Σάββατο 20 Αυγούστου 2022

Η 8μηνη γραμμή αντίστασης: θα σπάσει ή θα γυρίσουμε στα ίδια;

Μια έκτακτη καλοκαιρινή ενημέρωση καθώς βασικοί χρηματιστηριακοί δείκτες πλησίασαν ταυτόχρονα σημαντική γραμμή αντίστασης. Είναι η γραμμή που ξεκινά από τα υψηλά της αρχής του έτους και περνά από τα υψηλά του Απριλίου. Είναι προφανές πως για να σπάσει η 8μηνη πτωτική τάση θα πρέπει να ξεπεραστεί αυτή η σημαντική γραμμή αντίστασης.

Στις ΗΠΑ τα πράγματα είναι καλύτερα καθώς έχουν σημειωθεί νέα πρόσφατα υψηλά σε σχέση με τα προηγούμενα υψηλά (του Ιουνίου) ενώ έχει διασπαστεί και ο MAC 25 εβδομάδων (να σημειώσω ότι ο Dow είχε διασπάσει την γραμμή 8μηνης αντίστασης αλλά την τελευταία μέρα της εβδομάδας έκλεισε κάτω από αυτήν).


 

Στην Γερμανία τα πράγματα είναι λιγότερο ενθαρρυντικά ίσως επειδή εκεί η οικονομία πλήττεται περισσότερο από την αμερικάνικη. Μετά τον διπλό πυθμένα δεν δημιουργήθηκε υψηλότερη κορυφή ενώ δεν διασπάστηκε και ο MAC 25 εβδομάδων.

 

Στα δικά μας, στον ΓΔ (ATG), στην μεγάλη κεφαλαιοποίηση (ATF) και στον ΔΤΡ η εικόνα στα ημερήσια διαγράμματα (οι γραμμές έχουν σχεδιαστεί με βάση τα εβδομαδιαία διαγράμματα) είναι αντίστοιχη: βραχυχρόνια ανοδικά και πτωτικά κύματα (που θα μπορούσε να εκμεταλλευτεί κανείς με τον MAC 10 ημερών -κανάλι ΚΜ υψηλών και χαμηλών) και τώρα αναμέτρηση με την 8μηνη γραμμή αντίστασης.


 


 

Από εβδομάδα η απάντηση στο ερώτημα αν ανατρέπεται η 8μηνη πτώση... 

 

 

 Σχετικά

1. Πως στήθηκε από τα hedge funds το ράλι αντίδρασης στις ΗΠΑ

2. I' m Calling the Top in the S&P500

3. Τελείωσε το bear market ράλι;

4. S&P 500: What History says about years that started as badly as 2022 



 

 Τα «κλεμμένα»

 

Τσάλεντζερ (Τσ.): «Οι σέρφερς προχωρούν με τα πόδια μέσα στη θάλασσα και περιμένουν να έρθει ένα μεγάλο κύμα. Όταν το κύμα πλησιάσει, ανεβαίνουν επάνω στη σανίδα και ρίχνουν προς τα εμπρός το βάρος τους, καθώς το κύμα τους κτυπά».
[…]
- «Αλλά τι σχέση έχει αυτό με τη Φυσική των κυμάτων και των σωματιδίων;» ρώτησα. Χάρηκα που είχε λυθεί το αστυνομικό μυστήριο, αλλά μου φάνηκε ότι είχε ξεφύγει από το θέμα της αρχικής διαφωνίας του με τον Σάμερλι.
Τσ.: «Λοιπόν, καλέ μου γιατρέ, δείχνει ότι ένα σωματίδιο μπορεί να καθοδηγείται από ένα κύμα, παρότι πρόκειται για μια εντελώς διαφορετική οντότητα».

Τότε το πρόσωπο του Σάμερλι φωτίστηκε.
Τσ.: «Ας υποθέσουμε ότι το σύμπαν διατρέχεται από αόρατα κύματα, μέσω των οποίων καθοδηγούνται τα φωτόνια, τα ηλεκτρόνια και τα άλλα σωματίδια, όπως οι σέρφερς καθοδηγούνται από τα κύματα της θάλασσας», συνέχισε με πομπώδες ύφος ο Τσάλεντζερ.
«Θυμηθείτε το πείραμα με τις δυο σχισμές. Υποθέστε ότι μαζί με την εκπομπή του ηλεκτρονίου αρχίζει επίσης να εκπέμπεται και ένα κύμα, επάνω στο οποίο σερφάρει το ηλεκτρόνιο. Το ηλεκτρόνιο σε κάθε δεδομένη στιγμή βρίσκεται σε ΜΙΑ μόνο θέση και, αναμφίβολα, περνά μόνο από τη μια από τις δυο σχισμές. Αλλά το κύμα περνά και από τις ΔΥΟ σχισμές και, καθώς το ηλεκτρόνιο συνεχίζει να καθοδηγείται από το κύμα, η τροχιά του επηρεάζεται από την άλλη σχισμή».
- «Αλλά πως εξηγείτε το γεγονός ότι η μέτρηση του από ποια σχισμή θα περάσει το ηλεκτρόνιο –η παρατήρηση- καταστρέφει το σχήμα της συμβολής;» ρώτησε ο Σάμερλι.
Τσ.: «Πιστεύω ότι η μέτρηση πετάει το ηλεκτρόνιο μακριά από το κύμα, όπως ακριβώς ακόμη και το πιο ελαφρύ σκούντημα μπορεί να προκαλέσει την απώλεια ισορροπίας του σέρφερ».
[…]  
- «Τώρα βλέπω ότι και οι δυο σας έχετε δίκιο. Τα θεμελιώδη στοιχεία του φωτός και της ύλης είναι σωματίδια: τα φωτόνια, τα ηλεκτρόνια και τα υπόλοιπα. Αλλά όλα τους κινούνται επάνω σε καθοδηγητικά κύματα, τα οποία καθορίζουν τη μοίρα τους […]»


“Η υπόθεση της ερημικής παραλίας” (από το “Παράδοξο του Αϊνστάιν” του Colin Bruce)

 

   

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

  

Τρίτη 9 Αυγούστου 2022

Τι είναι επιτέλους αυτοί οι Ουκρανοί;

 

Είναι το ουκρανικό ένα ανύπαρκτο έθνος -όπως ισχυρίζεται ο ρωσικός εθνικισμός; Είναι ένα λαμπρό έθνος που απλώς δεν μπόρεσε να αποκτήσει την ανεξαρτησία του –όπως διατείνεται ο ουκρανικός εθνικισμός;

Η απάντηση θα μπορούσε να δοθεί μόνο αν κατανοήσουμε τι λέει η Άννα Φραγκουδάκη (καθηγήτρια κοινωνιολογίας της εκπαίδευσης στο Παιδαγωγικό Τμήμα Νηπιαγωγών του ΕΚΠΑ και διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Rene Descartes - Paris V):

«Κατά τις επιστήμες, κανένα ΣΥΓΧΡΟΝΟ έθνος δεν έχει κοινή εθνοτική βάση κι ακόμα λιγότερο "βιολογική" συγγένεια. Ο διάσημος ορισμός των εθνών από τον Αμερικανό θεωρητικό Μπένεντικτ Άντερσον, "Φαντασιακές κοινότητες" (Εκδ. Νεφέλη, 1997), συχνά παρανοείται, ιδίως από φοιτητές. Καταλαβαίνουν το φαντασιακή σαν "ανύπαρκτη". Ο ορισμός καθόλου δεν εννοεί "ανύπαρκτη", άλλωστε θα ήταν ανοησία, το έθνος είναι για κοντά ΤΡΕΙΣ ΑΙΩΝΕΣ πανίσχυρα υπαρκτό στον κόσμο και η ύπαρξή του έχει κοστίσει ποταμούς αίματος. Σημαίνει κοινότητα που δεν είναι "φυσική", είναι ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΜΕΝΗ, ΠΡΟΪΟΝ όχι αντικειμενικής συγγένειας, αλλά ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΒΟΥΛΗΣΗΣ. Το έθνος είναι έννοια ΝΕΩΤΕΡΙΚΗ, ιστορική κατασκευή της πολιτικής βούλησης. Άρα η ικανότητα του έθνους-κράτους να ενοποιεί τους πολίτες εντός των συνόρων του σε κοινότητα συμφερόντων είναι ισχύς που πηγάζει από την πολιτική βούληση, από την εθνική αυτογνωσία και τον ορθολογισμό, ΟΧΙ από τη μυθική "συγγένεια"».

Για να δώσουμε την τελική απάντηση στο ερώτημα θα κάνουμε μια μικρή ανακεφαλαίωση της Ιστορίας της περιοχής της σημερινής χώρας που λέγεται Δημοκρατία της Ουκρανίας (θα την αναφέρω ως Ουκρανία όταν αναφέρομαι στην χώρα που δημιουργήθηκε πριν από εκατό χρόνια) προσπαθώντας να την διαχωρίζω από την περιοχή, τον χώρο, που θα γράφω ως ουκρανία (που ως όρος εμφανίστηκε μερικούς αιώνες νωρίτερα και στην μεσαιωνική ρωσική γλώσσα σήμαινε “ακριτική γη” [της Ρωσίας]).

(Η ονομασία ουκρανία αρχικά δεν αφορούσε την περιοχή όλης της Ουκρανίας αλλά μόνο ορισμένα νοτιοδυτικά εδάφη του αρχαίου κράτους των Ρως. Αργότερα ο όρος επεκτάθηκε και σε άλλες περιοχές, ανατολικότερα και νοτιότερα, ενώ από τον 16ο αι. άρχισε να χρησιμοποιείται και σε επίσημα έγγραφα ως ονομασία της περιοχής).

Όσο για τους ανθρώπους που έχουν ουκρανική εθνική συνείδηση, τους εθνικά Ουκρανούς, θα χρησιμοποιώ την γραφή українці καθώς στην Δημοκρατία της Ουκρανίας ζούσαν και ζουν και άλλες εθνοτικές και εθνικές κοινότητες.

Για να γίνει πιο κατανοητή η αφήγηση αναγκαστικά θα εξεταστεί η ευρύτερη περιοχή που περικλείεται από τα Ουράλια στα ανατολικά, τους ποταμούς Βιστούλα και Προύθο στα δυτικά, την Βαλτική θάλασσα στα βόρεια και την Μαύρη θάλασσα στα νότια. Για λόγους ευκολίας ας την ονομάσουμε, έστω και καταχρηστικά, «ανατολική Ευρώπη» και ουσιαστικά περιλαμβάνει την Ρωσία, την Λευκορωσία και την Ουκρανία.  

Κλείνοντας με τα εισαγωγικά, να σημειώσω ότι ο όρος εθνικισμός δηλώνει αφενός την προοδευτική ιδεολογία που δημιούργησε τα νεοτερικά έθνη/nations μέσα στα σπλάχνα των φεουδαρχικών αυτοκρατοριών και αφετέρου την αντιδραστική ιδεολογία των τελευταίων εκατό ετών που σπεκουλάροντας πάνω σε μια αρχικά προοδευτική ιδεολογία και σε εθνικούς μύθους βάζει τις υποτελείς τάξεις να σφάζονται για χάρη των συμφερόντων των δικών «τους» κυρίαρχων τάξεων.   

 

Οι περιοχές της (σημερινής) Ουκρανίας

 

Οι απαρχές της Ιστορίας


Μέχρι τις αρχές του 9ου αιώνα, σε αντίθεση με την υπόλοιπη Ευρώπη, η περιοχή αυτή έμενε χωρίς οργανωμένες κρατικές οντότητες (παρότι είχε κατοικηθεί από χιλιετίες νωρίτερα από διάφορες πληθυσμιακές ομάδες και πολιτισμούς). Στον δασωμένο βορά της μετακινούνταν σλαβικές φυλές από τα δυτικά και στον στεπώδη νότο της έκαναν συχνά την εμφάνιση τους ορδές ασιατών νομάδων ιππέων που επέδραμαν μέχρι τις ουγγρικές πεδιάδες με σκοπό το πλιάτσικο. 

Ο καταλύτης για τον σχηματισμό της πρώτης κρατικής οντότητας ήταν οι πολεμιστές-έμποροι των ποταμών που έμειναν γνωστοί με την ονομασία «Βάραγγοι» και δεν ήταν άλλοι από σκανδιναβούς Βίκινγκς που επέλεξαν την ανατολική Ευρώπη για τις δραστηριότητες τους. Ξεκινώντας από τον φινλανδικό κόλπο ακολουθούσαν έναν υδάτινο δρόμο που κυριότερο τμήμα του ήταν ο ποταμός Δνείπερος και μέσω αυτού συνέδεαν εμπορικά την βόρεια και ανατολική Ευρώπη με την Βαγδάτη και, κυρίως, με την Κωνσταντινούπολη. Κατά μήκος του υδάτινου δρόμου των Βαράγγων ιδρύθηκαν εμπορικοί σταθμοί και πόλεις (Νόβγκοροντ, Σμολένσκ και Κίεβο). Ένας Βάραγγος ηγεμόνας ονόματι Ριούρικ ίδρυσε την ομώνυμη δυναστεία και το πρώτο κράτος στην ανατολική Ευρώπη, το (πρωτοφεουδαρχικό) κράτος των Ρως (πιθανώς από το αρχαίο φινλανδικό Rus που σήμαινε «ξένος»). Επειδή η πρώτη πρωτεύουσα του κράτους ήταν το Κίεβο το κράτος ονομάστηκε «Ρωσία του Κιέβου».

Ο εκχριστιανισμός των Ρως

Σύμφωνα με το «Πρώτο Χρονικό των Ρως» (η πρώτη αφήγηση της Ιστορίας από την πλευρά των Ρως), το 988 ένας απόγονος του Ριούρικ, ο Βλαδίμηρος Α΄ Σβιατοσλάβιτς (956-1015), βαφτίστηκε χριστιανός βαφτίζοντας χριστιανούς και τους υπηκόους του βασιλείου του υιοθετώντας τον χριστιανισμό από το «Βυζάντιο».

Ο πλούτος που εξακολουθούσε να συσσωρεύεται στο βασίλειο των Ρως συνδυάστηκε με τον εκχριστιανισμό τους και έδωσε ισχυρή ώθηση σε έναν νέο, σλαβικού χριστιανικού χαρακτήρα πολιτισμό: χτίστηκαν πάμπολλοι ναοί, άνοιξαν βιβλιοθήκες, αναδείχτηκαν μηχανικοί και ζωγράφοι και υιοθετήθηκε (δανεισμένο από τους Βούλγαρους) ως σύστημα γραφής η παλαιά εκκλησιαστική σλαβονική η οποία προσαρμόστηκε στις ιδιαιτερότητες των τοπικών διαλέκτων των Ρως. Όλη αυτή η διαδικασία έδωσε την δυνατότητα αρχικά της μεταφοράς του «Βυζαντινού» πολιτισμού στο νεοπαγές βασίλειο και στην συνέχεια στην ανάπτυξη του ιδιαίτερου σλαβικού χριστιανικού πολιτισμού των Ρως του Κιέβου.


        Το κράτος των Ρως στα 979

 

Η κατάτμηση του κράτους των Ρως

Το κράτος των Ρως διατηρούσε κάποια ενοποιητικά χαρακτηριστικά: μια δυναστεία, μια κοινή θρησκεία, ένα σύστημα διοίκησης και ένα σύστημα γραφής (αν και στην επικράτεια του μιλιόνταν τοπικές γλώσσες, κυρίως σλαβικές αλλά και άλλες).

Η τακτική όμως να μοιράζεται η επικράτεια στους απογόνους των βασιλέων ήταν η αιτία να σχηματιστούν πολλά μικρά πριγκιπάτα που ενίοτε ανταγωνίζονταν μεταξύ τους. Ένα από τα πριγκιπάτα αυτά ήταν το πριγκιπάτο Βλαντίμιρ-Σουζντάλ από το οποίο προήλθε αργότερα το Μεγάλο Δουκάτο της Μοσχοβίας.

 

  Το κράτος των Ρως στα 1215

 

Η οριστική διάλυση του κράτους των Ρως

Αν «στην εποχή της Ρωσίας του Κιέβου διαμορφώθηκε η αρχαία-ρωσική λαότητα που αποτέλεσε τον πυρήνα του σχηματισμού των τριών αδελφών λαοτήτων –της Ρωσικής, της Ουκρανικής και της Λευκορωσικής» (Σοβιετική Εγκυκλοπαίδεια, τ. 31) μετά τον θάνατο του μεγάλου πρίγκιπα του Κιέβου Μστισλάβ (1125-32) οριστικοποιήθηκε η διάσπαση του βασιλείου σε 25 ανεξάρτητα κράτη και, στην συνέχεια, μετά την εισβολή των Μογγόλων χαν, άνοιξε ο δρόμος για την διαφοροποίηση της συγκρότησης των τριών αυτών «λαοτήτων».   

Ο καταλύτης στην μετέπειτα τριχοτόμηση του παλαιού κράτους των Ρως, της «ανατολικής Ευρώπης», ήταν η επέκταση της μογγολικής αυτοκρατορίας που είχε ιδρύσει ο Τζενγκίς χαν (1162-1227) στις αρχές του 13ου αι. Ο εγγονός του Τζενγκίς χαν, Μπατί χαν, μέχρι το 1240 κατέλαβε ουσιαστικά όλη την περιοχή από την Μαύρη θάλασσα μέχρι την Πολωνία και την Ουγγαρία. Η περιοχή της ουκρανίας και τμήματα της σημερινής Λευκορωσίας εντάχθηκαν στο κράτος των Μογγόλων χαν ενώ τα υπόλοιπα πριγκιπάτα έγιναν φόρου υποτελή. Ο εμφύλιος πόλεμος μεταξύ των επιγόνων του Τζενγκίς χαν μετά τα μέσα του 13ου αι. απλώς μετέφερε την κυριότητα της περιοχής στην «Χρυσή Ορδή», δλδ. τους τουρκόφωνους απόγονους της φυλής των Τατάρων που είχαν υποταχθεί παλαιότερα στην εξουσία του Τζενγκίς χαν.         


 Η «ανατολική Ευρώπη» στα μέσα του 13ου αι. μετά την υποταγή της στην μογγολική αυτοκρατορία

 

Η δυτική ουκρανία υπό την κατοχή Πολωνίας και Λιθουανίας και το Μεγάλο Δουκάτο της Μοσχοβίας

Στα νοτιοδυτικά του αρχικού κράτους των Ρως, μετά το 1340, άρχισαν να «βάζουν πόδι» τα γειτονικά κράτη εκδιώκοντας σταδιακά την μογγολική αυτοκρατορία και την Χρυσή Ορδή που την διαδέχτηκε: αρχικά το Λιθουανικό πριγκιπάτο (κατέκτησε το μεγαλύτερο τμήμα της Βολινίας, το πριγκιπάτο του Κιέβου και την Ποντόλια), η Πολωνία (κατέκτησε την Γαλικία και την δυτική Βολινία), το πριγκιπάτο της Μολδαβίας (κατέκτησε την Μπουκοβίνα) και η Ουγγαρία (κατέκτησε την Υπερκαρπαθία). Στα μέσα του 15ου αι., μετά από έναν αιώνα, η σημερινή Ουκρανία (πλην του νότιου και ανατολικού της τμήματος που έμενε στην κυριαρχία του χανάτου της Κριμαίας), η σημερινή Λευκορωσία και τμήμα της σημερινής Ρωσίας βρίσκονταν υπό την κυριαρχία της Πολωνίας και της Λιθουανίας που ήταν ενωμένες από τα τέλη του 14ου αι. σε προσωπική ένωση υπό τον βασιλιά της Πολωνίας (που ήταν και μεγάλος Δούκας της Λιθουανίας).

 Η «ανατολική Ευρώπη» στα 1453

 

Εν τω μεταξύ, στα ανατολικά εδάφη του αρχαίου κράτους των Ρως, αναπτυσσόταν αργά αλλά σταθερά το Μεγάλο Δουκάτο της Μοσχοβίας (με πρωτεύουσα την Μόσχα) το οποίο, στα 1480, αποτίναξε τον ταταρικό ζυγό και άρχισε να συσπειρώνει γύρω του και τα υπόλοιπα ανατολικά πριγκιπάτα.

Αν και οι πολιτιστικές και θρησκευτικές σχέσεις μεταξύ των λαών του αρχαίου κράτους των Ρως δεν διακόπηκαν εντελώς οι πολιτικές διαιρέσεις που προέκυψαν από την εισβολή της μογγολικής αυτοκρατορίας θεωρούνται από τους ιστορικούς ως βασικό στοιχείο στην διαμόρφωση τριών διακριτών εθνοτικών ομάδων πάνω στους Ρως: οι ρώσοι στα ανατολικά και οι -αποκαλούμενοι από τους ιστορικούς της πρώιμης σύγχρονης εποχής ως «ρουθηνοί»- λευκορώσοι και ουκρανοί στα δυτικά.

Για τους «ρουθηνούς» αγρότες η κατάσταση δυσκόλεψε από τις αρχές του 16ου αι. όταν οι ευγενείς γαιοκτήμονες της Πολωνίας-Λιθουανίας τους μετέτρεψαν σε δουλοπάροικους που εργάζονταν σκληρά στα μεγάλα φέουδα στα οποία χωρίστηκε η ουκρανική γη. Ο πλούτος των γαιοκτημόνων αυξανόταν όσο η ζωή των «ρουθηνών» αγροτών χειροτέρευε. Τον περισσότερο καιρό οι ουκρανοί εργάζονταν για χάρη των αφεντικών και όταν διαμαρτύρονταν για τα δυσβάστακτα βάρη αντιμετώπιζαν τιμωρίες που έφταναν ακόμη και στον θάνατο. 

Οι κοζάκοι

Δουλοπάροικοι που δεν άντεχαν τον ζυγό των Πολωνών φεουδαρχών δραπέτευαν προς τις στέπες του νότου όπου ασχολούνταν με το κυνήγι, το ψάρεμα και την συλλογή αλατιού από τις ακτές της Μαύρης θάλασσας. Στις περιοχές αυτές που μέχρι τότε έμεναν εκτός οποιασδήποτε κρατικής οργάνωσης αντιμετώπιζαν τον κίνδυνο να συλληφθούν από συμμορίες τατάρων και να πουληθούν ως σκλάβοι στην οθωμανική αυτοκρατορία γι’ αυτό και έγιναν σκληροί πολεμιστές. Αυτοί οι ουκρανόφωνοι «ρουθηνοί» έμειναν γνωστοί με την συλλογική ονομασία «κοζάκοι» (στα τουρκικά kazak=περιπλανώμενος, ανεξάρτητος).  



Η ουνία

Το 1569 δημιουργήθηκε η Πολωνο-Λιθουανική Κοινοπολιτεία που μετέφερε τις ουκρανικές κτήσεις στην Πολωνία (Ένωση του Λούμπλιν) και τις λευκορωσικές στην Λιθουανία διασπώντας και απομονώνοντας τους «ρουθηνούς» σε ξεχωριστές πολιτικές αρμοδιότητες.

Αν τον 14ο – 15ο αι. άρχισε να διαμορφώνεται η ουκρανική εθνότητα με τις ιδιομορφίες στην γλώσσα, στον πολιτισμό και στα έθιμα της η εδραίωση της ολοκληρώθηκε τον 16ο – 17ο αι. Σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη εθνοτικών δεσμών ήταν η άγρια εκμετάλλευση που υφίσταντο οι ουκρανοί αγρότες από τους Πολωνούς φεουδάρχες καθώς και οι διακρίσεις (προνόμια στη βιοτεχνία, στο εμπόριο κ.ά.) υπέρ του πολωνικού πληθυσμού που ασπαζόταν το ρωμαιοκαθολικό χριστιανικό δόγμα και σε βάρος των ουκρανών που εξακολουθούσαν να ακολουθούν τον ορθόδοξο χριστιανισμό. Σημαντικό επεισόδιο ήταν η συνθηκολόγηση των ρουθηνών επισκόπων που, παρά την λαϊκή αντίθεση των ομόθρησκων τους, κήρυξαν την ένωση με την Καθολική Εκκλησία και την υποταγή τους στον Πάπα της Ρώμης με αντάλλαγμα την διατήρηση του τυπικού της ανατολικής Εκκλησίας (Ένωση του Μπρεστ, 1596) -ουνία.

Η διαφορά στην γλώσσα, στην θρησκεία και στα έθιμα, οι διακρίσεις σε βάρος των ουκρανόφωνων «ρουθηνών», η ύπαρξη κοζάκικου «στρατού» που, όταν δεν ήταν χρήσιμος στην Πολωνία εναντίον της οθωμανικής αυτοκρατορίας, γινόταν αντικείμενο διώξεων από το πολωνικό κράτος και η καθήλωση των ουκρανόφωνων «ρουθηνών» σε θέση δουλοπάροικων αγροτών (ακόμη και όσοι φεουδάρχες ήταν «ρουθηνικής» καταγωγής προτιμούσαν να ενταχθούν στην πολωνική κουλτούρα) είχαν ως αποτέλεσμα να ξεσπάσουν πολλές αγροτικές και κοζάκικες εξεγέρσεις στο πρώτο μισό του 17ου αι.       


 Η «ανατολική Ευρώπη» στα 1648: η σημερινή Ουκρανία μοιρασμένη ανάμεσα στην Πολωνία και την Οθωμανική αυτοκρατορία

 

Η ενσωμάτωση της ουκρανίας στην Ρωσία/Δουκάτο της Μοσχοβίας

Το 1648 ξεκίνησε μια ακόμη εξέγερση εναντίον της Πολωνο-Λιθουανικής Κοινοπολιτείας, αυτή τη φορά υπό την ηγεσία του αταμάνου του κοζάκων Μπογντάν(Βοχντάν) Χμελνίτσκι. Οι εξεγερμένοι ζήτησαν την βοήθεια της Ρωσίας η οποία είχε συγκροτηθεί πάνω στο παλαιό Δουκάτο της Μοσχοβίας και των επεκτάσεων του. Το 1654 αποφασίστηκε η ένωση με την Ρωσία των ουκρανικών εδαφών που απελευθερώνονταν από την Κοινοπολιτεία. Το ίδιο έτος καθορίστηκε η αυτονομία των εδαφών αυτών στα πλαίσια της Ρωσίας.   

Στα επόμενα χρόνια η Ρωσία επεκτάθηκε ανατολικά προς την Σιβηρία, δυτικά σε βάρος της Κοινοπολιτείας (η οποία μέχρι το τέλος του 18ου αι. διχοτομήθηκε) και προς τα νότια, για πρώτη φορά, στις στέπες βορείως της Μαύρης θάλασσας (1783). Στο τέλος του αιώνα το μεγαλύτερο τμήμα της σημερινής Ουκρανίας (και της σημερινής Λευκορωσίας) ήταν τμήμα της ρωσικής αυτοκρατορίας: οι γαιοκτήμονες ανατολικά του Δνείπερου (Αριστερή Όχθη) ήταν ρωσόφωνοι ουκρανοί ή ρώσοι, δυτικά του Δνείπερου (Δεξιά Όχθη) ήταν κυρίως Πολωνοί αλλά οι αγρότες ήταν κυρίως ουκρανόφωνοι. Στα νότια υπήρχαν ρωσόφωνοι πληθυσμοί αλλά και πολλοί πληθυσμοί (κυρίως έλληνες, βούλγαροι και γερμανοί) που μεταφέρθηκαν εκεί για να πλαισιώσουν τους τάταρους και τους ουκρανόφωνους. Μειονότητες εβραίων ήταν διασπαρμένες σε όλη την ουκρανία, κυρίως όμως στα αστικά κέντρα (στην Δεξιά Όχθη αποτελούσαν ~10% του πληθυσμού και στην Αριστερή Όχθη το ~5% του πληθυσμού). Το δυτικό τμήμα της ουκρανίας εντάχθηκε στην αυτοκρατορία των Αψβούργων.      


Η «ανατολική Ευρώπη» στα 1789: πλην του δυτικού της τμήματος η υπόλοιπη (σημερινή) Ουκρανία γίνεται τμήμα της τσαρικής Ρωσίας

Στην εποχή των νεοτερικών εθνών – το έθνος των українці

«Είμαι γιός του λαού, γιος ενός έθνους που ανατέλλει. Είμαι ένας αγρότης: πρόλογος όχι επίλογος» (Ιβάν Φράνκο)

Η αυτοκρατορική Ρωσία ακολούθησε μια πολιτική ενσωμάτωσης των πληθυσμών της και ειδικά για αυτόν το σκοπό απέναντι στους κοζάκους χρησιμοποίησε περιοριστικά μέτρα μέχρι που η τσαρίνα Αικατερίνη κατάργησε την επικράτεια τους (χετμανάτο) και την χώρισε σε τρία κυβερνεία (Γενικό Κυβερνείο του Κιέβου –στα βορειοδυτικά-, Γενικό Κυβερνείο της Μικρής Ρωσίας –στα βορειοανατολικά- και το Γενικό Κυβερνείο της Νέας Ρωσίας και της Βεσαραβίας). Οι πρώην αξιωματικοί των κοζάκων απλώς ενσωματώθηκαν στην τσαρική αριστοκρατία (όπως και οι ουκρανοί γαιοκτήμονες είχαν σε μεγάλο βαθμό προσαρμοστεί στις εξουσίες των διαφόρων αυτοκρατοριών που κατείχαν κατά καιρούς τα εδάφη της ουκρανίας). Στα μέσα του 19ου αι., πρώτα στην κατεχόμενη από τους Αψβούργους δυτική ουκρανία και στην συνέχεια στην ρωσική ουκρανία, καταργήθηκε η δουλοπαροικία και οι ουκρανοί αγρότες απέκτησαν την ελευθερία τους.

Ο 19ος αι. όμως ήταν και ο αιώνας της συγκρότησης των εθνικών συνειδήσεων σε όλη την Ευρώπη. Κάτω από την επίδραση του Διαφωτισμού και των αστικών επαναστάσεων (πρότυπο αυτών η γαλλική επανάσταση) διάφορες εθνοτικές ομάδες πνιγμένες στις πολυπολιτισμικές αυτοκρατορίες “ανακάλυπταν” την διαφορετικότητα τους (κίνημα του εθνικισμού). Απαραίτητοι όροι για τα εθνικά κινήματα ήταν μια, έστω ασθενής, αστική τάξη και μια πνευματική ελίτ. Η πρώτη καθόριζε τα όρια της οικονομικής της δράσης (αν και στην ουκρανία η αστική τάξη, σε εθνοτική βάση, ήταν κυρίως μη ουκρανική ώστε οι ντόπιοι σοσιαλιστές να ορίσουν το έθνος τους ως μπερμπουρζαουνίστ: «χωρίς αστική τάξη») και η δεύτερη αναλάμβανε να φτιάξει την αφήγηση, τον εθνικό μύθο, που θα μπορούσε να εντάξει τις αμόρφωτες λαϊκές μάζες (κυρίως αγρότες) στο στόχο δημιουργίας ενός εθνικού κράτους. Έτσι και στην ουκρανία ένα (πληθυσμιακά μικρό) στρώμα διανόησης άρχισε να συλλέγει τραγούδια, ιστορίες και άλλα πολιτισμικά στοιχεία, να συντάσσει λεξικά και να καταγράφει διαλέκτους της ουκρανικής γλώσσας. Το ηρωικό παρελθόν των κοζάκων έγινε σημαντικό κεφάλαιο στην αφήγηση του ουκρανικού εθνικισμού. Στην ουκρανία των Αψβούργων (Γαλικία, Υπερκαρπαθία και Μπουκοβίνα) το εθνικό κίνημα αναπτύχθηκε με μεγαλύτερες ελευθερίες γύρω από ένα στρώμα διανοουμένων προερχόμενων από τον ουνιτικό κλήρο ενώ στην τσαρική Ρωσία αντιμετώπισε από περιορισμούς μέχρι διώξεις. Μάλιστα, στην Ρωσία, οι ηγέτες του κινήματος πολλές φορές φυλακίστηκαν ή εξορίστηκαν ενώ η ουκρανική γλώσσα θεωρήθηκε επισήμως… ανύπαρκτη: το 1863 σε εγκύκλιο που εξέδωσε ο υπουργός Εσωτερικών Βαλούεφ, ανακοινώθηκε ότι η ουκρανική γλώσσα «δεν υπήρξε ποτέ, δεν υπάρχει και δεν μπορεί να υπάρξει». Η απάντηση ήταν η συνέχιση της παράνομης δράσης (με κέντρα το Κίεβο και το Χάρκοβο) που το 1900 κατέληξε στην δημιουργία του Επαναστατικού Ουκρανικού Κόμματος (ΕΟυΚ/RUP). Από την αρχή της συγκρότησης του το κόμμα αυτό κάλεσε στην δημιουργία μιας ανεξάρτητης Ουκρανίας. Ταυτοχρόνως, στην ουκρανία δρούσε και το Σοσιαλδημοκρατικό Εργατικό Κόμμα της Ρωσίας (ΣΔΕΚΡ). Ήταν το κόμμα των επαναστατών μαρξιστών της Ρωσίας από το οποίο προέκυψαν αργότερα οι μενσεβίκοι και οι μπολσεβίκοι.

Οι «ρουθηνοί» της δυτικής ουκρανίας (όπου οι ελευθερίες ήταν σαφώς μεγαλύτερες σε σχέση με την τσαρική Ρωσία) επέλεξαν και αυτοί να συνταχθούν με την ουκρανική ταυτότητα. Το 1890 ιδρύθηκε το πρώτο ουκρανικό κόμμα με την επωνυμία Ριζοσπαστικό Κόμμα (αγροτικό κόμμα σοσιαλιστικού προσανατολισμού) που λίγο αργότερα μέλη του ίδρυσαν το Ουκρανικό Εθνικό Δημοκρατικό Κόμμα. Ένα τρίτο ουκρανικό κόμμα, εργατικής κατεύθυνσης αυτό, ιδρύθηκε με την επωνυμία Ουκρανικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα - στη Γαλικία (ΟυΣΔΚ/USDP). Τα τρία αυτά κόμματα διακήρυξαν επίσης την αναγκαιότητα ίδρυσης ανεξάρτητης Ουκρανίας.

 

Ένα (νέο) έθνος ψάχνει κρατική υπόσταση στην «εποχή των πολέμων και των επαναστάσεων»

Το 1905 ήταν η χρονιά της αποτυχημένης επανάστασης στην Ρωσία και η χρονιά της ίδρυσης του Ουκρανικού Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος (ΟυΣΔΕΚ/USDRP) μετά από μια διάσπαση του ΕΟυΚ. Το κόμμα αυτό, τα μέλη του οποίου ο Λένιν κατηγόρησε ως «εκπροσώπους του πιο χαμηλού, ανόητου και αντιδραστικού εθνικισμού», είχε στην ηγεσία του, μεταξύ άλλων και τον Σίμον Πετλιούρα (Symon Petliura) ενώ διακήρυσσε την προτεραιότητα της εθνικής σε σχέση με την κοινωνική απελευθέρωση.

Μερικά χρόνια αργότερα, στην διάρκεια του Α ΠΠ, η ουκρανία έγινε θέατρο επιχειρήσεων μεταξύ τσαρικής Ρωσίας και Γερμανίας Τον Φεβρουάριο του 1917 ξέσπασε η αστικοδημοκρατική επανάσταση στην Πετρούπολη υπό την ηγεσία των μενσεβίκων (Προσωρινή Κυβέρνηση/ΠΚ). Ακολούθησε ταχύτατη ανάπτυξη σοβιέτ εργατών, αγροτών και στρατιωτών σε διάφορες πόλεις.

-Φεβρουάριος 1917 έως Οκτώβριος 1917

Στην ουκρανία το κέντρο της νέας, επαναστατικής, εξουσίας ήταν η Κεντρική Ράντα με έδρα το Κίεβο όπου την πλειοψηφία είχαν οι αγροτικού προσανατολισμού σοσιαλεπαναστάτες (εσέροι) και το ΟυΣΔΕΚ. Επιδιώκοντας την αναγνώριση και την αυτονομία της από την ΠΚ ανακήρυξε την ίδρυση της Ουκρανικής Λαϊκής Δημοκρατίας (ΟυΛΔ) ενός κρατικού μορφώματος που διεκδικούσε να γίνει μέρος μιας δημοκρατικής ομοσπονδίας μαζί με τις υπόλοιπες περιοχές της τσαρικής Ρωσίας. Ανώτατο όργανο της ΟυΛΔ ήταν η Γενική Γραμματεία (ΓΓ) με επικεφαλής τον Βλ. Βιννιτσένκο. Από την άλλη, οι μπολσεβίκοι που είχαν μικρότερη δύναμη από του ΟυΣΔΕΚ και τους εσέρους, είχαν την μεγαλύτερη επιρροή τους στα ανατολικά της χώρας και στα εργατικά στρώματα των πόλεων η δε αναφορά τους γινόταν στην ενιαία επαναστατική διαδικασία που έπρεπε να έχει ταξικό και όχι εθνικό πρόσημο (όπως απαιτούσε η ΓΓ της ΟυΛΔ). Στην πορεία των γεγονότων οι μπολσεβίκοι της ουκρανίας δημιούργησαν το δικό τους κέντρο εξουσίας, την Λαϊκή Γραμματεία (ΛΓ). Στις 17 Αυγούστου η ΠΚ εξέδωσε “προσωρινή εντολή” με την οποία αναγνώριζε την αρμοδιότητα της ΓΓ της ΟυΛΔ σε πέντε κυβερνεία (Κιέβου, Βολινίας, Πολτάβας, Τσερνίχιφ και Ποντόλια). 

 

-Οκτώβριος 1917 έως Απρίλιος 1918

Τον Οκτώβριο (7 Νοεμβρίου με το παλιό ημερολόγιο) εκδηλώθηκε η επανάσταση των μπολσεβίκων στην Πετρούπολη. Η ΓΓ της ΟυΛΔ που έβλεπε την επανάσταση πρώτα ως εθνική και μετά ως κοινωνική/ταξική δεν είδε με συμπάθεια την επανάσταση του Οκτωβρίου που οι μπολσεβίκοι χαρακτήρισαν ως κομμουνιστική. Πιστεύοντας ότι ήταν μια καλή ευκαιρία για την πλήρη ανεξαρτησία της, η ΓΓ της ΟυΛΔ καταδίκασε την επανάσταση την οποία χαρακτήρισε ως εμφύλιο και κήρυξε την ανεξαρτησία της (Ιανουάριος 1918). Οι μπολσεβίκοι της ουκρανίας και οι μειοψηφούντες του ΟυΣΔΕΚ που ήθελαν συμμαχία μαζί τους, αδυνατώντας να κερδίσουν την πλειοψηφία στην Ράντα, μετακινήθηκαν προς τα ανατολικά όπου και οργάνωσαν την δική τους εξουσία με πρωτεύουσα το Χάρκοβο. Για κάποιους μήνες ο χάρτης της ουκρανίας αποτελείτο από την ΟυΛΔ (ΥΗΡ), την Σοβιετική Δημοκρατία Ντόνετς-Κριβόι Ρόγκ (ΔΚΡ) υπό τον έλεγχο των μπολσεβίκων της ουκρανίας, την σοβιετική Δημοκρατία της Οδησσού και την Κριμαία (που ανήκε στην Ρωσία).

Η απάντηση από τους μπολσεβίκους της Ρωσίας στην ανακήρυξη της ανεξαρτησίας ήταν η εισβολή του Κόκκινου Στρατού που σε συνεργασία με τον στρατό της ΔΚΡ κατέλαβαν πολλά εδάφη της ΥΗΡ συμπεριλαμβανομένου και του Κιέβου. Προσπαθώντας να διασωθεί, η ΓΓ της ΟυΛΔ υπέγραψε την Συνθήκη του Μπρεστ-Λιτόφσκ (9 Φεβρουαρίου 1918) με την Γερμανία και την Αυστροουγγαρία (ένα μήνα μετά, πάλι στην ίδια πόλη, υπογράφηκε η γνωστή συνθήκη παύσης του πολέμου μεταξύ μπολσεβίκικης Ρωσίας και Γερμανίας).

 

- Απρίλιος 1918 έως Δεκέμβριος 1918

Το αποτέλεσμα των δυο αυτών συνθηκών ήταν να καταληφθούν τα ανατολικά και νότια εδάφη της ουκρανίας από την ΥΗΡ αλλά ταυτοχρόνως να μετατραπεί η χώρα σε ένα προτεκτοράτο της Γερμανίας η οποία κατάργησε και την ΓΓ και την ΛΓ της ΟυΛΔ. Αρχηγός του κράτους αυτού («Ukrayinska derzhava») ορίστηκε από τους Γερμανούς ο αταμάνος Πάβλο Σκοροπάντσκι, πρώην αξιωματικός του τσαρικού στρατού. Η κυβέρνηση Σκοροπάντσκι πήρε πίσω πολλές κατακτήσεις της επανάστασης και ταυτοχρόνως “στράγγιξε” την χώρα για να μεταφέρει πόρους προς την Γερμανία που συνέχιζε τον Α ΠΠ. Το αποτέλεσμα ήταν να ξεσπάσουν διαμαρτυρίες και ένοπλες λαϊκές εξεγέρσεις.

 

- Δεκέμβριος 1918 έως Δεκέμβριος 1919

Τον Νοέμβριο του 1918 επήλθε το τέλος του Α ΠΠ και τα ηττημένα γερμανικά στρατεύματα αποχώρησαν από την ουκρανία. Ο Σκοροπάντσκι άλλαξε στρατόπεδο και συμμάχησε με την Αντάντ ενώ το ΟυΣΔΕΚ ανασύστησε την ΟυΛΔ υπό την διοίκηση του «Διευθυντηρίου»/директорія (δυο από τα πέντε μέλη του ήταν ο Βιννιτσένκο και ο Πετλιούρα). Σε όλη την διάρκεια του 1919 η ουκρανία έγινε θέατρο συγκρούσεων μεταξύ των στρατών του Διευθυντηρίου, της Πολωνίας, της Αντάντ, των “Λευκών” (των νοσταλγών του τσάρου), τοπικών ηγεμόνων που συμμαχούσαν μια με την μια και μια με την άλλη πλευρά (πχ Νέστορ Μάχνο) και των μπολσεβίκων που είχαν ενισχυθεί με τους Νεζαλέζνικι (αριστερή διάσπαση του ΟυΣΔΕΚ), τους Μποροτμπιστές (οι αριστεροί εσέροι της ουκρανίας) και τμήματα ουκρανών αγροτών που πέρασαν μαζικά στην πλευρά τους. Η νίκη των μπολσεβίκων και των συμμάχων τους ολοκληρώθηκε με την συνθήκη της Ρίγας (18/3/1921): το μεγαλύτερο μέρος της ουκρανίας έγινε η Ουκρανική Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Ουκρανίας, η Κριμαία παρέμεινε μέρος της Σοβιετικής Ρωσίας και το δυτικό τμήμα (Μπουκοβίνα, Υπερκαρπαθία, Βολινία και Γαλικία) μοιράστηκε ανάμεσα στην Τσεχοσλοβακία, την Πολωνία και την Ρουμανία.

Μέσα σε μια τριετία παίχτηκε και χάθηκε η δημιουργία ενός εθνικού κράτους όπως το ήθελε η εθνικιστική ουκρανική σοσιαλδημοκρατία (που για να πετύχει τον στόχο της δεν δίστασε να κάνει προδοτικές συμφωνίες με την Γερμανία, την Αντάντ και την Πολωνία), να χαθεί το μεγαλύτερο μέρος της ουκρανίας για την Πολωνία και να ιδρυθεί το πρώτο Ουκρανικό κράτος, η ΣΣΔ της Ουκρανίας. Για τους українці εθνικιστές (που μερίδα τους βρήκε καταφύγιο και σίτιση στην Δύση) η ΣΣΔΟυ ήταν μια μεγάλη ήττα και για τους Δυτικούς απώλεια ενός δυνητικού συμμάχου στο μαλακό υπογάστριο της Σοβιετικής Ρωσίας. Πάντως οι προστριβές ακόμη και των українці που είχαν συμμαχήσει με τους μπολσεβίκους δεν έλειψαν. Η δίψα των українці για εθνικό αυτοπροσδιορισμό ήταν πολύ ισχυρή και μόνο μετά το 1923, όταν ο Λένιν εισηγήθηκε –και πέτυχε- την πολιτική της “εθνικοποίησης” της Ουκρανίας  (“ουκρανοποίηση”) και της Λευκορωσίας, τα πράγματα ηρέμησαν. 

Η εποχή του σταλινισμού

Αλλά δεν ηρέμησαν για πολύ. Η πολιτική της “εθνικοποίησης” σε όλη την ΕΣΣΔ πήρε τέλος από την στιγμή που η σταλινική γραφειοκρατία ισχυροποίησε τις θέσεις της και έβαλε μπρος το σχέδιο εκβιομηχάνισης και κολλεκτιβοποίησης της οικονομίας. Κάθε αντίθετη φωνή βαφτιζόταν ως εχθρός του λαού και της σοβιετικής εξουσίας. Στην Ουκρανία το χτύπημα της γραφειοκρατίας ήταν διπλό: τόσο στην πολιτική και διανοητική ηγεσία όσο και στους αγρότες από τους οποίους ζητήθηκε να ενταχθούν στις αγροτικές κολλεκτίβες και να χρηματοδοτήσουν με την σοδειά τους τα τεράστια ποσά που απαιτούνταν για την εκβιομηχάνιση της χώρας. Το αποτέλεσμα του σχεδίου αυτού ήταν καταστροφικό για τον λαό της Ουκρανίας (γολοντομόρ) και ξύπνησε τα εθνικιστικά μίση. Ταυτοχρόνως έστρεψε πολλούς українці/Ουκρανούς να αναζητήσουν διέξοδο προς τον εθνικισμό ελπίζοντας σε ενίσχυση τους από την Γερμανία εναντίον της ΕΣΣΔ. Η οργάνωση OUN (Οργάνωση Ουκρανών Εθνικιστών) που δρούσε αρχικά στην Πολωνία, οι εθνικιστές Ουκρανοί που είχαν βρει καταφύγιο στην Δύση και οι Ουκρανοί που είχαν πληρώσει πανάκριβα την κολλεκτιβοποίηση του Στάλιν αποτελούσαν την αντισοβιετική πρωτοπορία στον χώρο της ενιαίας ουκρανίας. Η κατάληψη της πολωνοκρατούμενης δυτικής ουκρανίας από την ΕΣΣΔ το 1939 (μετά το Σύμφωνο Ρίμπεντροπ-Μολότωφ) και η σταλινική βία απέναντι σε κάθε τι που μπορούσε να εκληφθεί ως αμφισβήτηση της ενότητας της (σταλινικής) ΕΣΣΔ έσπρωξαν και επισήμως τον ουκρανικό εθνικισμό (με προεξάρχοντες τους Μπαντέρα και Μέλνικ) στο πλάι της ναζιστικής Γερμανίας: όχι μόνο συνεργάστηκε στον σχεδιασμό του σχεδίου εισβολής Μπαρμπαρόσα αλλά συγκρότησε με προθυμία και στρατιωτικές μονάδες που πολέμησαν τόσο εντός όσο και εκτός ΕΣΣΔ στο πλευρό των Ες Ες και της Βέρμαχτ. Τμήματα των εθνικιστών εντάχθηκαν στην αστυνομία των κατοχικών δυνάμεων και εργάστηκαν μαζί τους εναντίον των «κόκκινων» παρτιζάνων ενώ συμμετείχαν και στα πογκρόμ που έκαναν οι ναζί εναντίον των Εβραίων. Ειδικότερα, η OUN σε συνεργασία με τον UPA (Ουκρανικός Επαναστατικός Στρατός) στις αρχές του 1943 προέβη και στην σφαγή 100 χιλ (κατά την πλευρά των θυμάτων) Πολωνών στην περιοχή της ανατολικής Γαλικίας.

Παρά την συμπόρευση τους Γερμανοί ναζί και Ουκρανοί εθνικιστές δεν είχαν τον ίδιο σκοπό. Οι Ουκρανοί περίμεναν να συντρίψουν τους «εβραιομπολσεβίκους» -όπως και οι ναζί εξάλλου- και να σχηματίσουν ανεξάρτητο εθνικό κράτος με τις πλάτες της Γερμανίας αλλά η Γερμανία χρειαζόταν μια χώρα-μαριονέτα. Το αποτέλεσμα ήταν προς το τέλος της γερμανικής κατοχής οι μπαντερίστες να έρθουν σε σύγκρουση με τους Γερμανούς. Η προέλαση του κόκκινου στρατού σάρωσε όχι μόνο τα γερμανικά στρατεύματα αλλά και τους Ουκρανούς εθνικιστές οι οποίοι όμως εξακολούθησαν τον ανταρτοπόλεμο για μερικά ακόμη χρόνια μετά τη λήξη του Β ΠΠ.

Έτσι η δεύτερη απόπειρα των εθνικιστών να πάρουν την εξουσία έληξε αφενός με εκτοπίσεις Ουκρανών στο εσωτερικό της ΕΣΣΔ και αφετέρου με κύμα μετανάστευσης των ηττημένων σε χώρες της Δύσης. Στα επόμενα χρόνια η ΕΣΣΔ ακολούθησε πολιτική σοβιετοποίησης των πληθυσμών της ενισχύοντας με κάθε τρόπο μια ενιαία ταυτότητα, την ταυτότητα του «σοβιετικού πολίτη».

===

Η ουκρανική εθνική ταυτότητα, δημιούργημα και αυτή του νεοτερισμού, χτίστηκε πάνω στην εθνοτική κοινότητα που συγκροτήθηκε τον 14ο-15ο αι. χάρη στις ιδιομορφίες στη γλώσσα, την κουλτούρα και τον τρόπο ζωής. Το ουκρανικό έθνος, (καθυστερημένο) δημιούργημα και αυτό του Διαφωτισμού και των αστικών επαναστάσεων στην Ευρώπη, είχε την ιδιαιτερότητα να αναπτυχθεί μέσα στην σύγκρουση δυο άλλων ιστορικών σλαβικών εθνών, του ρώσικου και του πολωνικού, κάνοντας το να νιώθει μειονεκτικά απέναντι τους. Μια δεύτερη ιδιαιτερότητα ήταν ότι συγκροτήθηκε κυρίως από αγροτικούς πληθυσμούς, χωρίς να διαθέτει κάποια άξια λόγου αστική τάξη και χάρη στην επιμονή ομάδων μικροαστικής διανόησης που έβλεπε ακόμη και τους ουκρανούς ευγενείς να εντάσσονται με ευκολία είτε στην πολωνική είτε στη ρωσική τάξη των ευγενών («σζλάχτα» και «ντβοριάνστβο», αντιστοίχως). Μάλιστα ο βρετανός ιστορικός Αντ. Γουίλσον θεωρεί ότι ο ουκρανικός εθνικισμός είναι ουσιαστικά μια «μειονοτική πίστη» συγκεκριμένων ομάδων διανοουμένων.

Από την επιστημονική Ιστορία μέχρι τον απαραίτητο σε αυτές τις περιπτώσεις εθνικό μύθο το χάσμα είναι αρκετά μεγάλο (ιδίως όταν σου λείπει ένα λαμπρό ιστορικό παρελθόν για να το οικειοποιηθείς και όταν σημαντικό μέρος του έθνους σου μιλά την γλώσσα ενός άλλου έθνους –τα ρωσικά). Και το χάσμα αυτό γεφυρώθηκε από του κοζάκους και ειδικότερα τον Μπ. Χμελνίτσκι ο οποίος εισήγαγε τον εθνοτικό (και μετέπειτα εθνικό) προσδιορισμό Ουκρανοί. Η κατάργηση της αυτονομίας του (ουκρανικού) κοζάκικου χετμανάτου (1764) και η πλήρης ενσωμάτωση του στην τσαρική Ρωσία ήταν η αρχή της αναζήτησης ενός κοινού παρελθόντος από ομάδες διανοουμένων. Μια ακόμη συνιστώσα εθνικής διαφοροποίησης, όπως σημειώνει ο Ουκρανός ιστορικός Ν. Κοστομάροφ, ήταν ότι η εθνική διαφοροποίηση των Ουκρανών από τους Ρώσους δεν βασίστηκε τόσο σε εθνολογικά και γλωσσικά αλλά σε κοινωνικοπολιτικά κριτήρια.

Η αποξένωση της правоберезня ουκρανίας (δλδ της ουκρανίας δυτικά του Δνείπερου χωρίς τα νότια τμήματα της) από τον υπόλοιπο ρωσικό κορμό, η πολυετής επαφή της με την Πολωνία και την Λιθουανία (από υποδεέστερη όμως θέση), η καταπίεση της αγροτικής πλειοψηφίας από τους Πολωνούς και Ρώσους γαιοκτήμονες και ευγενείς και η εθνοτική ιδιαιτερότητα των ουκρανών που αντιμετωπίζονταν είτε ως εκμεταλλεύσιμη μάζα αμόρφωτων γεωργών είτε με αδιαφορία ως «μικρορώσοι» μπορεί να δικαιολογήσει τον –για εμάς ανεξήγητο- φανατισμό με τον οποίο μια σημαντική μερίδα των Ουκρανών διεκδικεί εδώ και έναν αιώνα την δική του θέση στην χορεία των σύγχρονων εθνών –ακόμη και συμμαχώντας με τον πιο αντιδραστικό σύμμαχο.

 

Σχετικά:

1. Το σταυροδρόμι της ευρωπαϊκής επανάστασης. Οι Ουκρανοί σοσιαλδημοκράτες και οι Κομμουνιστές (Ανεξάρτητοι), η ουκρανική επανάσταση και η Σοβιετική Ουγγαρία 1917-1920

2. Η γεωπολιτική του σχίσματος στην Ουκρανία

3. Η τραγωδία της ουκρανικής εργατικής τάξης

 

 

 

 

 

Τα «κλεμμένα»

Εξαιτίας αυτής της ιστορικής διαδρομής, μπορούμε να εντοπίσουμε στην Ουκρανία μια ισχυρή πόλωση, η οποία μορφοποιείται κατά μήκος των μεσημβρινών: στη ρωσόφωνη ανατολική Ουκρανία (όταν δεν είναι αυθεντικά ρωσική), η πλειοψηφία του πληθυσμού κοιτάζει ακόμη προς τη Μόσχα, θεματοφύλακα εξαιρετικών ιστορικών, θρησκευτικών και πνευματικών δεσμών, οι οποίοι έχουν συσφιχθεί περαιτέρω από τους πολυάριθμους οικογενειακούς δεσμούς με τους Ρώσους που βρίσκονται από την άλλη πλευρά των συνόρων. Αντιστρόφως, οι δυτικές περιοχές της χώρας, ουκρανόφωνες και ουνιτικές, μοιάζουν να τείνουν προς τον εθνικισμό. Το κέντρο βάρους βρίσκεται κατά μήκος του ποταμού Δνείπερου, ο οποίος σημαδεύει τη ζώνη αλλαγής των πολιτικών προσανατολισμών και –κατά προσέγγιση- την επικράτηση του ενός ή του άλλου γλωσσικού ιδιώματος.

Andrea Franco, Storia del nazionalismo Ucraina (2014)

 

Εάν αυτοί που μάχονται και σκοτώνονται στο πεδίο της μάχης, ανεξαρτήτως της εθνοτικής τους καταγωγής, είναι σχεδόν πάντα Ουκρανοί εναντίον Ουκρανών, από την άλλη, εκείνοι που διαδίδουν το δηλητήριο του εθνικισμού βρίσκονται στα μετόπισθεν και είναι οι «φιλελεύθερες» και «δημοκρατικές» χώρες της ΕΕ μαζί με τους ντόπιους λακέδες τους (και αυτοί ανεξαρτήτως εθνοτικής καταγωγής). Ένα ωραίο παράδειγμα για το πώς προτίθενται να εισαγάγουν στην Ουκρανία τις αρχές της δημοκρατίας τύπου ΕΕ υπήρξε το συνέδριο με τον τίτλο «Πως θα βγει ο Λένιν από τα κεφάλια των Ουκρανών;», το οποίο οργανώθηκε από γνωστά «ευαγή ιδρύματα» στα οποία συμπεριλαμβάνονται η Πρεσβεία της Γαλλίας στην Ουκρανία, το ευρωπαϊκό φόρουμ για την Ουκρανία, το Πολωνικό Ινστιτούτο του Κιέβου, το γαλλικό περιοδικό Philosophie Magazine και το Κέντρο για την Προστασία των Επιχειρηματιών στην Ουκρανία (sic!), ενώ την έναρξη των εργασιών του συνεδρίου κήρυξε ο Γάλλος πρέσβης αυτοπροσώπως.

[…]

Σε όλες τις σύγχρονες συρράξεις παρατηρείται παράλληλα εξάπλωση των ΜΚΟ.

Ορισμένες από αυτές έχουν μετατραπεί κυριολεκτικά σε πολυεθνικές, με ένα κύκλο εργασιών δισεκατομμυρίων και παραρτήματα διασκορπισμένα σε ολόκληρο τον κόσμο. Και στην Ουκρανία, μετά το ξέσπασμα των διαμαρτυριών του ευρω-Μαϊντάν συνέβη το ίδιο.

[…]

Μια από τις σημαντικότερες μη κυβερνητικές δομές που χρησιμοποιεί συστηματικά αυτές τις ηλεκτρονικές πλατφόρμες είναι η Concord –η Συνομοσπονδία των ευρωπαϊκών ΜΚΟ (συγκεντρώνει 1800 ΜΚΟ)- που στην Ουκρανία αιχμή του δόρατος της είναι το πολωνικό παράρτημα της. Ο Janek Bazyl, διευθυντής της Concorde Group Zagranica, δήλωσε περήφανα ότι διαχειριζόταν περίπου πενήντα προγράμματα το χρόνο. Οι ΗΠΑ και η Γερμανία ανέθεσαν (με πόρους προερχόμενους από την USAID και το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα) στην Πολωνία να αναλάβει μέσω των ΜΚΟ της, το έργο να συλλέξει πληροφορίες, να υποστηρίξει την κυβέρνηση και τους ολιγάρχες του Κιέβου, καθώς και τα ναζιστικά κόμματα που υπάρχουν στην περιοχή, και να υποδαυλίσει και να προκαλέσει την εχθρότητα των Ουκρανών προς τη Ρωσία.

Συλλογικό (εκδόσεις Κουκκίδα, 2017), Ουκρανία   

 

 

    

 



Το ευρώ, ο νεοφιλελευθερισμός, η εκμετάλλευση της εργασίας

  Τα δύο θεμέλια του καθεστώτος εκμετάλλευσης Η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αποτελέσει, ιδιαίτερα από το 1990 και μετά, ιμάντα μεταβί...