Τρίτη 4 Νοεμβρίου 2025

Η δημοσιονομική πολιτική της κυβέρνησης

 

Κάθε χρόνο τέτοια εποχή η κυβέρνηση παρουσιάζει τον νέο Προϋπολογισμό του κράτους στον οποίο καθρεφτίζεται η βασική οικονομική πολιτική της χώρας. Είναι μια ευκαιρία να ρίξουμε μια ματιά στις βασικές γραμμές πάνω στις οποίες κινείται δημοσιονομικά η κυβέρνηση της ΝΔ.

Θα ξεκινήσουμε περιγράφοντας με απλά λόγια τι υποδηλώνουν οι τίτλοι των εσόδων και των δαπανών που εμφανίζονται στον κρατικό προϋπολογισμό.

 

Έσοδα

Κοινωνικές εισφορές

Περιλαμβάνονται κυρίως οι εισφορές των εργαζόμενων για παροχές υγείας από το Δημόσιο.

Μεταβιβάσεις

Σε αυτή την κατηγορία περιλαμβάνονται κυρίως τα έσοδα του προϋπολογισμού δημοσίων επενδύσεων από:

• το συγχρηματοδοτούμενο σκέλος

• μέρος του εθνικού σκέλους ύψους

• το Ταμείο Ανάκαμψης-ΤΑΑ (δαπάνες μείον τον ΦΠΑ).

Πωλήσεις αγαθών και υπηρεσιών

Περιλαμβάνονται κυρίως τα έσοδα από παράβολα, μισθώματα κτηρίων και υποδομών καθώς και από προμήθειες λόγω παροχής εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου.

Λοιπά τρέχοντα έσοδα

Η κατηγορία αυτή περιλαμβάνει διάφορες κατηγορίες εσόδων, με κυριότερες τους τόκους καταθέσεων του Ελληνικού Δημοσίου, τα μερίσματα από τη συμμετοχή του Ελληνικού Δημοσίου στο μετοχικό κεφάλαιο διαφόρων εταιρειών, τους τόκους από ομόλογα που κατέχει το Ελληνικό Δημόσιο, τις διάφορες κατηγορίες προστίμων και προσαυξήσεων, το μεγαλύτερο ποσοστό των εσόδων του εθνικού σκέλους του προϋπολογισμού δημοσίων επενδύσεων, το οποίο προέρχεται κυρίως από επιστροφές ποσών από Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου (ΝΠΔΔ) για εκτέλεση έργων επενδύσεων καθώς και τις επιστροφές ιδίων πόρων από την ΕΕ.

Πωλήσεις παγίων περιουσιακών στοιχείων

Αφορά κυρίως σε έσοδα από την αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας του Ελληνικού Δημοσίου, μέσω της διαδικασίας αποκρατικοποιήσεων από το Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ).

Επιστροφές εσόδων

Οι επιστροφές αχρεωστήτως εισπραχθέντων εσόδων (κυρίως επιστροφές ΦΠΑ και φόρου εισοδήματος)

 

Πληροφοριακά στοιχεία

- Έσοδα ΑΠΔΕ εκτός ΤΑΑ

Περιλαμβάνονται στις κατηγορίες «Μεταβιβάσεις» και «Λοιπά τρέχοντα έσοδα»

- Έσοδα ΤΑΑ

Τα έσοδα του ΤΑΑ περιλαμβάνονται στην κατηγορία «Μεταβιβάσεις»

 

Δαπάνες

Παροχές σε εργαζόμενους

Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονται οι κάθε είδους αποδοχές τακτικών υπαλλήλων (μόνιμων και ΙΔΑΧ), υπαλλήλων με σχέση εργασίας ορισμένου χρόνου (μέχρι και οι παροχές κληρωτών) και αιρετών, οργάνων διοίκησης καθώς και οι αντίστοιχες εργοδοτικές εισφορές. Σε αυτές τις δαπάνες δεν περιλαμβάνονται οι μισθοί κλπ των εργαζομένων σε ΝΠΔΔ, ΟΚΑ και ΟΤΑ.

Κοινωνικές Παροχές

Οι δαπάνες της κατηγορίας αυτής περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, το επίδομα θέρμανσης, τις συντάξεις που καταβάλλονται απευθείας από το κράτος (άρθρο 4 παρ.3 του ν.4387/2016, Α’ 85) καθώς και τις λοιπές παροχές κοινωνικής πρόνοιας σε είδος και σε χρήμα. (ενδεικτικά, το 2024, το ύψος των εν λόγω δαπανών εκτιμάται στο ποσό των 346 εκατ. ευρώ).

Μεταβιβάσεις

Οι μεταβιβαστικές πληρωμές περιλαμβάνουν επιχορηγήσεις και αποδόσεις σε υποτομείς της Γενικής Κυβέρνησης, όπως τους ΟΤΑ και τους ΟΚΑ, τα νοσοκομεία, τις δομές Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (ΠΦΥ) καθώς και σε λοιπούς φορείς εντός και εκτός Γενικής Κυβέρνησης, σε οργανισμούς του εξωτερικού και στην ΕΕ. Επίσης, περιλαμβάνονται οι επιχορηγήσεις για επενδύσεις, οι καταπτώσεις εγγυήσεων, οι αναλήψεις χρεών φορέων της Γενικής Κυβέρνησης καθώς και οι αποζημιώσεις λόγω δικαστικών αποφάσεων.

Αγορές αγαθών και υπηρεσιών

Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονται δαπάνες καταναλωτικού χαρακτήρα (ενδεικτικά για το 2024 δαπάνες αυτές εκτιμώνται σε 2.257 εκατ. ευρώ,

Επιδοτήσεις

Περιλαμβάνονται κυρίως οι επιδοτήσεις προς την ΤΡΑΙΝΟΣΕ ΑΕ και τα Ελληνικά Ταχυδρομεία (ΕΛΤΑ) για την καθολική ταχυδρομική υπηρεσία (για το 2024 περίπου 76 εκατ. Ευρώ).

Τόκοι (σε ακαθάριστη βάση)

Από τους τόκους αυτούς αφαιρούνται οι τόκοι που εισπράττουν οι διάφοροι Φορείς της Γενικής Κυβέρνησης (από διάφορα δάνεια που έχουν δώσει στην Κυβέρνηση) και προκύπτει το κονδύλι «καθαροί τόκοι».

Λοιπές δαπάνες

Οι λοιπές δαπάνες περιλαμβάνουν κυρίως τη δαπάνη για τις επιστροφές στην ΕΕ από ανεκτέλεστα προγράμματα καθώς και τη δαπάνη για τα πρόστιμα προς την ΕΕ.

Πιστώσεις υπό κατανομή

Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονται κυρίως οι δαπάνες του ΑΠΔΕ* και των αποθεματικών του κρατικού προϋπολογισμού (παρ.1 και 8 του άρθρου 59 του ν.4270/2014) και για το 2025 στα 17.602 εκατ. ευρώ).

(για το 2024 το συνολικό ποσό για την κατηγορία αυτή εκτιμάται σε 14.365 εκατ. ευρώ:

• οι δαπάνες του εθνικού και συγχρηματοδοτούμενου σκέλους του ΑΠΔΕ ύψους 9.850 εκατ. ευρώ,

• οι δαπάνες του σκέλους επιχορηγήσεων του ΤΑΑ, ύψους 3.300 εκατ. ευρώ,

• οι δαπάνες για νέες προσλήψεις προσωπικού του οποίου η μισθοδοσία καλύπτεται από τον τακτικό προϋπολογισμό και για λοιπές μισθολογικές δαπάνες, συνολικού ύψους 108 εκατ. ευρώ,

• δαπάνες ύψους 149 εκατ. ευρώ, εγγεγραμμένες από την έκτακτη Προσωρινή Συνεισφορά Αλληλεγγύης του φορολογικού έτους 2022, η οποία επιβλήθηκε σε εταιρείες με οικονομικές δραστηριότητες στους τομείς της εξόρυξης λιθάνθρακα και λιγνίτη, της άντλησης αργού πετρελαίου και φυσικού αερίου, της παραγωγής προϊόντων οπτανθρακοποίησης και διύλισης πετρελαίου και

• δαπάνες ύψους 85 εκατ. ευρώ για τη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών).

Αγορές παγίων περιουσιακών στοιχείων

Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονται οι αγορές πάγιου εξοπλισμού των φορέων της Κεντρικής Διοίκησης και οι φυσικές παραλαβές οπλικών συστημάτων.

Πληροφοριακά Στοιχεία:

Δαπάνες ΑΠΔΕ εκτός ΤΑΑ (το 2024 οι εν λόγω δαπάνες ανήλθαν σε 9.850 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων ποσό ύψους 7.100 εκατ. ευρώ αφορά σε έργα που συγχρηματοδοτούνται από την ΕΕ και ποσό ύψους 2.750 εκατ. ευρώ αφορά σε έργα που χρηματοδοτούνται αμιγώς από εθνικούς πόρους).

Δαπάνες ΤΑΑ Οι δαπάνες που χρηματοδοτούνται από το σκέλος των επιχορηγήσεων του ΤΑΑ.

 

* Το ΑΠΔΕ («Αναπτυξιακό Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων»), είναι το κύριο εργαλείο της χώρας για τη χρηματοδότηση έργων που συμβάλλουν στην αύξηση της οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης, όπως υποδομές (δρόμοι, νοσοκομεία, σχολεία) και δράσεις για τον περιορισμό κοινωνικού αποκλεισμού ή την αποκατάσταση φυσικών καταστροφών. Χρηματοδοτείται μέσω του Κρατικού Προϋπολογισμού και υλοποιείται σε εθνικό και συγχρηματοδοτούμενο σκέλος.

 

Ας περάσουμε τώρα στην σύγκριση των προϋπολογισμών του 2019 με τους προϋπολογισμούς της ΝΔ (για το έτος 2024 εκτίμηση εκτέλεσης, για το 2025 πρόβλεψη)


 Εικόνα 1. Προϋπολογισμοί 2019 και 2022-25

 

Τι βλέπουμε από την σύγκριση των ετών διακυβέρνησης της ΝΔ ως προς το 2019:

Το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 35% (ή κατά ~13% αν αφαιρέσουμε τον πληθωρισμό)

Κατά το ίδιο ποσοστό αυξήθηκαν και τα καθαρά φορολογικά έσοδα (μετά την αφαίρεση των επιστροφών φόρου). Η αύξηση οφείλεται περισσότερο στην αύξηση των έμμεσων φόρων που έχουν την υψηλότερη αναλογία στην ΕΕ.

Το κονδύλι των τόκων (σε ακαθάριστη βάση) έχει αυξηθεί κατά 46%, πολύ πάνω από την αύξηση τόσο του ΑΕΠ όσο και των δημοσίων εσόδων.

Σημαντικά έχουν αυξηθεί τα έσοδα από ΠΔΕ και ΤΑΑ πολύ περισσότερο όμως οι αντίστοιχες δαπάνες. Το αποτέλεσμα είναι να έχει δημιουργηθεί ένα μεγάλο έλλειμμα στο ισοζύγιο αυτών ακριβώς των δαπανών.

 

►Οι μισθοί   

Το σύνολο των μισθών ΔΥ, αιρετών και οργάνων διοίκησης (μαζί με τις εργοδοτικές εισφορές) συμπεριλαμβανομένων των ΝΠΔΔ, ΟΤΑ, ΟΚΑ και επαναταξινομημένων ΔΕΚΟ (ΟΣΕ, ΕΡΤ, ΕΛΒΟ, ΕΑΒ, ΟΠΕΚΕΠΕ κλπ) αυξήθηκε κατά 19,8% δηλαδή λίγο κάτω από τον πληθωρισμό. Ως ποσοστό του ΑΕΠ αυτές οι δαπάνες μειώθηκαν από το 9,56% στο 8,48%. Όμως οι ατομικοί μισθοί της πλειονότητας των ΔΥ έχουν αυξηθεί πολύ λιγότερο από τον πληθωρισμό με αποτέλεσμα οι «Μέσες αποδοχές των δημοσίων υπαλλήλων στην κεντρική δημόσια διοίκηση» να έχουν πέσει στην τελευταία θέση στην ΕΕ: από 1011,8€ το 2019 ανέβηκαν μόλις στα 1138€ δλδ αυξημένες κατά 12,5% ενώ μόνο για να διατηρηθεί η αγοραστική τους δύναμη θα έπρεπε να έχουν αυξηθεί κατά 17% από το 2019. Η μείωση του πραγματικού μισθού των ΔΥ (πλην κάποιων τομέων του κράτους) είναι μόνιμη κατάσταση από το 2009 και εξακολουθεί και μειώνεται και μετά το 2015 με εργαλείο τον πληθωρισμό. Στον παρακάτω πίνακα βλέπουμε τον μέσο ονομαστικό μισθό από το 2015 μέχρι το 2024 όπως τον δίνει η EUROSTAT και την τιμή που θα είχε ο μισθός αν απλώς αυξανόταν με βάση τον πληθωρισμό. Έτσι ο μισθός των 1081,6€ του 2015 θα έπρεπε να έχει φτάσει το 2024 στα 1279,5€ για να μην χάσει την αγοραστική του δύναμη.   

(Σε αντιπαραβολή, στην Πορτογαλία ο μισθός έχει ανέβει από τα 1467€ το 2015 στα 1860€ το 2024 ενώ αν αυξανόταν μόνο με βάση τον πληθωρισμό θα έπρεπε να είχε τιμή 1760€)

Πίνακας 1. Μέσος καθαρός μισθός, ονομαστική τιμή και πληθωρισμένη τιμή με βάση τον επίσημο ΔτΚ


 Εικόνα 2. Μέσος καθαρός μισθός ΔΥ στην Κεντρική Διοίκηση

 

Εικόνα 3. Μέσος καθαρός μισθός ΔΥ στην Κεντρική Διοίκηση και πραγματικό ΑΕΠ κατά κεφαλήν (την περίοδο 2019-25 ο μεν μισθός αυξήθηκε 5,2% ενώ το πραγμτικό ΑΕΠ κατά κεφαλήν 18,1%. Στην ΕΕ τα αντίστοιχα ποσοστά ήταν 29,8% και 12,9%)

Η ίδια εικόνα για τους ατομικούς μισθούς προκύπτει και με βάση το Ενιαίο Μισθολόγιο (δεν περιλαμβάνονται σε αυτό τα Ειδικά Μισθολόγια ιατρών, ενστόλων, δικαστών, διπλωματών και καθηγητών ΑΕΙ). Ας το δούμε στην περίπτωση ενός πτυχιούχου ΔΥ ο οποίος το 2019 βρισκόταν στο 8ο μισθολογικό κλιμάκιο (ΜΚ) και είχε (μικτό) μισθό 1505€ σύμφωνα με το Μισθολόγιο του 2016. Ο ίδιος, το 2025, ανέβηκε λόγω “ωρίμανσης” στο 11ο ΜΚ στο οποίο ο μισθός είχε προβλεφθεί το 2016 να βρίσκεται στα 1682€. Λόγω πληθωρισμού όμως τα 1682€, για να διατηρήσουν την αγοραστική δύναμη του 2016, θα έπρεπε να έχουν γίνει 2029€. Με το μισθολόγιο του 2025 όμως, που θέσπισε η ΝΔ, παίρνει μόλις 1782€ (έναντι των 2029€ που θα έπρεπε να πάρει), δλδ έχει χάσει το 12% της αγοραστικής δύναμης του παλαιού Μισθολογίου. Πρακτικά όλα τα ΜΚ, παρά τις (γλίσχρες) αυξήσεις της περιόδου 2023-25, έχουν απωλέσει ένα ~12% της αγοραστικής τους δύναμης.

Πίνακας 2. Απώλεια αγοραστικής δύναμης μισθού λόγω πληθωρισμού

 

Τι έχει συμβεί όμως και το μισθολογικό κόστος έχει πέσει «μόνο» από το 9,56% του ΑΕΠ στο 8,48% αφού η μείωση της αγοραστικής δύναμης είναι πολύ μεγαλύτερη; Ένα μέρος της απάντησης είναι ότι η κυβέρνηση έχει δώσει μεγαλύτερες αυξήσεις στα Ειδικά Μισθολόγια, στους κατέχοντες θέσεις ευθύνης δλδ τμηματάρχες, διευθυντές, γενικούς διευθυντές (τα σχετικά επιδόματα θέσεων ευθύνης έχουν αυξηθεί κατά ~50% από το 2016) και επιδόματα ή/και πλασματικές υπερωρίες σε διάφορους Φορείς (πχ Ανεξάρτητες Αρχές, Υπ. Ψηφιακής Διακυβέρνησης, ΔΙΜΕΑ/Υπ. Ανάπτυξης κλπ). Το άλλο μέρος της απάντησης είναι ότι έχει προχωρήσει σε προσλήψεις συμβασιούχων (αναφέρονται ως «μη τακτικό προσωπικό») μεταξύ των οποίων και ανέργους προγραμμάτων του ΟΑΕΔ ώστε να δημιουργήσει πελατειακά δίκτυα για εκλογική εκμετάλλευση. Ουσιαστικά αντί να δώσει αυξήσεις στο ύψος του πληθωρισμού κλέβει από την μεγάλη μάζα των πολιτικών ΔΥ και με τα χρήματα εξαγοράζει ψήφους από τα Ειδικά Μισθολόγια, τους προϊσταμένους (ανέρχονται στα 65 χιλ άτομα) και εξαγοράσιμους φουκαράδες του ΙΤ που τους “απασχολεί” με ολιγόμηνης διάρκειας συμβάσεις εργασίας.


Πίνακας 3. Πληθυσμός ΔΥ, αιρετών και οργάνων διοίκησης

 

►ΠΔΕ και ΤΑΑ

Η δεύτερη προτεραιότητα της κυβέρνησης είναι η επιδότηση των ιδιωτικών επιχειρήσεων μέσω του ΠΔΕ κα του ΤΑΑ για να αυξηθούν οι επενδύσεις της χώρας (ως γνωστόν ο Έλληνας αρέσκεται να παριστάνει τον επενδυτή με τα λεφτά των άλλων) συντηρώντας ένα σταθερά υψηλό έλλειμμα στο άθροισμα ΠΔΕ+ΤΑΑ της τάξης των 5-6 δισ. κάθε χρόνο.  

Με την τακτική αυτή η κυβέρνηση προσπαθεί αφενός να δείξει ότι αυξάνουν οι επενδύσεις στην ελληνική οικονομία και αφετέρου να δώσει ώθηση στην ανάπτυξη. Εναλλακτικά θα μπορούσε να μην έχει έλλειμμα από ΠΔΕ+ΤΑΑ και τα χρήματα αυτά να τα δίνει για να μειώνει την ονομαστική τιμή του δημόσιου χρέους. Συνειδητά όμως δημιουργεί έλλειμμα από ΠΔΕ+ΤΑΑ κρατώντας σταθερή την ονομαστική τιμή του δημόσιου χρέους ώστε, τελικά να συντηρείται μια μεγέθυνση της οικονομίας στο ~2,5% και ταυτοχρόνως να μειώνεται το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ ενώ την ίδια στιγμή εξάγονται τα πρωτογενή πλεονάσματα με τα οποία πληρώνονται οι τόκοι. 



Συμπερασματικά:

Μειώνοντας τους πραγματικούς μισθούς των ΔΥ για να χρηματοδοτηθεί η εξαγορά ψήφων μέσω «μαδουροεπιδομάτων», 

ταυτοχρόνως δημιουργείται (συνειδητά) μικρό δημοσιονομικό έλλειμμα μέσω των ελλειμμάτων σε ΠΔΕ+ΤΑΑ ώστε να συντηρείται 

α) μικρή μόνο αύξηση (ή σταθεροποίηση) της ονομαστικής τιμής του δημοσίου χρέους και 

β) παράλληλη αύξηση του ΑΕΠ και των επενδύσεων ώστε να μειώνεται το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ.

 

►Οι συντάξεις  

Οι συντάξεις είναι άλλο ένα «καυτό» πεδίο του προϋπολογισμού καθώς αποτελεί σημαντικό μέρος των δημόσιων δαπανών. Ταυτοχρόνως όμως οι συνταξιούχοι αποτελούν και μια μεγάλη δεξαμενή ψήφων αφού αποτελούν περίπου το 25% του πληθυσμού και ακόμη μεγαλύτερο ποσοστό του εκλογικού σώματος. Ας δούμε την εικόνα για το 2019 και για το 2025* (με βάση τα στοιχεία από το Σύστημα συντάξεων Ήλιος).

Έτος

2019

2025

Μεταβολή (%)

Συνταξιούχοι

2.529.331

2.506.490

-0,9%

Κύριες συντάξεις (€)

24.055.939.388

29.048.064.745

20,8%

Επικουρικές συντάξεις (€)

2.567.599.892

3.254.079.156

26,7%

Μερίσματα (€)

478.688.980

594.416.052

24,2%

Σύνολο

27.104.757.591

32.899.066.444

21,4%

Από τον κρατικό π/υ

13.950.000.000

15.521.000.000

11,3%

 

Ποσοστό συντάξεων στο ΑΕΠ

14,8%

13,3%

 

Ποσοστό επιχορήγησης συντάξεων % του ΑΕΠ

7,6%

6,3%

 

*Για το 2025 τα στοιχεία προκύπτουν από τις πραγματοποιήσεις του οκταμήνου Ιανουαρίου-Αυγούστου ενώ συμπληρώνονται από μια προβολή για την περίοδο Σεπτεμβρίου-Δεκεμβρίου.      

Πίνακας 4. Αριθμός συνταξιούχων και συνταξιοδοτικές δαπάνες 2019 και 2025

Και εδώ φαίνεται μείωση του συνταξιοδοτικού κόστους από το 14,8% του ΑΕΠ το 2019 στο 13,3% το 2025 προσεγγίζοντας τον ευρωπαϊκό μ.ο. (~12,5% του ΑΕΠ) με ταυτόχρονη μείωση της επιχορήγησης των συντάξεων από τον προϋπολογισμό ως ποσοστό του ΑΕΠ.     

  

Ας δούμε και στην πράξη πως εκτελέστηκε ο κρατικός προϋπολογισμός το πρώτο εξάμηνο του 2025 και πως η εκτέλεση του υπάκουσε στις προτεραιότητες που περιγράψαμε παραπάνω:


 Πίνακας 5. Εκτέλεση προϋπολογισμού πρώτου εξαμήνου του 2025

 

►Το δημόσιο χρέος

Στην λογική της κυβέρνησης (και προφανώς των δανειστών που την ελέγχουν) φαίνεται πως δεν είναι η μείωση της ονομαστικής τιμής του δημοσίου χρέους αλλά η συντήρηση του σε σταθερά επίπεδα με ταυτόχρονη αύξηση του ΑΕΠ ώστε να μειώνεται ο λόγος χρέους/ΑΕΠ και ταυτοχρόνως να πληρώνονται οι τόκοι.

Εδώ έχουμε δυο παρατηρήσεις.

Η πρώτη είναι ότι η τακτική της συντήρησης του χρέους «έσπασε» την περίοδο του κορονοϊού όπου η κυβέρνηση αναγκάστηκε να δημιουργήσει ελλείμματα τα οποία κάλυψε με εσωτερικό δανεισμό από κρατικά Νομικά Πρόσωπα (αν και με μεθόδους αδιαφανείς που από τότε δεν έχει εξηγήσει επαρκώς).

Η δεύτερη αφορά στην απόκρυψη του συνολικού δημόσιου χρέους καθώς παρουσιάζεται το Χρέος Γενικής Κυβέρνησης το οποίο είναι ουσιαστικά το χρέος προς τους δανειστές του εξωτερικού (Κράτη και ιδιώτες) και τους ιδιώτες δανειστές εσωτερικού ενώ το πραγματικό δημόσιο χρέος είναι το Χρέος Κεντρικής Διοίκησης (είναι αυτό που το 2009 ανερχόταν στα 300 δις και μας έβαλε στα μνημόνια ευρωλιτότητας). Το χρέος αυτό σήμερα ξεπερνά τα 400 δις (το 2019 ανερχόταν στα 356 δις) και μάλιστα δεν έχουν συμπεριληφθεί σε αυτά και οι αναβαλλόμενοι τόκοι (το 2032, οπότε «ξαφνικά» θα εμφανιστούν οι τόκοι αυτοί ως επιπλέον χρέος, αναμένεται να έχουν ανέλθει στα ~25δις).

Με την αναφορά στο χρέος Γενικής Κυβέρνησης –αντί του χρέους Κεντρικής Διοίκησης, όπως γινόταν παλαιά- επιτυγχάνεται και η δημιουργία της εικόνας του «θαύματος» της κυβέρνησης Μητσοτάκη στην διαχείριση του Δημόσιου Χρέους.   


 Εικόνα 4. Χρέος Κεντρικής Διοίκησης 2023 και 2024

 


Εικόνα 5. Χρέος Κεντρικής Διοίκησης vs Χρέος Γενικής Κυβέρνησης (δεν περιλαμβάνεται το χρέος που οφείλεται στους αναβαλλόμενους τόκους) 


 Εικόνα 6. Χρέος Κεντρικής Διοίκησης και Γενικής Κυβέρνησης 2009

Η κυβέρνηση, με την βοήθεια των δανειστών, προσπαθεί να παρουσιάσει μια βολική εικόνα για την ελληνική οικονομία ενώ είναι γνωστό πως με εξαίρεση το πλουσιότερο τμήμα του πληθυσμού οι υπόλοιπος κόσμος τα φέρνει δύσκολα βόλτα στην καθημερινή του ζωή. Ξεκινώντας με βασικές προτεραιότητες την εξυπηρέτηση του χρέους και την αύξηση των εισοδημάτων του κεφαλαίου και τηςανώτερης μεσαίας τάξης οι προϋπολογισμοί της χώρας είναι προσαρμοσμένοι ακριβώς σε αυτές τις δυο προτεραιότητες. Όμως ο κίνδυνος μιας ύφεσης, το σαθρό οικονομικό μοντέλο, η εξάρτηση από τα ευρωπαϊκά Ταμεία, η έλλειψη παραγωγικών επενδύσεων και το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών που επιμένει καθιστούν την «βολική εικόνα» επισφαλή ενόσω η χώρα κατρακυλά σε όλους τους δείκτες σε μια προβληματική ΕΕ που σιγοβράζει μέσα στα προβλήματα της.      

 

Σχετικά:

1. Επικίνδυνες μέρες για το (ελληνικό) Ταμείο Ανάκαμψης και τον Προϋπολογισμό

2. Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας: η ελληνική περίπτωση

3. Δημόσιες επενδύσεις και αναπτυξιακοί κύκλοι

4. Στα 31,3 δισ οι δημόσιες επενδύσεις την διετία 2025-2026

5. Το μεγάλο έλλειμμα των επενδύσεων

6. Λειτουργική ταξινόμηση δημοσίων δαπανών: τι χρηματοδοτεί το ελληνικό κράτος 



 

 

Τα «κλεμμένα»

Θεωρητικά, οι απαιτούμενες επενδύσεις για την κάλυψη αναγκών όπως η αύξηση του σχηματισμού κεφαλαίου μιας χώρας και η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής μπορούν να χρηματοδοτηθούν, εφόσον η εθνική αποταμίευση δεν επαρκεί, από τις αποταμιεύσεις των ξένων με εξωτερικό δανεισμό. Στην οικονομική ιστορία υπάρχουν πολλές περιπτώσεις χωρών, οι οποίες διατήρησαν για κάποια χρόνια υψηλούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης μέσω του εξωτερικού δανεισμού και η Ελλάδα ήταν μια απ’ αυτές πριν την τελευταία παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση. Όμως καμιά χώρα δεν κατάφερε να διατηρήσει υψηλούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης για πολλά χρόνια ενώ έκανε χρήση υπερβολικού δανεισμού από το εξωτερικό. Ειδικότερα στην Ελλάδα, όλες οι χρεοκοπίες ήταν αποτέλεσμα της υπέρμετρης στήριξης από την ξένη αποταμίευση για να χρηματοδοτήσει την ανάπτυξή της.

Σύμφωνα με τη διαδεδομένη αντίληψη ακαδημαϊκών οικονομολόγων, αλλά και πεποίθηση αξιωματούχων του ΔΝΤ, ελλείμματα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών που υπερβαίνουν το 4-5% του ΑΕΠ για διάστημα πέραν των 5-6 ετών θεωρούνται υπερβολικά –ιδιαίτερα για χώρες των οποίων το καθαρό εξωτερικό χρέος υπερβαίνει το 50-60% του ΑΕΠ.

Για παράδειγμα, ακόμη και στην περίπτωση των ΗΠΑ με καθαρό εξωτερικό χρέος περίπου 25% του ΑΕΠ όταν τα ελλείμματα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών ήταν μεταξύ 5% και 6% του ΑΕΠ την περίοδο 2004-2007, υπήρξαν μελέτες που αμφισβήτησαν τη δυνατότητα χρηματοδότησης της Αμερικανικής οικονομίας αν τα ελλείμματα αυτά δεν περιορίζονταν (Obstfeld and Rogoff 2007) –έκτοτε το έλλειμμα έχει περιορισθεί κατά μέσο όρο σε επίπεδα κάτω από 3% του ΑΕΠ.

Η περίπτωση της Ελλάδας συμβαδίζει απόλυτα με τα ευρήματα των Cavallo et al. (2018), σύμφωνα με τα οποία συνεχή και μεγάλα ελλείμματα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών εκθέτουν τις χώρες στον κίνδυνο απότομης διακοπής της χρηματοδότησης από το εξωτερικό, με συνέπεια την αντιστροφή της αναπτυξιακής τους πορείας.

The Eurobank Research Bulletin, «Η αποταμίευση στην Ελλάδα (ή γιατί δεν αποταμιεύουμε)»

 

Πέμπτη 2 Οκτωβρίου 2025

Τεχνική εικόνα του ΓΔ

Η σημερινή -σύντομη- ανάρτηση δεν έχει να αναφέρει κάποιο νέο πωλητικό σήμα από το σύστημα μου (εδώ) που βρίσκεται εδώ και καιρό σε αγοραστική θέση, αλλά να δώσει την βασική εικόνα του ΓΔ.

Ξεκινώντας από το μηνιαίο διάγραμμα είναι φανερό -και σημαντικό- το πλαγιοανοδικό κανάλι διάρκειας έντεκα μηνών που συνοδεύει με ακρίβεια την άνοδο του ΓΔ και την διάσπαση παλαιών υψηλών, των τελευταίων πριν ξεκινήσει η τραυματική μνημονιακή πορεία της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας. Ο τρέχων μήνας (σημειωμένος με κύκλο) βρίσκεται σε αναμέτρηση με την γραμμή στήριξης του καναλιού αυτού και ως εκ τούτου είναι προφανής η σημασία του.  



Το κανάλι αυτό φαίνεται και στο εβδομαδιαίο διάγραμμα που ακολουθεί. Δυο φορές, μια τον Μάρτιο και μια τον Ιούνιο τα εβδομαδιαία κεριά έπεσαν κάτω από την γραμμή στήριξης αλλά τελικά οι αγοραστές κράτησαν την τάση. Άλλη μια φορά, τον Αύγουστο, έγινε προσωρινή υπέρβαση της γραμμής αντίστασης του καναλιού από τα εβδομαδιαία κεριά αλλά στο τέλος του μήνα το μηνιαίο κλείσιμο είχε επανέλθει στο ενδεκάμηνο κανάλι.



Τέλος, στο ημερήσιο διάγραμμα, μετά το υψηλό της 14 Αυγούστου, έχουν σημασία δυο σημεία:

- το πρώτο είναι ότι η αντίδραση γίνεται μέσω ενός πλαγιοκαθοδικού καναλιού (σημειώνεται με κόκκινες γραμμές οι οποίες έχουν χαραχτεί με βάση τις εβδομαδιαίες τιμές) 

- το δεύτερο, η γραμμή αντίστασης στην περιοχή των 2070 μονάδων όπου και βγαίνουν οι πωλητές 


  






 



  

Παρασκευή 22 Αυγούστου 2025

ReArm Europe, η Ευρώπη στα όπλα

 

Στις αρχές Μαρτίου η Κομισιόν, μέσω της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ανακοίνωσε ένα τεράστιο εξοπλιστικό σχέδιο, με τίτλο “ReArm Europe Plan/Readiness 2030”, ύψους 800 δισ. ευρώ. Το πρόγραμμα και οι στόχοι του δόθηκαν στην επίσημη ιστοσελίδα της Κομισιόν:

«Στις διάφορες συναντήσεις των τελευταίων εβδομάδων -πιο πρόσφατα πριν από δύο ημέρες στο Λονδίνο- η απάντηση από τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες ήταν τόσο ηχηρή όσο και σαφής. Βρισκόμαστε σε μια εποχή επανεξοπλισμού. Και η Ευρώπη είναι έτοιμη να αυξήσει μαζικά τις αμυντικές της δαπάνες.

[…]

Το πρώτο μέρος αυτού του σχεδίου ReArm Europe είναι η απελευθέρωση της χρήσης δημόσιας χρηματοδότησης στην άμυνα σε εθνικό επίπεδο. Τα κράτη μέλη είναι έτοιμα να επενδύσουν περισσότερα στην ασφάλειά τους εάν έχουν τον δημοσιονομικό χώρο. Και πρέπει να τους δώσουμε τη δυνατότητα να το κάνουν. Γι' αυτό σύντομα θα προτείνουμε την ενεργοποίηση της ρήτρας εθνικής διαφυγής του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Θα επιτρέψει στα κράτη μέλη να αυξήσουν σημαντικά τις αμυντικές τους δαπάνες χωρίς να ενεργοποιήσουν τη Διαδικασία Υπερβολικού Ελλείμματος.

[…]

Η δεύτερη πρόταση θα είναι ένα νέο μέσο. Θα παρέχει 150 δισεκατομμύρια ευρώ σε δάνεια στα κράτη μέλη για αμυντικές επενδύσεις. […] Για παράδειγμα: αεροπορική και πυραυλική άμυνα, συστήματα πυροβολικού, μη επανδρωμένα αεροσκάφη με πυραύλους και πυρομαχικά και συστήματα κατά των μη επανδρωμένων αεροσκαφών· αλλά και για την αντιμετώπιση άλλων αναγκών, από τον κυβερνοχώρο έως τη στρατιωτική κινητικότητα, για παράδειγμα. Θα βοηθήσει τα κράτη μέλη να συγκεντρώσουν τη ζήτηση και να αγοράζουν από κοινού. Φυσικά, με αυτόν τον εξοπλισμό, τα κράτη μέλη μπορούν να εντείνουν μαζικά την υποστήριξή τους προς την Ουκρανία.

[…]

Το τρίτο σημείο είναι η αξιοποίηση της δύναμης του προϋπολογισμού της ΕΕ. Υπάρχουν πολλά που μπορούμε να κάνουμε σε αυτόν τον τομέα βραχυπρόθεσμα για να κατευθύνουμε περισσότερα κεφάλαια σε επενδύσεις που σχετίζονται με την άμυνα. Γι' αυτό μπορώ να ανακοινώσω ότι θα προτείνουμε πρόσθετες δυνατότητες και κίνητρα για τα κράτη μέλη που θα αποφασίσουν, εάν θέλουν να χρησιμοποιήσουν προγράμματα πολιτικής συνοχής, για να αυξήσουν τις αμυντικές δαπάνες.

Οι δύο τελευταίοι τομείς δράσης στοχεύουν στην κινητοποίηση ιδιωτικών κεφαλαίων μέσω της επιτάχυνσης της Ένωσης Αποταμιεύσεων και Επενδύσεων και μέσω της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων.

Συμπερασματικά: Η Ευρώπη είναι έτοιμη να αναλάβει τις ευθύνες της. Το πρόγραμμα ReArm Europe θα μπορούσε να κινητοποιήσει σχεδόν 800 δισεκατομμύρια ευρώ για μια ασφαλή και ανθεκτική Ευρώπη. Θα συνεχίσουμε να συνεργαζόμαστε στενά με τους εταίρους μας στο ΝΑΤΟ. Αυτή είναι μια στιγμή για την Ευρώπη. Και είμαστε έτοιμοι να αναλάβουμε δράση.»

https://ec.europa.eu/commission/presscorner/detail/sv/statement_25_673

Επειδή όμως χρήματα δεν υπάρχουν και θα στοίχιζε πολύ η άμεση επιβάρυνση των κρατικών προϋπολογισμών για την εξυπηρέτηση αυτού του σχεδίου, έπρεπε να μπει στην άκρη η δημοσιονομική πειθαρχία του Συμφώνου Σταθερότητας. Είναι η δεύτερη φορά –η πρώτη ήταν στην περίοδο του κορονοΐού- που εφαρμόζεται αυτή η εξαίρεση. Αφού λοιπόν ο Μερτς μαζί με τους Πράσινους και το SPD κατάργησαν την διάταξη του Συντάγματος για το «φρένο χρέους», δόθηκε το πράσινο φως σε όλη την ΕΕ ώστε οι πολεμικές δαπάνες να εξαιρούνται από το έλλειμμα και το δημόσιο χρέος. Όπως φαίνεται, οι κανόνες στην ΕΕ προσαρμόζονται στα συμφέροντα του ευρωκέντρου με μια καταπληκτική ευελιξία και με απύθμενο θράσσος όποτε αυτό τους βολεύει. Έτσι, ενώ δεν μπορούσαν να βρεθούν 30 δισ. (δανεικά) για να μην καταστραφεί η Ελλάδα το 2010, οι κανόνες άλλαξαν ξανά και ξανά: η ΕΚΤ αγόρασε ομόλογα της Ιταλίας ενώ «δεν μπορούσε» να αγοράσει ελληνικά ομόλογα μέχρι να υπογραφεί το τρίτο μνημόνιο, ξαναγόρασε ελληνικά ομόλογα (παρότι παρέμεναν «σκουπίδια») για να βοηθήσει την κυβέρνηση Μητσοτάκη να κρατήσει χαμηλό το κόστος δανεισμού, εξαίρεσε 50 δισ. από το χρέος της κυβέρνησης προς Φορείς του Δημοσίου και τους αναβαλλόμενους τόκους (κρύβοντας έτσι συνολικά περί τα 70 δισ. δημοσίου χρέους) για να κυκλοφορεί το αφήγημα ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη μείωσε δραστικά το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ. Οι ευρωπαϊκές χώρες λοιπόν θα μπορούν να δανείζονται για την εξυπηρέτηση του σχεδίου επανεξοπλισμού της ΕΕ αλλά τα δανεικά δεν θα δηλώνονται ούτε στα ελλείμματα ούτε στο χρέος. Φυσικά τόσο τα δανεικά όσο και οι τόκοι που θα προκύψουν θα πληρωθούν τα επόμενα χρόνια -αλλά αυτό ας μην αφορά τον λαουτζίκο, αυτός απλώς θα τα πληρώσει.

Στην Ελλάδα (που παραδοσιακά ανήκει στις κορυφαίες χώρες της Δύσης από πλευράς πολεμικών –δήθεν “αμυντικών”- δαπανών) o Μητσοτάκης εξήγγειλε το νέο μακροπρόθεσμο πρόγραμμα στο οποίο «ο Υπουργός Άμυνας γνωρίζει ότι για την περίοδο του προγράμματος έχει στη διάθεσή του 25 δισεκατομμύρια ευρώ» καταλήγοντας:

«Το παλαιότερο δίλημμα, λοιπόν, το οποίο το ακούγαμε συχνά κυρίως από την Αριστερά, “κανόνια ή βούτυρο” αποδεικνύεται ένα δίλημμα το οποίο είναι σαθρό αλλά και επικίνδυνο, ιδίως σήμερα».

https://www.primeminister.gr/2025/04/02/36011

Γιατί ξύπνησε το πολεμικό ένστικτο της ΕΕ;

Οι υπερασπιστές της ΕΕ διαρρηγνύουν τα ιμάτια τους όταν κάποιος χαρακτηρίζει την ΕΕ ως μια ιμπεριαλιστική ένωση. Μπορούν να το δεχτούν αυτό για τις ΗΠΑ αλλά ποτέ για την Ευρώπη. Κατ’ αυτούς η ΕΕ είναι φιλειρηνική και δημοκρατική στις σχέσεις της με τον υπόλοιπο κόσμο “ξεχνώντας” βέβαια ότι έχει συμμετέχει ακόμη σε πολέμους και στην κλοπή του πλούτου των χωρών του παγκόσμιου Νότου. Το κυριότερο όμως αγνοούν ότι ιμπεριαλισμός δεν σημαίνει μόνο στρατιωτικές επεμβάσεις αλλά ένα ολόκληρο πλέγμα σχέσεων, οικονομικών και μη, του σύγχρονου καπιταλισμού (δες εδώ) -που καταλήγει βεβαίως σε στρατιωτικές επεμβάσεις και πολέμους. Όμως από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και έπειτα παρατηρείται μια σταδιακή μεταστροφή από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις (συμπεριλαμβανομένης της ανοιχτά φιλοπόλεμης βρετανικής) προς ανοιχτά, πλέον, φιλοπολεμικά κηρύγματα και πρακτικές με αφορμή τον πόλεμο στο Ντονμπάς. Βάζοντας τα πράγματα σε μια σειρά θα μπορούσε να παρατηρήσει κανείς ότι και η ΕΕ –πέρα από τις ΗΠΑ- ακολουθούσαν μια έντονα πιεστική πολιτική απέναντι στη Ρωσία ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ’90.

Τα πειράματα που ακολούθησαν την διάλυση των χωρών της πρώην ΚΟΜΕΚΟΝ για το πέρασμα τους από την «σοσιαλιστική» οικονομία στην «οικονομία της αγοράς» ήταν καταστροφικά για τους λαούς των χωρών αυτών (μείωση ΑΕΠ από 25 έως και 60% σε Ισοτιμία Αγοραστικής Δύναμης, ανεργία, πληθωρισμός και συντριβή των κοινωνικών παροχών). Ταυτοχρόνως ήταν μια τεράστια ευκαιρία αφενός για τις ντόπιες ελίτ (πρώην κυβερνητικοί και κομματικοί αξιωματούχοι και νέοι παίκτες που συνεργάζονταν με την Δύση) να οικειοποιηθούν σε χαμηλές τιμές μέρος της δημόσιας περιουσίας και αφετέρου για τον Δυτικό ιμπεριαλισμό να εισβάλλει σε μια τεράστια αγορά. Για τις χώρες που βρίσκονταν ανάμεσα στην Ρωσία και την παλαιά ΕΕ τον δρόμο άνοιξε το ευρωπαϊκό ιδιωτικό κεφάλαιο (είναι χαρακτηριστικό ότι μέσα σε μια δεκαετία το 50% του μεταποιητικού δυναμικού των χωρών αυτών πέρασε στα χέρια ευρωπαϊκών πολυεθνικών) και ακολούθησε ένα κύμα δημόσιας χρηματοδότησης μέσα από τα διάφορα ευρωπαϊκά Ταμεία (Ταμείο Συνοχής, αγροτικές επιδοτήσεις και Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης) για την κατασκευή υποδομών -αλλά και εξαγορά συνειδήσεων. Τα ποσά που διοχετεύτηκαν από τις Βρυξέλλες στις χώρες αυτές ήταν αντίστοιχης κλίμακας με του περίφημου Σχεδίου Μάρσαλ που ανοικοδόμησε την μεταπολεμική δυτική Ευρώπη. Η ενσωμάτωση των χωρών της Ανατ. Ευρώπης σφραγιζόταν από μια τεράστια χρηματοπιστωτική διείσδυση που το 2008 ανερχόταν σε δυτικές πιστώσεις συνολικού ύψους 1,1 τρισ. δολάρια (στην Ρωσία, αντιστοίχως, οι πιστώσεις αυτές ανέρχονταν σε 222 δισ. δολάρια). Η οικονομική επέκταση της δυτικής Ευρώπης προς τα ανατολικά συνδυάστηκε, όχι τυχαία, με την ταυτόχρονη επέκταση του ΝΑΤΟ το οποίο προσέφερε την απαραίτητη ασφάλεια και προστασία στις επενδύσεις της Δύσης και στις νέες ντόπιες ελίτ (ή, όπως έλεγε το παλιό σύνθημα, «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο»…)

Η διεύρυνση της ΕΕ και η επέκταση του ΝΑΤΟ προς ανατολάς
 

 Αν για τις υπόλοιπες χώρες της Ανατ. Ευρώπης ακολουθήθηκε η μέθοδος της ενσωμάτωσης στην αγορά της Δύσης –αφού είχε προηγηθεί η υποτίμηση όλων των αξιών- η Ρωσία δεν έγινε αποδεκτή (κυρίως με την επιμονή των ΗΠΑ και δευτερευόντως της Γερμανίας) αφού αντιμετωπίστηκε ως παρίας και υποψήφια για διάλυση χώρα. Στην καλύτερη περίπτωση αποτέλεσε πηγή φτηνής ενέργειας και πρώτων υλών για την βιομηχανία κυρίως της Γερμανίας αλλά και άλλων χωρών. Την κατρακύλα της Ρωσίας ανέλαβε να σταματήσει ένα τμήμα της παλιάς «σοβιετικής» ελίτ με επικεφαλής τον Πούτιν και, σε μεγάλο βαθμό, το κατάφερε (το ΑΕΠ της Ρωσίας σε σταθ. τιμές 2015 ήταν 1990: 1161.5δις$, 1991: 1102.9 δις$, 1992: 860.9 δις$, 1998: 666.8 δις$, 1999: 709.5 δις$, 2000: 820.2 δις$, 2007: 1233.9 δις$). Οι ΗΠΑ δεν είδαν με καλό μάτι αυτήν την γερμανορωσική προσέγγιση και προειδοποίησαν επανειλημμένως την ΕΕ να απεξαρτηθεί ενεργειακά από την Ρωσία. Ταυτοχρόνως ΕΕ (παρά τις οικονομικές συναλλαγές με την Ρωσία) και ΗΠΑ δεν σταμάτησαν να παρεμβαίνουν σε χώρες της πρώην ΕΣΣΔ όπως η Γεωργία, η Αρμενία, οι κεντρασιατικές πρώην ΣΣΔ και, κυρίως η Ουκρανία. Για την Ρωσία ήταν πλέον ξεκάθαρο πως, όπως οι Δυτικοί δεν σεβάστηκαν την υπόσχεση τους για μη επέκταση του ΝΑΤΟ στα δυτικά σύνορα της Ρωσίας, έτσι και δεν επρόκειτο να σταματήσουν παρά μόνο αν την υπέτασσαν ολοκληρωτικά. Η Ουκρανία ήταν το όριο που η Ρωσία δεν θα ανεχόταν να θιγεί από την Δύση και έτσι έγινε το πεδίο της τελικής σύγκρουσης. Ενώ αρχικά φάνηκε πως η ΕΕ σύρθηκε να ακολουθήσει τις ΗΠΑ -οι οποίες χρησιμοποίησαν την φιλοδυτική μερίδα της ουκρανικής ελίτ- εναντίον της Ρωσίας, η επιλογή Τραμπ για συμβιβασμό ανέδειξε μια άλλη εικόνα: ΕΕ και ΗΒ πρωτοστατούσαν στην συνέχιση του πολέμου. Το μόνο πρόβλημα που είχαν οι Ευρωπαίοι ήταν ότι δεν ήθελαν να φορτωθούν αυτοί το κόστος του πολέμου, αλλά το μεγάλο βάρος να το σηκώσουν οι ΗΠΑ όπως γινόταν επί δεκαετίες μετά το τέλος του Β ΠΠ. Εδώ ήρθε να αλλάξει τα δεδομένα ο Τραμπ.

Η νέα κατάσταση

Φυσικά είναι αστείο να λέγεται ότι οι ΗΠΑ του Τραμπ θα εγκατέλειπαν την Ευρώπη, το δεύτερο σημαντικό μέλος της Δυτικής συμμαχίας, που αντιπροσωπεύει –έστω και μειωμένο σε σχέση με το παρελθόν- το 1/5 του παγκόσμιου ΑΕΠ. Απλώς ο Τραμπ, σε αντίθεση με τους Δημοκρατικούς, απαιτεί το κόστος του πολέμου να το πληρώσει και η Ευρώπη με αύξηση των πολεμικών της δαπανών. Με αυτόν τον τρόπο οι ΗΠΑ θα έχουν διπλό οικονομικό όφελος: αφενός θα μειώσουν τις δικές τους πολεμικές δαπάνες (τώρα μάλιστα που στρέφουν την προσοχή τους στον Ινδο-ειρηνικό) και αφετέρου θα μειώσουν το εμπορικό τους έλλειμμα με την Ευρώπη αφού περισσότερο από το 50% των οπλικών της συστημάτων η Ευρώπη το αγοράζει από τις ΗΠΑ.

Ο Αμερικανός υπουργός εξωτερικών, Ρούμπιο, αφού από την πρώτη του κιόλας εμφάνιση παραδέχτηκε ότι οι ΗΠΑ κατανοούν πως ο σύγχρονος κόσμος είναι πλέον πολυπολικός, απευθυνόμενος στη συνέχεια στους Ευρωπαίους τους ζήτησε να παραδεχτούν ότι «χρηματοδοτούμε ένα τέλμα» ενώ η Ουκρανία έχει «γυρίσει εκατό χρόνια πίσω». Και όντως ΗΠΑ και Ευρώπη εδώ και είκοσι χρόνια ξόδεψαν τεράστια ποσά για να διεισδύσουν στην Ουκρανία, να εξαγοράσουν συνειδήσεις, να στηρίξουν την ουκρανική κυβέρνηση με εξελιγμένα οπλικά συστήματα και να την καθοδηγήσουν με τεχνολογικά μέσα σε όλη την διάρκεια του πολέμου χωρίς όμως αποτέλεσμα. Όμως, ο ίδιος ο Ρούμπιο, στην σύνοδο των Υπουργών Εξωτερικών του ΝΑΤΟ στις αρχές Απριλίου, ξεκαθάρισε ότι ο Τραμπ δεν είναι κατά του ΝΑΤΟ αλλά «είναι κατά ενός ΝΑΤΟ που δεν έχει τις δυνατότητες να εκπληρώνει τους όρους της συμμαχίας». (Antoaneta Roussi, «Rubio reassures allies on US commitment to NATO», Politico, 3/4/2025 Κι ο όρος που βάζει ο Τραμπ –ο νέος σερίφης στην πόλη- είναι οι εξοπλιστικές δαπάνες να φτάσουν στο 5% του ΑΕΠ κάθε «συμμάχου».

Βέβαια η στροφή του Τραμπ έναντι της Ρωσίας εξέπληξε αλλά μάλλον η στροφή του εξηγείται από την εμμονή του απέναντι στην Κίνα την οποία ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός έχει αναγάγει στον υπ’ αριθμό ένα ανταγωνιστή του. Φαίνεται λοιπόν ότι ο Τραμπ αποπειράται να κάνει μια κίνηση «αντίστροφου Κίσινγκερ»  τότε που οι ΗΠΑ, το 1972, προσέγγισαν την μαοϊκή Κίνα εναντίον της ΕΣΣΔ. Όμως η σημερινή «επίθεση φιλίας» του Τραμπ προς τον Πούτιν δεν ξεγελά την ρωσική ηγεσία καθώς είναι εύκολα κατανοητό γι’ αυτήν πως αν «πέσει» η Κίνα το επόμενο θύμα θα είναι η Ρωσία. Φαίνεται πλέον πως τόσο η Κίνα όσο και η Ρωσία έχουν επενδύσει πολλά στην μεταξύ τους συμμαχία (που όμως είναι ετεροβαρής σε βάρος της Ρωσίας) αλλά και στην συμμαχία τους με τους BRICS και τον υπόλοιπο «παγκόσμιο Νότο».

(«Οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορεί, επίσης, κάποια μέρα, να χρειαστούν τη βοήθεια της Ρωσίας για την ανάσχεση της ανερχόμενης Κίνας. Η τρέχουσα πολιτική των ΗΠΑ, όμως, ωθεί πιο κοντά τη Ρωσία και την Κίνα» - John J. Mearsheimer, «Why the Ukraine Crisis Is the West’s Fault- The Liberal Delusions That Provoked Putin», Foreign Affairs, Vol. 93, No. 5 (September-October 2014), σελ. 89).

Ο ιμπεριαλισμός από το χτες στο σήμερα

Στο πέρασμα από τον 19ο στον 20ο αιώνα ο μέχρι τότε καπιταλισμός της ελεύθερης αγοράς και των ατομικών επιχειρήσεων γέννησε τις μετοχικές εταιρείες και τα μονοπώλια, τεράστιες, πλέον, επιχειρήσεις (υπερεπειχειρήσεις σήμερα) που ελέγχουν μεγάλα τμήματα των αγορών και επιβάλλουν τους δικούς τους κανόνες όχι μόνο εντός των συνόρων των εθνικών κρατών αλλά και εκτός αυτών. Η νέα εικόνα έχει πλέον την μορφή μιας «πυραμίδας ισχύος» όπου ο κάθε ισχυρότερος εθνικός καπιταλισμός απομυζά τους λιγότερο ισχυρούς και όλοι μαζί τις υποτελείς τάξεις.

Όμως η εμφάνιση των μονοπωλίων δεν σημαίνει πως ο ανταγωνισμός των διαφορετικών κεφαλαίων σταματά∙ αντιθέτως, μετατρέπεται σε διαμάχη ανάμεσα στα κράτη τους. Η οικονομική ισχύς και, σε τελική ανάλυση, η ισχύς των όπλων της κάθε εθνικής άρχουσας τάξης κρίνει τη δυνατότητά της να κρατήσει ή, ακόμη καλύτερα, να αναβαθμίσει τη θέση της στο ιμπεριαλιστικό σύστημα. Και αυτό φυσιολογικά φέρνει εξοπλισμούς, δημιουργία αντίπαλων μπλοκ και στη συνέχεια πολέμους όταν πλέον οι ανερχόμενοι καπιταλισμοί αμφισβητούν το προηγούμενο καθεστώς ισχύος και απαιτούν την αναδιανομή της «πίτας».

Η εικόνα του κόσμου μας μετά τη δεκαετία του ’90 και την κατάρρευση των καθεστώτων της Ανατολικής Ευρώπης έδωσαν σε ορισμένους την ψευδαίσθηση μιας παντοκρατορίας της Δύσης και μέσα σε αυτήν την απόλυτη ηγεμονία των ΗΠΑ. Έτσι άνθισαν θεωρίες για το «τέλος της Ιστορίας», για έναν νέο παγκοσμιοποιημένο κόσμο χωρίς σύνορα και κρατικούς ανταγωνισμούς (παρόμοιες θεωρίες, όπως ο υπεριμπεριαλισμός είχαν κυκλοφορήσει και λίγο πριν ξεσπάσει ο Α ΠΠ).

Αλλά η άνοδος της Κίνας (εκεί όπου η μετάβαση στην «αγορά» έγινε συγκροτημένα και κάτω από τον αυστηρό έλεγχο του ΚΚΚ –σε αντίθεση με την ηλίθια επιλογή της σοβιετικής νομενκλατούρας η οποία προτίμησε να αφήσει την αγορά «να κάνει την δουλειά») άρχισε να αμφισβητεί την παντοδυναμία των ΗΠΑ και αυτό με την σειρά του διαμόρφωσε το νέο αμερικανικό δόγμα που βλέπει την μεταφορά του παγκόσμιου γεωπολιτικού κέντρου βάρους στον Ινδο-ειρηνικό. Η στρατιωτική εξόρμηση του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν που στόχευε στην δημιουργία μιας νέας ευνοϊκής για της ΗΠΑ κατάστασης στη Μ. Ανατολή το μόνο που κατάφερε ήταν να οδηγήσει στην σύμπηξη του μετώπου των BRICS με τους οποίους συνεργάζονται πλέον και άλλα καθεστώτα της περιοχής (Σαουδαραβία, Ιράν, Αίγυπτος κλπ) και ταυτοχρόνως να αναδείξει πως οι ΗΠΑ δεν ήταν πλέον ο απόλυτος κυρίαρχος του παιχνιδιού. Μάλιστα η κατάρρευση της νεοφιλελεύθερης αυταπάτης μετά την δομική κρίση του καπιταλισμού («κρίση της Λήμαν Μπράδερς») έκανε πολύ πιο ξεκάθαρη την εικόνα ενός αναδυόμενου πολυπολικού κόσμου στον οποίον η Δύση, και ιδιαίτερα η ΕΕ και η Ιαπωνία, χάνουν συνεχώς πόντους σε σχέση με τον Παγκόσμιο Νότο.  

Εκμεταλλευόμενος την οικονομική και στρατιωτική αδυναμία της ΕΕ σε σχέση με τις ΗΠΑ, ο Τραμπ ελίσσεται αφενός για να μεταφέρει οικονομικά βάρη στους Ευρωπαίους (δασμοί, αγορά όπλων και καυσίμων από τις ΗΠΑ) και αφετέρου για να δημιουργήσει μακροπρόθεσμες θετικές προϋποθέσεις περικύκλωσης της Κίνας και από τα δυτικά και βόρεια σύνορα της.

Η παγκόσμια εικόνα των πολεμικών εξοπλισμών –μυρίζει μπαρούτι;

Η ένταση των γεωπολιτικών ανταγωνισμών είναι αναμενόμενο να οδηγεί και στην ένταση των εξοπλισμών: το 2024 στο σύνολο των χωρών οι στρατιωτικές δαπάνες έφτασαν τα 2,718 τρισ. δολάρια, σημειώνοντας αύξηση 9,4% σε πραγματικούς όρους από το 2023 και την πιο απότομη ετήσια αύξηση τουλάχιστον από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Οι στρατιωτικές δαπάνες αυξήθηκαν σε όλες τις περιοχές του κόσμου, με ιδιαίτερα ταχεία αύξηση στην Ευρώπη όσο και στη Μέση Ανατολή.

Οι δέκα χώρες με τις μεγαλύτερες στρατιωτικές δαπάνες για το 2024 ήταν:

1. ΗΠΑ: 997 δισ. Δολάρια (37% του των παγκόσμιων δαπανών)

2. Κίνα: 314 δισ. Δολάρια (12%)

3. Ρωσία: 149 δισ. Δολάρια (5.5%)

4. Γερμανία: 88,5 δισ. Δολάρια (3.3%)

5. Ινδία: 86,1 δισ. Δολάρια (3.2%)

6. Ηνωμένο Βασίλειο: 81,8 δισ. δολάρια.

7. Σαουδική Αραβία: 80,3 δισ. δολάρια.

8. Ουκρανία: 64,7 δισ. δολάρια.

9. Γαλλία: 64,7 δισ. δολάρια.

10. Ιαπωνία: 55,3 δισ. δολάρια.

Οι πέντε χώρες με τις υψηλότερες στρατιωτικές δαπάνες αντιπροσώπευαν το 60% του παγκόσμιου συνόλου, με συνολικές δαπάνες ύψους 1,635 τρισ. δολαρίων. Να σημειωθεί ότι οι στρατιωτικές δαπάνες της Ρωσίας από 4.9% του ΑΕΠ το 2015 έφτασαν το 7.1% το 2024 ενώ της Ουκρανίας, στο ίδιο διάστημα, ανέβηκαν από το 3.8% στο 34% του ΑΕΠ.

Στην περιοχή μας η Τουρκία δαπάνησε 25 δισ. δολάρια φτάνοντας στην 17η θέση της παγκόσμιας λίστας ενώ η χώρα μας βρέθηκε στην 33η θέση παγκοσμίως (από την 34η θέση που κατείχε το 2023). Οι στρατιωτικές δαπάνες της Ελλάδας έφτασαν τα 8 δισ. δολάρια, παρουσιάζοντας άνοδο 11% σε ετήσια βάση ενώ από το 2015 έως το 2024 οι στρατιωτικές δαπάνες της Ελλάδας αυξήθηκαν κατά 45%. Ως ποσοστό επί του ΑΕΠ, οι δαπάνες της Ελλάδας έφτασαν για το 2024 το 3,1% ενώ το 2015 ήταν στο 2,5%.

Την αύξηση των στρατιωτικών δαπανών παγκοσμίως σημειώνει το Ινστιτούτο SIPRI

«Οι παγκόσμιες στρατιωτικές δαπάνες αυξήθηκαν στα 2.718 δισεκατομμύρια δολάρια το 2024, πράγμα που σημαίνει ότι οι δαπάνες αυξάνονταν κάθε χρόνο για μια ολόκληρη δεκαετία, σημειώνοντας αύξηση 37% μεταξύ 2015 και 2024. Η αύξηση 9,4% το 2024 ήταν η πιο απότομη ετήσια αύξηση τουλάχιστον από το 1988. Το παγκόσμιο στρατιωτικό βάρος -το μερίδιο του παγκόσμιου ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ) που αφιερώνεται στις στρατιωτικές δαπάνες- αυξήθηκε σε 2,5% το 2024. Οι μέσες στρατιωτικές δαπάνες ως μερίδιο των κυβερνητικών δαπανών αυξήθηκαν στο 7,1% το 2024 και οι παγκόσμιες στρατιωτικές δαπάνες ανά άτομο ήταν οι υψηλότερες από το 1990, στα 334 δολάρια. Για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά, οι στρατιωτικές δαπάνες αυξήθηκαν και στις πέντε γεωγραφικές περιοχές του κόσμου, αντανακλώντας τις αυξημένες γεωπολιτικές εντάσεις σε όλο τον κόσμο. Η δεκαετής αύξηση των παγκόσμιων δαπανών μπορεί εν μέρει να αποδοθεί στην αύξηση των δαπανών στην Ευρώπη, που οφείλονται σε μεγάλο βαθμό στον συνεχιζόμενο πόλεμο Ρωσίας-Ουκρανίας, και στη Μέση Ανατολή, που οφείλονται στον πόλεμο στη Γάζα και στις ευρύτερες περιφερειακές συγκρούσεις. Πολλές χώρες έχουν επίσης δεσμευτεί να αυξήσουν τις στρατιωτικές δαπάνες, κάτι που θα οδηγήσει σε περαιτέρω παγκόσμιες αυξήσεις τα επόμενα χρόνια».

 

Πολεμικές δαπάνες ανά περιοχή του πλανήτη (1988-2024)

Το σχέδιο απελπισίας της ΕΕ για επιβίωση στη νέα συγκυρία

Σε αυτή την νέα, αρνητική για την ΕΕ, συγκυρία απάντησε ο πρώην διοικητής της ΕΚΤ Μ. Ντράγκι με την Έκθεσή του που δημοσιεύτηκε τον περσινό Σεπτέμβριο:

«Η Ευρώπη πρέπει να προσαρμοστεί σε έναν κόσμο γεωπολιτικά λιγότερο σταθερό, όπου οι εξαρτήσεις μετατρέπονται σε τρωτά σημεία και δεν μπορεί πλέον να βασίζεται σε άλλους για την ασφάλειά της. [….]

Οι αμυντικές δαπάνες της ΕΕ ανέρχονται σήμερα περίπου στο ένα τρίτο των δαπανών των ΗΠΑ, ενώ οι δαπάνες της Κίνας αυξάνονται με ταχείς ρυθμούς. Σύμφωνα με τη βάση δεδομένων SIPRI, οι αμυντικές δαπάνες των ΗΠΑ το 2023 υπολογίζονται σε 916 δισ. δολάρια ΗΠΑ, ενώ οι σωρευτικές δαπάνες των κρατών μελών της ΕΕ υπολογίζονται σε 313 δισ. δολάρια ΗΠΑ. Ο αμυντικός προϋπολογισμός της Κίνας εκτιμήθηκε σε 296 δισ. δολάρια ΗΠΑ, αλλά σύμφωνα με διάφορες πηγές θα μπορούσε να είναι σημαντικά υψηλότερος. […] Οι ΗΠΑ και η Κίνα αντιπροσωπεύουν περίπου το ήμισυ των παγκόσμιων αμυντικών δαπανών το 2023, με τον αμυντικό προϋπολογισμό των ΗΠΑ να ανέρχεται στο 37% περίπου των παγκόσμιων δαπανών. Μετά από χρόνια υποεπενδύσεων, η ΕΕ έχει πολύ δρόμο να διανύσει για να αποκαταστήσει τη βιομηχανική ικανότητα και, κατά συνέπεια, να αυξήσει τις στρατιωτικές ικανότητες».

M. Draghi, The Future of European Competitiveness, September 2024, σ.σ. 15 και 160

Η ανάγκη των επενδύσεων και της αύξησης της παραγωγικότητας, δυο μεγέθη στα οποία η ΕΕ υστερεί ως προς τον Αμερικάνο ηγεμόνα, έχουν μπει στο στόχαστρο των Ευρωπαίων εδώ και καιρό και το συστημικό αυτό μειονέκτημα προσπάθησε λίγο καιρό πριν να αντιμετωπίσει ο Ντράγκι με μια προηγούμενη εισήγηση του περί ανάγκης αύξησης των επενδύσεων. Με την νέα του Έκθεση έρχεται να προσαρμόσει την προηγούμενη στις νέες συνθήκες που επιβάλλει ο Τραμπ: οι επενδύσεις πρέπει να γίνουν αλλά για να ικανοποιηθούν και οι μεγάλοι μας σύμμαχοι αυτές πρέπει να γίνουν συγκεκριμένα στον τομέα των πολεμικών δαπανών. Την συνέχεια την έδωσε η φον ντερ Λάιεν με τις τελικές της ανακοινώσεις.

Από κει και πέρα την συνέχεια την αναλαμβάνουν τα συστημικά ΜΜΕ που εκλαϊκεύουν τις νέες προτεραιότητες. Ο φόβος της ρώσικης αρκούδας (που μπορεί να είναι και λίγο… «κόκκινη») παίζει και πάλι κι ας έχει καταφέρει σε 3,5 χρόνια η Ρωσία να καταλάβει μόλις το 20% της Ουκρανίας (η Κριμαία μάλιστα είχε καταληφθεί από το 2014). Το σενάριο που κυκλοφορεί πλέον είναι ότι η Ρωσία –που μέχρι πριν λίγο ήταν ο παρακατιανός γείτονας της ΕΕ- ετοιμάζεται να επιτεθεί στην… Ευρώπη στα επόμενα 4-5 χρόνια και, αφού ο Τραμπ πιθανώς τα «βρει» με τον Πούτιν και εγκαταλείψει τους ευρωπαίους συμμάχους του, είναι αδήριτη ανάγκη να ανέβουν οι πολεμικές δαπάνες της ΕΕ στο 5% του ΑΕΠ (το οποίο, ΑΕΠ, αναμένεται να φτάσει το 2024 τα 16,2 τρις ευρώ, άρα οι πολεμικές δαπάνες πρέπει να φτάσουν τα 800 δισ). Έτσι, κατά την πολιτική ελίτ της ΕΕ, η αύξηση των πολεμικών δαπανών γίνεται μονόδρομος.

Πολεμικός κεϋνσιανισμός με παρελθόν

Το πρόγραμμα του επανεξοπλισμού της ΕΕ αποσκοπεί και σε κάτι ακόμη επίσης σημαντικό: εκτός του ενδεχομένου οι εξοπλισμοί να ανοίξουν πρωτογενώς τις δουλειές στις πολεμικές βιομηχανίες οι δαπάνες αυτές θα μπορούσαν δευτερογενώς να δώσουν ώθηση σε πολλούς άλλους κλάδους (μεταφορές, ενέργεια, έρευνα) ώστε να πολλαπλασιαστεί η ζήτηση για μια σειρά προϊόντων. Ένας από τους ενθουσιώδεις υποστηρικτές αυτής της προοπτικής είναι κι ο Όλιβερ Μπλουμ, ο διευθύνων σύμβουλος της Volkswagen. Αφού οι πωλήσεις της εταιρείας πέφτουν (έχοντας καταρρεύσει από τον κινέζικο ανταγωνισμό) και τα εργοστάσιά της κλείνουν, ο Μπλουμ προσφέρει τις δυνατότητές της VW ώστε «να επενδύσουμε περισσότερα για να είμαστε ασφαλείς». Άλλωστε, συνεχίζει, «το έχουμε κάνει ξανά στο παρελθόν» (εννοεί την εποχή που η Volkswagen κατασκεύαζε τα στρατιωτικά αυτοκίνητα Kübelwagen και τα αμφίβια σκάφη Schwimmwagen για τη Βέρμαχτ).

Η εποχή που επικαλείται ως παράδειγμα ο Μπλουμ ήταν η εποχή που η Γερμανία έβγαινε από την ύφεση -που είχε προκαλέσει το κραχ του 1929- χάρη στο εξοπλιστικό πρόγραμμα της ναζιστικής της κυβέρνησης. Χωρίς να θιχτεί ο ιδιωτικός καπιταλισμός, το γερμανικό κράτος υπέταξε τους ατομικούς καπιταλιστές σε προγράμματα εθνικής συσσώρευσης κεφαλαίου που συνοδεύονταν από την συντριβή του εργατικού κινήματος. Οι εξοπλισμοί και η βαριά βιομηχανία ώθησαν προς τα μπρος όλη την οικονομία και το ποσοστό κέρδους ανέκαμψε. Έτσι ενώ οι ΗΠΑ ξανάπεφταν σε ύφεση, η Γερμανία, το 1939 είχε 30% υψηλότερη παραγωγή από εκείνη του 1929 ενώ είχαν δημιουργηθεί οκτώ εκατομμύρια νέες θέσεις εργασίας. Το μεγαλύτερο μέρος της παραγωγής είχε κατευθυνθεί στα όπλα και στην βαριά βιομηχανία και μόνο το 1/10 αυτής είχε πάει στην ατομική κατανάλωση.

Εκ των πραγμάτων, και μετά την έναρξη του Β ΠΠ, ΗΠΑ και Βρετανία ακολούθησαν τον ίδιο δρόμο. Το βρετανικό κράτος ανέλαβε την ευθύνη όλων των σημαντικών οικονομικών αποφάσεων, καθόριζε ποιες βιομηχανίες θα έπαιρναν πρώτες ύλες και επέβαλε την διανομή τροφίμων και καταναλωτικών προϊόντων με το δελτίο. Η αμερικανική κυβέρνηση ήλεγχε τον εξοπλιστικό τομέα (που απορροφούσε περίπου το μισό των παραγόμενων προϊόντων) και αποφάσιζε ποια καταναλωτικά αγαθά θα παράγονταν και ποια όχι. Το 1943 το κράτος ήταν πλέον υπεύθυνο για το 90% των επενδύσεων. Μια στρατιωτικοποιημένη οικονομία κυριαρχούμενη από το (αστικό) κράτος φαινόταν να δίνει την λύση που δεν είχε δώσει το New Deal λίγα χρόνια νωρίτερα: μέσα σε μια τριετία (1940-43) τα εννιά εκατομμύρια των ανέργων είχαν μειωθεί στο ένα εκατομμύριο και η συνολική παραγωγή είχε διπλασιαστεί.

Η 30ετία που ακολούθησε τον Β ΠΠ ήταν μια περίοδος μακράς άνθισης του καπιταλισμού στην Δύση (αλλά και στον χώρο του “υπαρκτού σοσιαλισμού”) η οποία χαρακτηριζόταν από πολύ μεγάλη ανάπτυξη, αύξηση του ποσοστού κέρδους, χαμηλή ανεργία, αύξηση των πραγματικών μισθών και κοινωνικές δαπάνες που δεν είχε γνωρίσει στο παρελθόν οι λαϊκές μάζες. Μια ερμηνεία είναι βεβαίως η καταστροφές που προκάλεσε η κρίση του 1929 και ο Β ΠΠ. Αυτές σήμαναν τεράστια απαξίωση ή και καταστροφή κεφαλαίων που, σε συνδυασμό με την ανοιχτόμυαλη πολιτική του Αμερικανού ηγεμόνα (εδώ) έδωσαν ώθηση στις Δυτικές χώρες, κερδισμένες και ηττημένες του πολέμου. Αλλά και πάλι δεν μπορούσε να απαντηθεί το πρωτοφανές φαινόμενο στην Ιστορία του καπιταλισμού της συνεχούς ανάπτυξης και της αύξησης του πλούτου για όλη την κοινωνία. Καταστροφές κεφαλαίου, καινοτομίες, μεταναστεύσεις εργατών, φτηνές πρώτες ύλες υπήρχαν και στο παρελθόν αλλά από μόνα τους δεν συντήρησαν για τόσο μεγάλο διάστημα μια συνεχή ανάπτυξη. Μια εξήγηση για το φαινόμενο αυτό είναι ίσως ο ρόλος των στρατιωτικών δαπανών των ΗΠΑ (και όχι μόνο) που έμειναν σε εξαιρετικά υψηλά επίπεδα -για περίοδο ειρήνης- όταν ξέσπασε ο Ψυχρός Πόλεμος. Από τα επίπεδα του προπολεμικού 1% του ΑΕΠ οι στρατιωτικές δαπάνες των ΗΠΑ δεν έπεσαν κάτω του 6-7% μέχρι τα μέσα της 10ετίας του 1980. Σύμφωνα με τον Μ. Κίντρον ένα ποσοστό της τάξης του 60% του «ακαθάριστου σχηματισμού παγίου κεφαλαίου» (δλδ του συνόλου των επενδύσεων σε πάγια περιουσιακά στοιχεία) των ΗΠΑ καταναλωνόταν από τις ένοπλες δυνάμεις πράγμα που προσέφερε σταθερότητα στην οικονομία αφού απορροφούσε τα (φυσιολογικά) σκαμπανεβάσματα της οικονομίας του ιδιωτικού τομέα και τον κίνδυνο υπερπαραγωγής. Βεβαίως οι δαπάνες αυτές –που γίνονταν μέσω της φορολόγησης- θα περίμενε κανείς πως θα μείωναν την ζήτηση στην υπόλοιπη οικονομία. Κι όμως, όπως σημείωσε ο Τζ.Κ. Γκαλμπρέιθ, «…αυτή η αύξηση [των πολεμικών δαπανών] είχε την έντονη επιδοκιμασία των επιχειρηματιών του συστήματος σχεδιασμού. Το στέλεχος της μεγάλης επιχείρησης έχει κάνει ρουτίνα τις επικρίσεις για τη σπατάλη στις κυβερνητικές δαπάνες, όμως από τις εκκλήσεις του για εγκράτεια στα δημόσια οικονομικά, έχει αφαιρεθεί μεθοδικά η όποια αναφορά στις αμυντικές δαπάνες».

Στρατιωτικές δαπάνες των ΗΠΑ %ΑΕΠ
Στρατιωτικές δαπάνες χωρών του ΝΑΤΟ %ΑΕΠ (1960-2016)

Ουσιαστικά, οι πολεμικές δαπάνες, όπως γενικά οι «μη-παραγωγικές» δαπάνες (πχ διαφήμιση, “λαδώματα” κυβερνητικών παραγόντων κλπ), μπορεί βραχυπρόθεσμα να αφαιρούν ένα κομμάτι από τα κέρδη, αλλά μακροπρόθεσμα μειώνουν τα κονδύλια που θα ήταν διαθέσιμα για περαιτέρω συσσώρευση. Με αυτόν τον τρόπο, χωρίς κανείς να το επιδιώξει, επιβραδύνθηκε ο λόγος κεφάλαιο/μισθοί («οργανική σύνθεση του κεφαλαίου») με αποτέλεσμα να μένει σε υψηλά επίπεδα το ποσοστό κέρδους.

Παράγοντας σχεδόν το 50% του παγκόσμιου ΑΕΠ οι ΗΠΑ καθόριζαν τις εξελίξεις και στον υπόλοιπο κόσμο –και φυσικά και στο αντίπαλο τους «σοσιαλιστικό» μπλοκ που ήταν υποχρεωμένο να ακολουθεί σε στρατιωτικές δαπάνες. Από τις άλλες μεγάλες Δυτικές οικονομίες η Γαλλία και το ΗΒ ακολουθούσαν τις ΗΠΑ, έστω και με χαμηλότερα ποσοστά, σε αυξημένες στρατιωτικές δαπάνες. Μόνο οι ηττημένες Ιαπωνία και Γερμανία έμεναν μακριά από αυτήν την κούρσα εξοπλισμών ακολουθώντας άλλες προτεραιότητες αλλά επωφελούμενες με έμμεσο τρόπο από τις υψηλές στρατιωτικές δαπάνες του Ψυχρού Πολέμου. Όμως οι αυξημένες στρατιωτικές δαπάνες των ΗΠΑ (κυρίως οι πόλεμοι στην Κορέα και στο Βιετνάμ) είχαν και το αρνητικό τους αποτέλεσμα: οδήγησαν τον Νίξον στην εγκατάλειψη της Συμφωνίας του Μπρέτον Γουντς με σκοπό να πέσει η τιμή του δολαρίου και έτσι φούντωσε ο πληθωρισμός και εμφανίστηκαν δημοσιονομικά ελλείμματα (για να ακολουθήσει η δομική κρίση του 1973 και το τέλος της κεϋνσιανής ρύθμισης).

Σήμερα η Ευρώπη βρίσκεται για άλλη μια φορά μπροστά σε ένα σταυροδρόμι, αλλά ένα σταυροδρόμι σε έναν κατηφορικό δρόμο και υπό την ηγεσία μιας ανίκανης και εγκλωβισμένης πολιτικής ηγεσίας. Το χειρότερο, χωρίς οργανωμένους και ανεξάρτητους από την ελίτ εργαζόμενους οι οποίοι σύρονται πίσω από τις επιλογές του παρακμάζοντος ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού. Η αύξηση των πολεμικών δαπανών με κανέναν τρόπο δεν εγγυάται έστω και την καπιταλιστική ανάπτυξη, πολύ περισσότερο μπορεί να μας οδηγήσουν σε πολεμικές περιπέτειες από τις οποίες δεν θα υπάρξει έξοδος διαφυγής.

Και η «μικρή πλην τιμία» Ελλάς;

Δυστυχώς η Ελλάδα, ενταγμένη στην ΕΕ και υποταγμένη στις επιλογές του ευρω-κέντρου δεν θα αποφύγει το βαρύ κόστος των αυξημένων πολεμικών δαπανών. Χρόνια τώρα στις υψηλότερες θέσεις του πίνακα των στρατιωτικών δαπανών της Δύσης –ελληνοτουρκικός ανταγωνισμός και ΝΑΤΟϊκές “υποχρεώσεις” γαρ- θα ακολουθήσει την νέα σταυροφορία. Για την επόμενη 12ετία ακολουθεί ένα τεράστιο  πρόγραμμα που μεταξύ των άλλων προβλέπει

■ αγορά μιας ακόμα (τέταρτης) γαλλικής φρεγάτας και δυο ιταλικών φρεγατών

■ αγορά της «Ασπίδας του Αχιλλέα» από ισραηλινές εταιρείες που θα εξαπλώνεται σε ολόκληρη την Ανατολική Μεσόγειο

■ προμήθεια και άλλων (πέρα των αρχικών 20) αεροσκαφών F-35 με στόχο να έχει, μέχρι το 2030 η Ελλάδα τουλάχιστον 200 πολεμικά αεροσκάφη «νέας γενιάς»

■ εγκατάσταση ενός ακόμα αμυντικού συστήματος με στόχευση προς τη Ρωσία

Για το 2024 η Ελλάδα διέθεσε το 3,08% του ΑΕΠ της (6,1 δισ. ευρώ) σε στρατιωτικές δαπάνες. Το ποσό αυτό την επόμενη 4ετία (2025-2028) θα εκτιναχτεί καθώς θα χρηματοδοτηθούν οι αγορές των πολεμικών συστημάτων που θα παραληφθούν σε αυτή την περίοδο (Raffale, F35, Belharra). Είναι προφανές ότι για τον ελληνικό καπιταλισμό οι «δουλειές» που θα προκύψουν από το ReArm θα είναι πολύ λίγες. Από την άλλη το κόστος του προγράμματος θα επιβαρύνει τα δημοσιονομικά της χώρας και ενώ το μοντέλο στο οποίο πορεύεται δεν έχει αλλάξει ούτε κατ’ ελάχιστο σε σχέση με την προ μνημονίων εποχή…

 

 

 

Σχετικά:

1. Μιλιταριστικός Κεϋνσιανισμός: Στρατηγική Επιλογήτων Ισχυρών και οι Οικονομικές της Επιπτώσεις

2. Επικίνδυνος ο στρατιωτικός κεϋνσιανισμός

3. Πως η Ευρώπη έπεσε στην αγκαλιά τηςπολεμοκαπηλείας, και τι πρέπει εμείς να κάνουμε

4. Στρατιωτικοί προϋπολογισμοί και οικονομικήανάπτυξη


Το οικονομικό θαύμα που σκότωσε εκατομμύρια






 

 

Ενδεχόμενη κίνηση για νέα υψηλά σε ΓΔ και S&P500

Σε συνέχεια της προηγούμενης ανάρτησης ( εδώ ) ρίχνουμε μια σύντομη ματιά κατ' αρχήν στον S&P 500 που δείχνει να ανακτά την ιστορική...