του κυπριακού λαού [...] Οι ελληνικές κυβερνήσεις, παρά τη βαθύτατη συμπάθεια και τη
συναισθηματική κλίση που έτρεφαν για τη "μεγάλη ιδέα" της Κύπρου,
υφίσταντο συνεχείς πιέσεις, άμεσες ή έμμεσες, από την Αμερική και το ΝΑΤΟ και
επιδιώκανε μια ειρηνική λύση του Κυπριακού μέσα στα συμμαχικά πλαίσια».
Για την Κύπρο
ξεκινούσε μια περίοδος «εγγυημένης ανεξαρτησίας» αλλά με πολλά βαρίδια που δεν
άργησαν να οδηγήσουν σε νέες συγκρούσεις και τελικά στο πραξικόπημα και την
τουρκική εισβολή.
Κυπριακός Στρατός και Εθνική
Φρουρά
Σύμφωνα με το Σύνταγμα ο
στρατός της Κύπρου θα αποτελείτο από 2 χιλ. άνδρες (60% ε/κ και 40% τ/κ). Μετά
τις διακοινοτικές ταραχές (Δεκέμβριος 1963 – Αύγουστος 1964, βλ. Ζ2) οι τ/κ
στρατιώτες εγκατέλειψαν την υπηρεσία τους και αυτοεγκλωβίστηκαν στους τ/κ
θύλακες. Ήδη όμως από το 1962 ομάδες
ε/κ εθελοντών εξοπλίζονταν και εκπαιδεύονταν μυστικά με βάση το λεγόμενο σχέδιο
Ακρίτας (βλ. Ζ1, Πολύκαρπος Γεωρκάτζης και Σχέδιο Ακρίτας) από αξιωματικούς του
Κυπριακού Στρατού, που στην πλειονότητά τους ήταν πρώην αντάρτες της ΕΟΚΑ. Όταν
τον Δεκέμβριο του 1963 ξεκίνησαν οι ταραχές οι ομάδες αυτές σε συνεργασία με
τους ε/κ του Κυπριακού Στρατού, της αστυνομίας και της χωροφυλακής αποτέλεσαν
την Εθνική φρουρά (ή Εθνοφρουρά).
Μέσα στο 1964 η Εθνική
φρουρά νομιμοποιήθηκε από την κυπριακή κυβέρνηση (που ουσιαστικά αποτελείτο
πλέον μόνο από ε/κ), στελεχώθηκε από Ελλαδίτες αξιωματικούς που έφθασαν μυστικά
στην Κύπρο, καθιερώθηκε η υποχρεωτική θητεία σ' αυτήν, ενώ Ελλαδίτης εν
αποστρατεία στρατηγός ανέλαβε την αρχηγία του σώματος. Δημιουργήθηκε τότε και
το Γενικό Επιτελείο Εθνικής φρουράς (ΓΕΕΦ). Στις 9 Ιουνίου 1964 ο στρατηγός
Γεώργιος Γρίβας - Διγενής επανήλθε στην Κύπρο και λίγο αργότερα ανέλαβε ως
αρχηγός της Ανωτάτης Στρατιωτικής Διοικήσεως Αμύνης Κύπρου (ΑΣΔΑΚ).
Για ένα διάστημα (δεύτερο
μισό του 1964) οι κανονικά και υποχρεωτικά πλέον στρατιώτες που κατατάσσονταν
στην Εθνική Φρουρά υπηρετούσαν μαζί με τους από το 1962/63 εθελοντές και μαζί
με τους εξ Ελλάδος αξιωματικούς αντιμετώπισαν, μεταξύ άλλων, και την πρώτη
σοβαρή στρατιωτική επέμβαση της Τουρκίας που εκδηλώθηκε με αεροπορικές
επιθέσεις στην περιοχή της Τηλλυρίας (Αύγουστος 1964). Σταδιακά τα εθελοντικά
μέλη της Εθνικής Φρουράς απολύονταν ή και ανακατατάσσονταν για (18μηνη)
κανονική θητεία.
Η Εθνική
φρουρά αποτελεί, από το 1964 τον κυπριακό στρατό στις τάξεις του οποίου όμως
δεν υπηρετούν και τ/κ.
Συμφωνίες Ζυρίχης - Λονδίνου 19/2/1959
Οι Συμφωνίες
Ζυρίχης Λονδίνου 1959
60 χρόνια
από την υπογραφή των Συμφωνιών Ζυρίχης-Λονδίνου. Μια αποτίμηση
Ζ. Η δύσκολη συμβίωση: από
την «εγγυημένη ανεξαρτησία» στις διακοινοτικές συγκρούσεις
Η Κυπριακή Δημοκρατία ανακηρύχθηκε επισήμως στις 16 Αυγούστου 1960
με πρόεδρο τον Μακάριο (είχε ήδη εκλεγεί από τον Δεκέμβριο του 1959 με το 67%
των ψήφων έναντι 33% του Ι. Κληρίδη) και αντιπρόεδρο τον τ/κ Φαζίλ Κουτσιούκ.
Στις 13 Μαρτίου του 1961 η ανεξάρτητη Κύπρος έγινε δεκτή στην Βρετανική
Κοινοπολιτεία αλλά ο Μακάριος υπογράμμισε πως η είσοδος της Κύπρου στην
Κοινοπολιτεία δεν σήμαινε την είσοδο της σε κάποιο συνασπισμό. Μάλιστα, λίγους
μήνες αργότερα, εντάχθηκε στο Κίνημα των Αδεσμεύτων αναπτύσσοντας ταυτοχρόνως
σχέσεις με την ΕΣΣΔ που μέχρι τότε ήταν αποκλεισμένη από το κυπριακό.
Οι διαφορετικές επιλογές των ελίτ των δυο κοινοτήτων (ένωση με την
Ελλάδα η ε/κ ελίτ και διχοτόμηση του νησιού η τ/κ ελίτ) και σειρά προβληματικών
σημείων των Συμφωνιών Ζυρίχης-Λονδίνου θα εγκλωβίσουν από την αρχή την
λειτουργία του νεοσύστατου κράτους. Η Αθήνα και τμήμα των ε/κ στόχευε να
περάσει η Κύπρος σταδιακά από την ανεξαρτησία στην Ένωση. Η Άγκυρα, και μαζί
της το σύνολο των τ/κ, θεωρούσε πως η ανεξαρτησία ήταν ενδιάμεσο στάδιο για να
πραγματοποιηθεί η διχοτόμηση.
Στα εξωτερικά ζητήματα ο μεν Μακάριος (που ενώ είχε ξεκινήσει τον
πολιτικό του βίο από αντικομμουνιστής είχε αρχίσει να «τα βρίσκει» με το ΑΚΕΛ)
προτιμούσε τον προσανατολισμό προς τους Αδέσμευτους ενώ οι τ/κ,
ευθυγραμμιζόμενοι με την Άγκυρα, προτιμούσαν καλύτερες σχέσεις με την Δύση.
Στα εσωτερικά θέματα υπήρχαν
διαφωνίες για τη συγκρότηση του στρατού, τον επιμερισμό της φορολογίας, τη
στελέχωση των δημόσιων υπηρεσιών και, κυρίως, την δημιουργία ξεχωριστών ε/κ και
τ/κ δημαρχείων εντός των ίδιων πόλεων. Το μέτρο αυτό υπέσκαπτε την ενότητα του
κυπριακού κράτους και ταυτοχρόνως θα μπορούσε να οδηγήσει σταδιακά σε μια ντε
φάκτο διχοτόμηση.
Ζ1. Τα «δεκατρία
σημεία»
Για την αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων,
στις 30 Νοεμβρίου του 1963, ο Μακάριος διαβίβασε στον Κιουτσούκ μνημόνιο
δεκατριών σημείων για την αναθεώρηση του Συντάγματος. Τα δεκατρία σημεία
αναθεώρησης όμως έθιγαν κυρίως τους τ/κ και μάλιστα αναφέρονταν σε μη
αναθεωρητέα άρθρα του Συντάγματος. Όμως οι τ/κ πίσω από την αντιμετώπιση των
δυσχερειών λειτουργίας του πολιτεύματος έβλεπαν και μια προσπάθεια σταδιακής
κατάργησης της «εγγυημένης ανεξαρτησίας» και το πέρασμα στην Ένωση με την
Ελλάδα. Ίσως μάλιστα να είχαν και δίκιο. Όπως σημειώνεται στο βιβλίο των Ν.
Αλεξανδράκη, Β. Θεοδωρόπουλου και Ε. Λαγάκου “Το Κυπριακό, 1950-1974, μια
ενδοσκόπηση” (εκδ. Ελληνική Ευρωεκδοτική, σελ. 30) «…οι εγκύκλιες διαταγές
του “Ακρίτα”, του αρχηγού δηλαδή της μυστικής μαχητικής οργανώσεως που είχε
ιδρύσει ο τότε Υπουργός Εσωτερικών Π. Γεωρκάτζης, με την έγκριση του Μακαρίου.
Οι σκοποί της οργανώσεως αυτής […] περιελάμβαναν και μονομερή
ενδεχομένως αναθεώρηση των Συμφωνιών, ακόμη δε και την άμεση κήρυξη της
Ενώσεως». Το ίδιο φαίνεται να μαρτυρά και ο Π. Τερλεξης (“Διπλωματία και
πολιτική του Κυπριακού”, σελ. 407): «Ο αντιστράτηγος Γεώργιος Καραγιάννης,
διοικητής των Ελληνοκυπριακών δυνάμεων κατά το 1964, υποστηρίζει σε μια σειρά
άρθρων στον “Εθνικό Κήρυκα” Αθηνών, ότι η απόφαση αυτή (13 σημεία), αποτελούσε
το πρώτο βήμα μιας σειράς προδιαγεγραμμένων διαδοχικών σταδίων. Το δεύτερο
στάδιο περιελάμβανε την καταγγελία και κατάργηση της Συνθήκης Εγγυήσεως. Το
τρίτο την ανακίνηση του ζητήματος της αυτοδιάθεσης [δλδ την κατάργηση της
εγγύησης από Ελλάδα, Τουρκία, Βρετανία] και τελικά την διενέργεια
δημοψηφίσματος και την ανακήρυξη της Ενώσεως».
Αναλυτικά τα 13 σημεία:
Να εγκαταλειφθεί το δικαίωμα βέτο του
προέδρου και του αντιπροέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Τον πρόεδρο της Δημοκρατίας (που ήταν
ε/κ) να αναπληρώνει ο αντιπρόεδρος (που ήταν τ/κ) αντί ο πρόεδρος της Βουλής
(που ήταν ε/κ).
Ο ε/κ πρόεδρος και ο τ/κ αντιπρόεδρος
της Βουλής να εκλέγονται από ολόκληρο το Σώμα και όχι χωριστά από τους ε/κ και
τ/κ βουλευτές αντιστοίχως.
Τον (ε/κ) πρόεδρο της Βουλής να
αναπληρώνει ο (τ/κ) αντιπρόεδρος, αντί του γηραιότερου ε/κ βουλευτή.
Κατάργηση των συνταγματικών προβλέψεων
για χωριστές πλειοψηφίες στην ψήφιση μερικών νόμων από τη Βουλή.
Εγκαθίδρυση ενιαίων αντί χωριστών δήμων.
Ενοποίηση αντί διαχωρισμός στην απονομή
της δικαιοσύνης.
Κατάργηση του διαχωρισμού των δυνάμεων
ασφαλείας σε Αστυνομία και σε Χωροφυλακή.
Η αριθμητική δύναμη των δυνάμεων
ασφαλείας να καθορίζεται με νόμους και όχι με συγκεκριμένο αριθμό ανδρών που
προβλέπεται από το Σύνταγμα (2.000 άνδρες, με αυξομείωση του αριθμού ύστερα από
συμφωνία του προέδρου και του αντιπροέδρου για Αστυνομία και Χωροφυλακή και
2.000 για τον Στρατό).
Η αναλογία συμμετοχής ε/κ και τ/κ στις
Δημόσιες Υπηρεσίες (70% και 30% αντιστοίχως) να τροποποιηθεί με βάση τον
πληθυσμό του νησιού (81,14% και 18,86% αντιστοίχως).
Μείωση των μελών της Επιτροπής Δημοσίας
Υπηρεσίας από 10 σε 5.
Οι αποφάσεις της Επιτροπής Δημοσίας
Υπηρεσίας να παίρνονται με απλή και όχι με απόλυτη πλειοψηφία.
Κατάργηση της ε/κ (και ίσως και της τ/κ
εάν δεν υπάρξει διαφωνία) Κοινοτικής Συνέλευσης.
Πολύκαρπος
Γεωρκάτζης
Από τις πιο μυστηριώδεις μορφές του
κυπριακού αγώνα και της μετέπειτα πολιτικής ζωής της ανεξάρτητης Κύπρου.
Γεννήθηκε τον Νοέμβριο του 1930 και δολοφονήθηκε σε ερημική τοποθεσία κοντά στη
Λευκωσία στις 15 Μαρτίου 1970. Παιδί εύπορης πολυμελούς αγροτικής οικογένειας
που μετά τις γυμνασιακές του σπουδές σπούδασε στην Εμπορική Σχολή Σαμουήλ από
την οποία αποφοίτησε το 1948. Οργανώθηκε στην ΕΟΚΑ τον Αύγουστο του 1954 και
σύντομα ανέλαβε τη διοίκηση των ομάδων εκτελέσεως. Συνελήφθη τον Σεπτέμβριο του
1955 και δραπέτευσε με περιπετειώδη τρόπο τον Ιανουάριο του επόμενου έτους.
Συνελήφθη και δραπέτευσε για δεύτερη φορά τον Αύγουστο του ίδιου έτους και για
μια τρίτη φορά τον Μάιο του 1958. Σε όλο αυτό το διάστημα κατείχε ηγετικές
θέσεις στις τάξεις της ΕΟΚΑ.
Μετά την κήρυξη της ανεξαρτησίας
διετέλεσε για λίγο υπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, κυρίως όμως
κράτησε την θέση του υπουργού Εσωτερικών (1960-68). Από αυτή την θέση ήλεγχε
πλήρως την Αστυνομία ενώ ταυτοχρόνως δημιούργησε ένα δίκτυο πληροφοριοδοτών και
μια προσωπικά ελεγχόμενη ομάδα από πρώην αγωνιστές της ΕΟΚΑ. Ουσιαστικά
δημιούργησε ένα παρακρατικό μηχανισμό ελέγχου πληροφοριών της πολιτικής ζωής
της Κύπρου (ακόμη και του Μακάριου!) δίπλα στον επίσημο κρατικό μηχανισμό του
οποίου ηγείτο. Η πολιτική του δύναμη μεγάλωσε ακόμη περισσότερο όταν ανέλαβε
και το υπουργείο Άμυνας (7 Απριλίου 1964) μετά τα γεγονότα του 1963-64. Σε αυτό
το διάστημα είχε σχέσεις με ξένες Μυστικές Υπηρεσίες που διατηρούσαν κλιμάκια
τους στην Κύπρο. Προσπάθησε να υπαγάγει υπό τις διαταγές του όχι μόνο τον
αρχηγό του κυπριακού στρατού («Εθνική Φρουρά») αλλά και την ελληνική μεραρχία
που έστειλε “μυστικά” ο Γ. Παπανδρέου στην Κύπρο το 1964 (βλ. Ζ2). Τότε ήταν
που άρχισε να αναπτύσσει σχέσεις με Ελλαδίτες αξιωματικούς, ανάμεσα σ' αυτούς
και με μετέπειτα μέλη της στρατιωτικής δικτατορίας της Ελλάδας. Η άφιξη του
στρατηγού Γρίβα στην Κύπρο για την ανάληψη της ηγεσίας των ενόπλων δυνάμεων (9
Ιουνίου 1964) σήμανε την ως ένα βαθμό απώλεια του ελέγχου του Γεωρκάτζη τον
στρατό καθώς ο Γρίβας προσπαθούσε να δημιουργήσει το δικό του δίκτυο.
Ο Γεωρκάτζης ήταν ο πρώτος από την
κυπριακή κυβέρνηση που μίλησε υπέρ της χούντας των συνταγματαρχών της Αθήνας
αλλά στη συνέχεια στράφηκε εναντίον της και προσπάθησε να στηρίξει αντιστασιακό
δίκτυο μέσω του φυγάδα Αλέξανδρου Παναγούλη στον οποίο είχε προσφέρει κρυφά
άσυλο στην Κύπρο. Η αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας του δικτάτορα Παπαδόπουλου
από τον Παναγούλη (13 Αυγούστου 1968) έφερε στην επιφάνεια τις δραστηριότητες
του Γεωρκάτζη εναντίον της χούντας με αποτέλεσμα να οδηγηθεί στην παραίτηση από
τα υπουργικά του καθήκοντα (2 Νοεμβρίου 1968).
Παρότι παραιτήθηκε από υπουργός
διατήρησε τον παρακρατικό μηχανισμό που είχε δημιουργήσει τα προηγούμενα χρόνια
και μαζί με τον Γλαύκο Κληρίδη ίδρυσαν το «Ενιαίον Κόμμα» (Φεβρουάριος 1969)
που ήταν μακαριακής κατεύθυνσης. Εντούτοις αρνήθηκε να διαλύσει την ενωτική
τρομοκρατική ε/κ οργάνωση «Εθνικόν Μέτωπον» (αρχές 1969 – Ιούνιος 1970), όπως
του είχε ζητήσει ο Μακάριος (στις τάξεις του Εθνικού Μετώπου» είχε εντάξει και
δικούς του ανθρώπους για να το παρακολουθεί). Παράλληλα με την φανερή πολιτική
του δράση ο Γεωρκάτζης ανέπτυξε ξανά σχέσεις με Ελλαδίτες αξιωματικούς που
υπηρετούσαν στην Κύπρο και ελέγχονταν από τον μετέπειτα «αόρατο δικτάτορα»
Δημήτριο Ιωαννίδη (ο οποίος είχε υπηρετήσει παλαιότερα στην Κύπρο). Μεταξύ των
αξιωματικών αυτών ήταν και ο συνταγματάρχης Δημήτριος Παπαποστόλου. Σε
συνεννόηση με τον Παπαποστόλου ο Γεωρκάτζης οργάνωσε απόπειρα δολοφονίας του
Μακάριου που έγινε το πρωί της 8ης Μαρτίου 1970. Η αποκάλυψη της συμμετοχής του
στην απόπειρα δολοφονίας τον απομόνωσε πολιτικά και μια εβδομάδα αργότερα
βρέθηκε δολοφονημένος, πιθανώς από τον Παπαστόλου ο οποίος δεν ήθελε ζωντανό το
Γεωρκάτζη για να μην αποκαλυφθεί η συμμετοχή της χούντας στην απόπειρα κατά της
ζωής του Μακάριου.
Σχέδιο
Ακρίτας
Απόρρητο σχέδιο που καταρτίστηκε το 1963
από τον τότε υπουργό Εσωτερικών Γεωρκάτζη ο οποίος ήταν ταυτοχρόνως και αρχηγός
παραστρατιωτικής ε/κ οργάνωσης («Οργάνωσις») με το ψευδώνυμο «Ακρίτας». Το
σχέδιο αυτό φαίνεται πως ήταν σε γνώση του Μακάριου. Το σχέδιο έγινε γνωστό το
1966 όταν το «διέρρευσε» -για δικούς του λόγους- ο στρατηγός Γρίβας.
Το σχέδιο είχε άμεση σχέση με την
πρόθεση του προέδρου Μακάριου να αναθεωρήσει τα 13 σημεία του Συντάγματος και
προέβλεπε την τακτική που θα ακολουθούσαν οι ε/κ σε περίπτωση αντίδρασης των
τ/κ. Μάλιστα σε περίπτωση γενικότερης σύγκρουσης προβλεπόταν ότι θα μπορούσε να
κηρυχθεί και η άμεση ένωση του νησιού με την Ελλάδα. Μέρος του σχεδίου τέθηκε
σε εφαρμογή κατά τις διακοινοτικές συγκρούσεις (1963-65) στις οποίες συμμετείχε
και η «Οργάνωσις» του Γεωρκάτζη.
Ζ2. Οι διακοινοτικές ταραχές 1963-64 (η
«τουρκανταρσία», οι «φασαρίες», τα «ματωμένα Χριστούγεννα»)
Στις αρχές Δεκεμβρίου του 1963, ο τ/κ
αντιπρόεδρος Κουτσιούκ απέρριψε τις προτάσεις του προέδρου Μακάριου για τα «13
σημεία» και οι δυο κοινότητες μπήκαν σε πορεία σύγκρουσης. Οι τ/κ υπουργοί ως
ένα μέτρο κατευνασμού ζήτησαν οι έλεγχοι στα αυτοκίνητα να διενεργούνται μόνο
από αστυνομικούς της ίδιας κοινότητας με τους επιβάτες, μέτρο που δεν δέχτηκε η
κυβέρνηση. Το Σάββατο 20 προς 21 Δεκεμβρίου 1963 ένας αστυνομικός έλεγχος σε
τ/κ αυτοκίνητο σε κεντρικό σημείο της Λευκωσίας είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο
δυο τ/κ που αρνήθηκαν τον έλεγχο. Τις επόμενες μέρες ακολούθησαν ένοπλες
συγκρούσεις μεταξύ τ/κ και ε/κ παρακρατικών ομάδων (ΤΜΤ από την μια πλευρά και
ομάδες ε/κ εθελοντών που είχαν οργανωθεί με βάση το σχέδιο Ακρίτας).Οι
αγριότητες που διαπράχθηκαν στις συγκρούσεις αυτές σημάδεψαν τις σχέσεις μεταξύ
των δύο κοινοτήτων. Μετά από συζητήσεις οι συγκρούσεις σταμάτησαν πρόσκαιρα
στις 30 Δεκεμβρίου οπότε και συμφωνήθηκε η ΕΛΔΥΚ και η ΤΟΥΡΔΥΚ να τεθούν υπό
βρετανική διοίκηση. Τότε ήταν που η Λευκωσία χωρίστηκε στα δύο με την “πράσινη
γραμμή”.
Οι διπλωματικές διαβουλεύσεις συνεχίστηκαν αλλά
τον Μάρτιο του 1964 συγκρούσεις επαναλήφθηκαν στην περιοχή της Πάφου και τον
Αύγουστο στην περιοχή της Τυλληρίας (στις συγκρούσεις αυτές συμμετείχε και η
Εθνική Φρουρά που είχε αρχίσει να συγκροτείται ως στρατός της Κυπριακής
Δημοκρατίας αλλά ουσιαστικά ήταν αποκλειστικά στρατός ε/κ ο οποίος σταδιακά
αντικαθιστούσε τις ομάδες των ε/κ εθελοντών του σχεδίου Ακρίτας με τακτικό
στρατό υποχρεωτικής θητείας αλλά με αποκλεισμό των τ/κ). Η Τουρκία ξεκίνησε
πολεμικές προετοιμασίες και μάλιστα συμμετείχε βομβαρδίζοντας ε/κ θέσεις. Δυο
φορές απειλήθηκε τουρκική εισβολή η οποία αποφεύχθηκε ύστερα από παρέμβαση του
προέδρου των ΗΠΑ Λύντον Τζόνσον μπροστά στον κίνδυνο διαλυτικής για το ΝΑΤΟ
ελληνοτουρκικής σύρραξης. Για την αποφυγή του ενδεχομένου αυτού προτάθηκε
συμφωνία που έμεινε γνωστή με τον όρο "σχέδια Άτσεσον". Τελικά τα σχέδια αυτά δεν
εφαρμόστηκαν αλλά οι πιέσεις τόσο από την Δύση όσο και από την ΕΣΣΔ (της οποίας ο Μακάριος
είχε δεχθεί με ευχαρίστηση την ανάμιξη στο κυπριακό παρότι το ΝΑΤΟ είχε
προσπαθήσει να το περιορίσει ως εσωτερικό του θέμα) προς την Τουρκία είχαν ως
αποτέλεσμα να διακοπούν οι εχθροπραξίες.
Ο απολογισμός των συγκρούσεων ήταν 364 νεκροί
τ/κ και 174 ε/κ. Περίπου 25 χιλ τ/κ (το ¼ των τ/κ) από 72 μικτά και 24 τ/κ χωριά
εγκατέλειψαν τα σπίτια τους. Πολλά τ/κ σπίτια λεηλατήθηκαν και καταστράφηκαν.
Οι μισοί σχεδόν τ/κ βρέθηκαν εγκλωβισμένοι σε θύλακες στο 5% του κυπριακού
εδάφους δημιουργώντας μια πρώτη μαγιά μιας ανεξάρτητης τ/κ επικράτειας. Από την
άλλη το κυπριακό κράτος έμεινε στα χέρια της ε/κ πλειονότητας ενώ ο Μακάριος
εξακολούθησε να αναγνωρίζεται ως ο νόμιμος αρχηγός του κυπριακού κράτους.
Τα γεγονότα αυτά οδήγησαν τον Έλληνα
πρωθυπουργό Γ. Παπανδρέου να στείλει “κρυφά” (η λέξη σε εισαγωγικά καθότι,
τελικά, η αποστολή ήταν γνωστή σε όλους τους εμπλεκόμενους και ουσιαστικά
εξασφάλιζε την παρουσία ΝΑΤΟϊκής στρατιωτικής δύναμης στην Κύπρο) στο νησί από
τον Απρίλιο μέχρι τον Οκτώβριο του 1964 μια μεραρχία 8,5 χιλιάδων ανδρών (3
συντάγματα πεζικού, 2 μοίρες καταδρομών και 2 ίλες αρμάτων). Η μεραρχία αυτή
ερχόταν να ενισχύσει την Εθνική Φρουρά αλλά και να ελέγξει τα εσωτερικά
πολιτικά πράγματα στην Κύπρο (την ίδια χρονιά ο Γ. Παπανδρέου είχε ρίξει στο
τραπέζι και την ιδέα της μονομερούς ένωσης μέσω πραξικοπήματος κάτι που είχε
απορριφθεί και από τον Γαρουφαλιά και από τον Γρίβα. Το πιθανότερο για να
επιβάλλει το σχέδιο Άτσεσον που προέβλεπε την ένωση με αντάλλαγμα να δοθεί ένα
μέρος της Κύπρου στην Τουρκία. Λέγεται μάλιστα ότι ο Γ. Παπανδρέου είχε πει
στον Μακάριο για το σχέδιο αυτό: «Μας προσφέρουν μια πολυκατοικία έναντι
αντιπαροχής ενός διαμερίσματος [στην Τουρκία]»).
Επτά χρόνια μετά τις συγκρούσεις του 1963-64 οι
τ/κ αποδέχτηκαν σχεδόν το σύνολο των «13 σημείων» που είχε υποβάλει ο Μακάριος.
(Η δολοφονία του ε/κ Κώστα Μισιαούλη και του τ/κ Ντερβίς Αλί Καβάζογλου από την ΤΜΤ στις 11.4.1965
Ζ3. Οι νέες συγκρούσεις του 1967 – Τα
γεγονότα της Κοφίνου
Τα επόμενα τρία χρόνια κύλησαν με σχετική
ηρεμία έστω και αν οι τ/κ είχαν επιλέξει -και ταυτοχρόνως αναγκαστεί- να
περιοριστούν σε θύλακες όπου ανέπτυσσαν τα δικά τους δίκτυα εξουσίας. Οι ε/κ
από την άλλη πλευρά είχαν καταλάβει όλους τους αρμούς της εξουσίας της
Κυπριακής Δημοκρατίας. Το νέο δεδομένο πλέον ήταν η ανάληψη της εξουσίας στην
Αθήνα από την στρατιωτική δικτατορία της ομάδας Γ. Παπαδόπουλου. Αυτό άλλαζε
τις ισορροπίες στην ε/κ πλευρά καθώς ο Μακάριος εξασθενούσε σε σχέση με τους
ενωτικούς που έβρισκαν μεγαλύτερη υποστήριξη από την κυβέρνηση των Αθηνών.
Μάλιστα η αντιμακαριακοί, εντός και εκτός Κύπρου, αποκτούσαν και το πάνω χέρι
στον έλεγχο των στρατιωτικών μονάδων του νησιού: η ελληνική μεραρχία και η
ΕΛΔΥΚ ελέγχονταν 100% από την χούντα ενώ η Εθνική Φρουρά ελεγχόταν σε σημαντικό
βαθμό από Ελλαδίτες και ε/κ ενωτικούς.
Το καλοκαίρι του 1967, στην προσπάθεια της
κυβέρνησης των Αθηνών να αποκτήσει μια κάποια νομιμοποίηση, προκάλεσε μια
συνάντηση σε ανώτατο επίπεδο με την κυβέρνηση Ντεμιρέλ στα ελληνοτουρκικά
σύνορα (πραγματοποιήθηκε στις 9 και 10 Σεπτεμβρίου) με θέμα το κυπριακό ζήτημα
και μάλιστα παραγκωνίζοντας την νόμιμη κυπριακή κυβέρνηση. Η συνάντηση αυτή
απέτυχε παταγωδώς παγιώνοντας την άτυπη διχοτόμηση της Κύπρου και τις κακές
σχέσεις Λευκωσίας-Αθηνών. Το χειρότερο: έδωσε την ευκαιρία στους τ/κ να
δημιουργήσουν νέα επεισόδια στο χωριό Κοφίνου (Νοέμβριος 1967) κόβοντας την
επικοινωνία Λευκωσίας-Λεμεσού. Η επέμβαση της Εθνικής Φρουράς είχε ως
αποτέλεσμα τον θάνατο 25 τ/κ (και ενός ε/κ). Η αντίδραση της Τουρκίας ήταν
ακαριαία. Μάλιστα η τουρκική εθνοσυνέλευση εξουσιοδότησε την κυβέρνηση Ντεμιρέλ
να στείλει στρατιωτικές δυνάμεις και εκτός τουρκικών συνόρων (ουσιαστικά έδινε
το πράσινο φως για τουρκική επέμβαση στην Κύπρο).
Επιχείρηση
«ΓΡΟΝΘΟΣ» - Κοφίνου 1967
Η απειλή της τουρκικής εισβολής ανάγκασε την
κυβέρνηση των Αθηνών σε αναδίπλωση και στην εγκατάλειψη των σχεδίων για άμεση
ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Τα γεγονότα της Κοφίνου οδήγησαν
α) στην απομάκρυνση της ελληνικής μεραρχίας
δίνοντας ανάσες στον Μακάριο αλλά και αδυνατίζοντας την αμυντική ικανότητα των
ε/κ
β) στην παραίτηση του Γρίβα από την αρχηγία των
ενόπλων δυνάμεων (την οποία είχε αναλάβει στις 9 Ιουνίου 1964) και την
επιστροφή του στην Αθήνα στις 18/11/1967
γ) στην ανακήρυξη από τους τ/κ της «Προσωρινής
Τουρκοκυπριακής Διοίκησης» (29/12/1967)
δ) στην υιοθέτηση του νέου δόγματος του Μακαρίου
(12/1/1968) σύμφωνα με το οποίο μπορεί το ευκταίο να ήταν η Ένωση αλλά, λόγω
των εσωτερικών και διεθνών ισορροπιών, η εφικτή πολιτική ήταν η πολιτική της
ανεξαρτησίας της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ουσιαστικά, ο Μακάριος είχε περάσει
από την αρχική ε/κ θέση περί άμεσης Ενώσεως στην πολιτική που θα οδηγούσε
σταδιακά στην Ένωση για να καταλήξει στην λύση της ανεξάρτητης Κυπριακής
Δημοκρατίας. Η θέση του αυτή επικυρώθηκε με την κατά κράτος νίκη του στις
προεδρικές εκλογές του Φεβρουαρίου του 1968 τις οποίες, υποστηριζόμενος και από
το ΑΚΕΛ, κέρδισε με ποσοστό πάνω από 96%!
Εκλογές 1968: Κηλίδα στη Δημοκρατία
Κύπρος: Οι προεδρικές εκλογές από το 1959 μέχρι το 2013