Δευτέρα 1 Μαΐου 2023

Δεκατέσσερα χρόνια με «προγράμματα οικονομικής προσαρμογής», η Ελλάδα μπροστά στην “πολυκρίση” και λίγο πριν τις εκλογές (μέρος 1ο/4)

 

Σχεδόν τέσσερα χρόνια διακυβέρνησης Μητσοτάκη/ΝΔ, δεκατέσσερα χρόνια «μνημόνια» και λίγο πριν τις εκλογές που θα αναδείξουν την κυβέρνηση η οποία θα οδηγήσει το πλοίο μέσα στη φουρτούνα της παγκόσμιας κρίσης και της εποχής των δημοσιονομικών πλεονασμάτων για την ελληνική περίπτωση.

Η ΝΔ επαίρεται για τα αποτελέσματα της πολιτικής της ιδίως μέσα στις δύσκολες συνθήκες πρώτα του κορονοϊού και στη συνέχεια του πληθωρισμού, δυο εκτάκτων φαινομένων που σάρωσαν τις οικονομίες του πλανήτη. Ο συριζα (και το πασοκ) αμφισβητούν το κυβερνητικό αφήγημα και λένε ότι θα τα κατάφερναν (και θα τα καταφέρουν στο μέλλον) καλύτερα. Ας δούμε όμως την εικόνα χωρίς κομματικά γυαλιά.

Η χωρίς τέλος κρίση που συνόδευσε το τέλος των αυταπατών της νεοφιλελεύθερης ρύθμισης και τα ΠΟΠ («προγράμματα οικονομικής προσαρμογής», ή μνημόνια κατά το λαϊκότερο) που εφαρμόστηκαν στην Ελλάδα υποβάθμισαν τον ελληνικό καπιταλισμό στην διεθνή ιμπεριαλιστική πυραμίδα. Με τα μνημόνια, οι δανειστές πήραν την διάσωση των Τραπεζών τους και του ευρωνομίσματος ενώ απέκτησαν πρόσβαση στην αγορά δημόσιας, αλλά και ιδιωτικής περιουσίας, σε χαμηλές τιμές. Οι κυρίαρχες τάξεις της χώρας μας κέρδισαν από την πλευρά τους αφενός την παραμονή της χώρας στην Ευρωζώνη και αφετέρου επίσης πρόσβαση στην δημόσια περιουσία. Από την άλλη, οι υποτελείς τάξεις, όχι μόνο φορτώθηκαν το δημόσιο χρέος αλλά υποχρεώνονται να ζουν με όλο και χαμηλότερα εισοδήματα (μισθοί και συντάξεις). Στον τομέα του χαρακτήρα και της δομής της ελληνικής οικονομίας δεν υπήρξε καμμία προοδευτική εξέλιξη: ο παρασιτισμός, η διόγκωση του τριτογενούς τομέα, η έλλειψη επενδύσεων στον δευτερογενή τομέα, η έλλειψη σύνδεσης μεταξύ τομέων της οικονομίας, ο χαμηλός βαθμός επιχειρηματικής καινοτομίας και ο υψηλός βαθμός μονοπώλησης της εσωτερικής αγοράς δεν άλλαξαν στο ελάχιστο από το κύμα (αντιδραστικών) “μεταρρυθμίσεων” που εφαρμόστηκαν την μνημονιακή Ελλάδα.           

Ο συριζα, συνθηκολογώντας το 2015, πήρε την σκυτάλη από τις προηγούμενες μνημονιακές κυβερνήσεις και απλώς προσπάθησε να απαλύνει τις επιπτώσεις των μνημονιακών πολιτικών χωρίς όμως να καταφέρει να αποσοβήσει την περαιτέρω υποβάθμιση της οικονομικής κατάστασης της πλειοψηφίας της κοινωνίας.

Εκείνο που κατάφερε ήταν να βάλει ένα φρένο στην κατρακύλα και να σταθεροποιήσει την οικονομία μέχρι του σημείου εξάλειψης των «δίδυμων ελλειμμάτων». Τα προεκλογικά επιδόματα που έδωσε σε κάποιες μερίδες του πληθυσμού δεν κατάφεραν να τον διασώσουν εκλογικά και το καλοκαίρι του 2019 η κυβέρνηση πέρασε φυσιολογικά στα χέρια του αυθεντικού εκφραστή των συμφερόντων του ελληνικού κεφαλαίου και των μεσοστρωμάτων που έχουν συνδέσει την ύπαρξη τους με αυτό (χωρίς βεβαίως να ξεχνάμε ότι και σημαντικά τμήματα των υποτελών τάξεων στοιχίζονται παραδοσιακά πίσω από την Δεξιά).

Από την πρώτη στιγμή η κυβέρνηση της ΝΔ, εκμεταλλευόμενη τα «νοικοκυρεμένα» δημοσιονομικά που άφησε ο συριζα, προχώρησε σε μείωση των φορολογικών συντελεστών -κυρίως προς όφελος των κυρίαρχων τάξεων- ενώ ταυτοχρόνως επιτάχυνε τις ιδιωτικοποιήσεις, γιγάντωσε την ζούγκλα στην αγορά εργασίας (με εμβληματικό τον «νόμο Χατζηδάκη») και ήρε ακόμα περισσότερο τους περιορισμούς που προστατεύουν το περιβάλλον από την αδηφάγο «επιχειρηματικότητα» (παραχώρηση αιγιαλών, ελεύθερων δημόσιων χώρων και οροσειρών σε τουριστικά, βιομηχανικά και ενεργοπαραγωγά πρότζεκτ). Στις δυο αναπάντεχες κρίσεις, του κορονοϊού και της εκτίναξης του πληθωρισμού, απάντησε με την ίδια μέθοδο που απάντησε συνολικά η ΕΕ: “σπρώξιμο” ρευστότητας μέσω επιδομάτων και ενισχύσεων προς επιχειρηματίες, την κοινωνικά «μεσαία τάξη» (δλδ τον πληθυσμό που βρίσκεται ανάμεσα στην μισθωτή εργασία και στο κεφάλαιο, πχ αυτοαπασχολούμενοι), άνεργους και παραοικονομούντες. Στις αρχές του 2023 πρόσθεσε στους «ωφελούμενους» τους συνταξιούχους και τους μισθωτούς του ΙΤ με τον κατώτατο μισθό. Η διαχείριση που επέλεξε η ΝΔ είχε δυο άξονες: ο πρώτος είναι η ενίσχυση των κερδών του κεφαλαίου (μέσω ιδιωτικοποιήσεων, αύξησης τιμών και κερδών, μείωση εργασιακού κόστους, κρατικών επιχορηγήσεων κ.ά) και ο δεύτερος η στήριξη μερίδων του πληθυσμού που εξασφαλίζουν μαζικά ψήφους (συνταξιούχοι, αυτοαπασχολούμενοι). Έτσι, αυξάνοντας το χρέος πάνω από 40 δισ. με την σύμφωνη γνώμη της τρόικας (κάτι που λίγο απασχολεί τους «ωφελούμενους» αν και μέρος αυτών θα κληθούν αργότερα να πληρώσουν το κόστος) έρχεται να παίξει το σενάριο μιας οικονομίας που μπαίνει σε αναπτυξιακή τροχιά για τα επόμενα χρόνια. Ταυτοχρόνως έπαιξε το χαρτί «νόμος, ασφάλεια και τάξη» τόσο σε σχέση με το εσωτερικό όσο και στο θέμα του μεταναστευτικού.

Παρακάτω θα εξετάσουμε τι πραγματικά συνέβη στην ελληνική οικονομία και κατά πόσο είναι ελπιδοφόρο του μέλλον μας.

 

1. ΑΕΠ

Μετά την κατακρήμνιση της περιόδου 2010-14 ακολούθησε η σταθεροποίηση της περιόδου 2014-18, ουσιαστικά η περίοδος συριζα. Το ΑΕΠ υποχώρησε από 242 δισ (προ μνημονίων) σε 174 δισ (-28%) το 2016 με κατάληξη τα 183 δισ στο τέλος του 2019 (-25% από το 2008).

Στην περίοδο συριζα λήφθηκαν μέτρα (αυξήσεις φόρων+μειώσεις δαπανών) που αντιστοιχούσαν στο 10% των συνολικών μνημονιακών μέτρων της περιόδου 2009-18.


Διάγραμμα 1. Δημοσιονομικά μέτρα των τριών μνημονίων

 

Η έξοδος(;) από τα μνημόνια το 2018 έδωσε την δυνατότητα μιας δειλής ανάπτυξης που διακόπηκε απότομα από την “κρίση του κορονοϊού”. Από τα μέσα του 2021, βοηθούντων των προγραμμάτων ρευστότητας, των νέων δανεικών, της επανέναρξης του τουρισμού και του πληθωρισμού, η Ελλάδα παρουσίασε μια από τις υψηλότερες στην ΕΕ μεγεθύνσεις του ΑΕΠ προσεγγίζοντας τα επίπεδα του 2011.  

Διάγραμμα 2. ΑΕΠ και Δημόσιο χρέος (σημ.: τελικά το δημόσιο χρέος στο τέλος του 2022 είχε ανέλθει στα 400 δισ) 

 


Διάγραμμα 3. ΑΕΠ σε σταθερές τιμές 2010 (2021 και 2022, προβλέψεις)

 

Εξετάζοντας το ΑΕΠ κατά τομέα της ελληνικής οικονομίας μπορούμε να καταλήξουμε πολύ εύκολα στο συμπέρασμα ότι η εκτόξευση των τελευταίων δυο ετών οφείλεται κυρίως στον τομέα της ενέργειας (με τις αυξημένες τιμές), του εμπορίου και των “υπηρεσιών παροχής καταλύματος και εστίασης” (το γνωστό τρίπτυχο “τουρισμός-σουβλάκι-καφές”). Την μεγαλύτερη ζημιά σε σχέση με τα υψηλά του (2006) έχει υποστεί το ΑΕΠ των κατασκευών παρά την αύξηση κατά 30% από τα χαμηλά του (2017). Στους υπόλοιπους τομείς η απόσταση από τα υψηλά τους κυμαίνεται από το -15% έως το -30%.  


 Διάγραμμα 4. Εξέλιξη ΑΕΠ κατά τομείς της οικονομίας (ΕΛΣΤΑΤ - 2022, πρόβλεψη)          

 

      

2. Δημόσιο χρέος

Το δημόσιο χρέος από 126% του ΑΕΠ το 2009 ανέβηκε το 2011 στο 181% και μετά το “κούρεμα” (το PSI) έπεσε στο 140% χωρίς να όμως να σταματήσει να αυξάνεται τόσο ως προς την ονομαστική του τιμή όσο και ως ποσοστό του ΑΕΠ. Το 2015 έκλεισε στο 182% του ΑΕΠ με τάση σταθεροποίησης (και μάλλον αργής ανόδου από τότε) φτάνοντας το 2019 στο 194% του ΑΕΠ.

Έκτοτε, κατά την διακυβέρνηση της ΝΔ, το δημόσιο χρέος συνέχισε να αυξάνει. Όπως σημειώνει Η Ναυτεμπορική

«Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών το συνολικό δημόσιο χρέος της χώρας, στο τέλος του περασμένου Δεκεμβρίου [2022] εκτινάχθηκε στο ποσό των 400,28 δισ. ευρώ, αυξημένο κατά 11,94 δισ. ευρώ, σε σχέση με τον Δεκέμβριο του 2021 που είχε διαμορφωθεί σε 388,34 δισ. ευρώ. 

Ακόμη, το ακαθάριστο χρέος της χώρας ανήλθε τον Δεκέμβριο του 2022, στο 190,5% του ΑΕΠ, από 194,5% του ΑΕΠ το 2021, με τη βελτίωση να οφείλεται καθαρά στην ποσοτική αύξηση του ΑΕΠ στη διάρκεια του προηγούμενου έτους.

Πηγή ανησυχίας συνιστά το γεγονός ότι, το ύψος στο οποίο διαμορφώθηκε το ακαθάριστο χρέος του Κράτους, είναι κατά 8 δισ. ευρώ, υψηλότερο, σε σχέση με τον στόχο που έθεσε το υπουργείο Οικονομικών και αποτυπώνεται στην εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού του 2023».

 

2α. Πως… μίκρυνε το δημόσιο χρέος η κυβέρνηση Μητσοτάκη;

Παρά την αύξηση του δημόσιου χρέους στα 400 δισ. (ή 200% του ΑΕΠ) από 356,5 δισ. τον Ιούνιο του 2019 τόσο η κυβέρνηση όσο και οι “θεσμοί” πανηγυρίζουν για την μείωση του δημόσιου χρέους:

«Το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί στα 355.000 εκατ.[=355 δισ.] ευρώ ή 168,9% ως ποσοστό του ΑΕΠ στο τέλος του 2022, έναντι 353.434 εκατ. ευρώ ή 194,5% ως ποσοστό του ΑΕΠ το 2021, παρουσιάζοντας μείωση κατά 25,6 ποσοστιαίες μονάδες έναντι του 2021. Το 2023 το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης προβλέπεται ότι θα διαμορφωθεί στα 357.000 εκατ. ευρώ ή 159,3% ως ποσοστό του ΑΕΠ, παρουσιάζοντας μείωση κατά 9,6 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ έναντι του 2022» πηγή εδώ

«Πως γκένεν αυτό;» όπως θα ’λεγε κι ο Ογκουνσότο…

Λοιπόν, το Χρέος της Κεντρικής Κυβέρνησης-ΧΚΚ (ή Χρέος της Κεντρικής Διοίκησης ή Ακαθάριστο Δημόσιο Χρέος) περιλαμβάνει ΟΛΑ τα χρέη που πρέπει να πληρώσει η κυβέρνηση σε εξωτερικούς, εσωτερικούς, κρατικούς, ιδιώτες πιστωτές αλλά και σε ΟΤΑ, ασφαλιστικά Ταμεία και ΝΠΔΔ.

Από την άλλη το Χρέος Γενικής Κυβέρνησης-ΧΓΚ (το οποίο αποτελεί τον δείκτη παρακολούθησης των δημοσιονομικών επιδόσεων των κρατών) είναι το Χρέος της Κεντρικής Κυβέρνησης από το οποίο αφαιρούνται

-τα κρατικά ομόλογα που κατέχουν ασφαλιστικά ταμεία (ΟΚΑ) και οι ΟΤΑ και άλλοι δημόσιοι φορείς (το αποκαλούμενο ενδοκυβερνητικό χρέος)

-τα κέρματα και οι επενδύσεις σε κρατικά ομόλογα των νομικών προσώπων. 

Με αυτή τη μέθοδο η κυβέρνηση “εξαφανίζει” χρέος. Ας δούμε την ταχυδακτυλουργία αυτή από την παρουσίαση του προϋπολογισμού (στον οποίο μάλιστα η κυβέρνηση προέβλεπε για το τέλος του 2022 ΧΚΚ 392,3 δισ. ενώ αυτό ανέβηκε τελικά στα 400 δισ.). Ενώ το ΧΚΚ το 2021 ήταν 388,3 δισ. το ΧΓΚ έπεφτε στα 353,4 δισ. ώστε να “εξαφανίζεται” χρέος ύψους 35 δισ.

Διαγράμματα 5α και β. Από το ΧΚΚ στο ΧΓΚ (σημ.: το ΧΚΚ του 2022 ήταν τελικά 400,3 δισ. και όχι 392,3 δισ. που ήταν η αρχική πρόβλεψη της κυβέρνησης)

 

Στο τέλος του 2022 ενώ το ΧΚΚ ήταν 400,3 δισ. (και μάλιστα η κυβέρνηση, όπως είδαμε, είχε προβλέψει αρχικά ότι θα έφτανε στα 392,3 δισ.) η κυβέρνηση της ΝΔ αναφέρει το ΧΓΚ το οποίο βρισκόταν στα 356,2 δισ. (βλ. και Διάγραμμα 6). Με αυτόν τον τρόπο “εξαφάνισε” χρέος ύψους 44 δισ. (=400,3-356,2). Με την μέθοδο αυτή η ΝΔ αποκρύπτει επίσης ότι αύξησε το ΧΚΚ κατά 43,7 δισ. (ή κατά 12%) από το καλοκαίρι του 2019 οπότε και  παρέδωσε την διακυβέρνηση ο Συριζα (τα 27 δισ. από αυτά πρέπει να είναι επιπλέον δάνεια από τις αγορές και τα υπόλοιπα από επιπλέον υποχρεωτικά δάνεια από Φορείς της Κυβέρνησης).  


2019

2022


 

Χρέος ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ κυβέρνησης

356,6 δισ. *

400,3 δισ.

+43,7 δισ. (ή +12%)

Χρέος ΓΕΝΙΚΗΣ κυβέρνησης

331,1 δισ. **

356,2 δισ.


 

* Ιούνιος 2019 **Δεκέμβριος 2019



 








Κάτι που επίσης αποκρύπτεται είναι ότι στο δημόσιο χρέος δεν έχουν καταγραφεί ακόμη οι εγγυήσεις για το σχέδιο Ηρακλής (23 δισ.).

 

Διάγραμμα 6α. Χρέος Γενικής Κυβέρνησης και άλλα βασικά μεγέθη της ελληνικής οικονομίας

Διάγραμμα 6β. Χρέος Κεντρικής Κυβέρνησης από το Δελτίο Δημοσίου Χρέους

 

2β. Η Καθαρή Διεθνής Επενδυτική Θέση της χώρας

Η Καθαρή Διεθνής Επενδυτική Θέση (NIIP) μπορεί να θεωρηθεί ως ο ισολογισμός μιας χώρας (αθροιστικά του Ιδιωτικού και του Δημόσιου τομέα) σε σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Η Ελλάδα πάντα αντιμετώπιζε πρόβλημα σε αυτόν τον τομέα. Προφανώς τα μνημόνια επιδείνωσαν αυτόν τον δείκτη και ακόμη περισσότερο η ύφεση του κορονοϊού αλλά η αύξηση του ΑΕΠ από τα μέσα του 2021 τον επανέφερε στα επίπεδα της περιόδου 2017-18. 


 


 


 


Διαγράμματα 7α. Καθαρή Διεθνής Επενδυτική Θέση της Ελλάδας και δημόσιο χρέος

7β. Καθαρή Διεθνής Επενδυτική Θέση της Ελλάδας (ΝΙΙΡ %ΑΕΠ)

7γ, δ. Εξωτερικό χρέος (Δημόσιου και ΙΤ) σε ονομαστικές τιμές και ως ποσοστό του ΑΕΠ

 

Το δημόσιο χρέος, όπως και να ειδωθεί, αυξάνει σταθερά σε ονομαστική τιμή αν και μετά το 2021 μειώνεται ως ποσοστό του ΑΕΠ από τα υψηλά του 2020. Αυτό οφείλεται στην αύξηση του ΑΕΠ η οποία υποβοηθήθηκε από τον υψηλό πληθωρισμό. Το θετικό είναι ότι οι τόκοι του δημοσίου χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ μειώνονται σχεδόν γραμμικά από το 2013: από το 7,5% το 2011, στο 4% το 2014, στο 3% το 2019 και στο 2,5% το 2021. Θετικό είναι επίσης ότι το μέσο σταθμικό επιτόκιο με το οποίο δανείζεται η χώρα έχει διαμορφωθεί εδώ και χρόνια σε επίπεδα κάτω του 2%. Προφανώς πολύ μεγάλο ρόλο –τον μεγαλύτερο- τόσο στο να δανείζεται η χώρα όσο και στο να δανείζεται με τόσο χαμηλά επιτόκια έχει παίξει αφενός η διακράτηση του ελληνικού χρέους σε μεγάλο ποσοστό από τον «επίσημο τομέα» όσο και η παρέμβαση της ΕΚΤ που εγγυάται στους αγοραστές των ελληνικών τίτλων ότι θα τους στηρίζει. 


Διάγραμμα 8. Ετήσιο μέσο σταθμικό επιτόκιο εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους

 

Διάγραμμα 9. ΧΚΚ ανά είδος πιστωτή

 

Από την άλλη, αυτή ακριβώς η απόλυτη εξάρτηση της χώρας από τους δανειστές της την κάνει ευάλωτη σε όποια απαίτηση τους αλλά και σε οποιαδήποτε αύξηση των επιτοκίων που σημαίνει ότι αυτομάτως θα απαιτηθούν αυξημένα πλεονάσματα και, επαγωγικά, νέα μέτρα που οι κυβερνήσεις δεν θα είναι σε θέση να αρνηθούν.   

 

3. Πως πάνε τα ελλείμματα;

Ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών (ΙΤΣ) είναι η διαφορά μεταξύ της αξίας των αγαθών και των υπηρεσιών που εισάγει μια χώρα σε σχέση με την αξία αυτών που εξάγει.

Δημοσιονομικό πλεόνασμα/έλλειμμα είναι η θετική/αρνητική διαφορά μεταξύ δημόσιων εσόδων και δημοσίων εξόδων (το πρωτογενές αποτέλεσμα δεν περιλαμβάνει την πληρωμή των τόκων)

Η Ελλάδα, παραδοσιακά, εμφάνιζε έλλειμμα τόσο στο ΙΤΣ όσο και στα δημοσιονομικά της μεγέθη. Τα ταυτόχρονα αυτά ελλείμματα ονομάζονται «δίδυμα ελλείμματα» και είχαν ενταθεί κυρίως μετά την ένταξη της χώρας στο ευρώ. Για το πρώτο ήταν υπεύθυνη η δομή της ελληνικής οικονομίας και για το δεύτερο η κραυγαλέα υστέρηση των εσόδων λόγω α) της υποφορολόγησης του κεφαλαίου και των αυτοαπασχολούμενων β) των υψηλότερων στην ΕΕ δαπανών για το ένστολο κράτος και γ) των υψηλότατων δαπανών για τόκους οι οποίοι πλήρωναν τα ελλείμματα που δημιουργούσαν οι προαναφερθείσες αιτίες (α) και (β).

Διάγραμμα 10. Πρωτογενή δημοσιονομικά ελλείμματα από τη μεταπολίτευση μέχρι την χρεοκοπία του 2010 (πάνω από την κόκκινη γραμμή του 0% είναι τα πρωτογενή ελλείμματα. Πρωτογενή πλεονάσματα εμφανίζονται στην περίοδο Σημίτη”)

 

Διάγραμμα 11. Το ΙΤΣ εκτινάσσεται μετά την είσοδο της Ελλάδας στην Ευρωζώνη. Κύριος υπεύθυνος το μεγάλο έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο(ισοζύγιο αγαθών)

Εξαιτίας των μνημονίων ευρωλιτότητας τα δίδυμα ελλείμματα μειώθηκαν θεαματικά μέχρι το 2019. Ειδικότερα, το ΙΤΣ σχεδόν μηδενίστηκε κατά την περίοδο 2014-19 αλλά εκτοξεύτηκε και πάλι στη συνέχεια. Είναι προφανές ότι ο σημαντικότερος επιβαρυντικός παράγοντας είναι το αρνητικό ισοζύγιο στον τομέα των αγαθών, δλδ η χρόνια αδυναμία της ελληνικής οικονομίας να είναι εισαγωγέας και όχι παραγωγός αγαθών.  

 


Διάγραμμα 12. ΙΤΣ, Ισοζύγιο αγαθών, Ισοζύγιο υπηρεσιών


Δ13. Εισαγωγές και εξαγωγές (αγαθά+υπηρεσίες)


Δ14. Εισαγωγές και εξαγωγές αγαθών

 

Δ15. Εισαγωγές και εξαγωγές υπηρεσιών

 


Δ16. Ισοζύγιο εισαγωγών-εξαγωγών (αγαθών+υπηρεσιών)

Στον τομέα των δημοσιονομικών ο Συριζα μπορεί να υπερηφανεύεται ότι κατάφερε να βγάλει μικρά πλεονάσματα κάτι που επανέλαβε και η ΝΔ το 2022 χάρη στις αυξημένες εισπράξεις από φόρους.


Δ17. Ισοζύγιο και πρωτογενές Ισοζύγιο Γενικής Κυβέρνησης (2011-2022)


Διάγραμμα 18. Σύγκριση περιόδων Συριζα και ΝΔ από την Αυγή (σημ.: το έλλειμμα Γενικής Κυβέρνησης το 2020 είναι -10,2% και όχι 10,2%)

Το ΚΕΦΙΜ τα τελευταία χρόνια δημοσιεύει των αριθμό των ημερών που πρέπει να εργαζόμαστε κατά μέσο όρο για να πληρώσουμε τους φόρους και τις ασφαλιστικές εισφορές (αν και μάλλον δεν αφαιρεί από τον λογαριασμό τις επιστροφές φόρου «φουσκώνοντας» τα αποτελέσματα της). Μάλιστα σημειώνει πόσες μέρες εργαζόμαστε («ημέρες χωρίς έλλειμμα») και πόσες μέρες ΘΑ έπρεπε να εργαζόμαστε για να μην δημιουργούνται ελλείμματα («ημέρες με έλλειμμα»). Φαίνεται και από εδώ α) ότι η περίοδος Συριζα μπορεί να εμφάνισε μια αύξηση εσόδων της τάξης του 7% από την περίοδο 2012-14 αλλά δεν δημιούργησε νέα ελλείμματα και β) ότι η περίοδος Μητσοτάκη μείωσε ελάχιστα την φορολογική επιβάρυνση ενώ ταυτοχρόνως δημιούργησε και πολύ μεγάλα ελλείμματα (αυξάνοντας το δημόσιο χρέος).  


Διάγραμμα 19. Ημέρα φορολογικής ελευθερίας από το ΚΕΦΙΜ (οι ημέρες του 2022 είναι υποεκτιμημένες καθώς τελικά τα δημόσια έσοδα ήταν υψηλότερα από όσα προέβλεπε ο προϋπολογισμός του 2022)  

Μάλιστα, παρότι η κυβέρνηση της ΝΔ διαφημίζει ότι μείωσε κάποιους φορολογικούς συντελεστές (κυρίως υπέρ του κεφαλαίου) εντούτοις στην πραγματικότητα οι εισπραττόμενοι φόροι και ασφαλιστικές εισφορές το 2022 αυξήθηκαν περισσότερο από το ΑΕΠ. Αυτό οφείλεται στο ότι όσοι δεν αύξησαν τα εισοδήματα τους ή τα αύξησαν κάτω από την αύξηση του ΑΕΠ πλήρωσαν περισσότερα στον κρατικό κορβανά αφού οι τιμές επί των οποίων υπολογίζονται οι έμμεσοι φόροι είναι αυξημένες.


Διάγραμμα 20. Έσοδα Γενικής Κυβέρνησης από φόρους και ασφ/κές εισφορές % ΑΕΠ για το 2018 και το 2022

 

Συνεχίζεται…

Κυριακή 26 Φεβρουαρίου 2023

Απόπειρα αποτίμησης ενός οικονομικού υποδείγματος (μέρος 5ο/5)

 

Συνέχεια από το προηγούμενο

 

12. Νεοφιλελευθερισμός: μια εναλλακτική διαχείριση του καπιταλισμού

Ο νεοφιλελευθερισμός (ν/φ) είναι ένα πολύπλευρο φαινόμενο που οι πρώτες του εκδηλώσεις του μπορούν να αναζητηθούν στην κρίση του δολαρίου (αρχές της δεκαετίας του ’70) αν και η θεωρητική του βάση ξεκίνησε να δομείται στην διάρκεια του Μεσοπολέμου.

Παρά το γεγονός ότι οι ίδιοι οι νεοφιλελεύθεροι θεωρούν ότι ο ν/φ είναι φυσικός απόγονος του κλασσικού φιλελευθερισμού –καθώς και οι δύο επικαλούνται τον βασικό ρόλο που έχει το «αόρατο χέρι της αγοράς»-, ο ν/φ, σε αντίθεση με τον φιλελευθερισμό, αποτελεί μία μάλλον συγκεχυμένη έννοια. Ο εκ των ιδρυτών του ν/φ, Mises, διέκρινε ρητά μεταξύ «του παλαιότερου φιλελευθερισμού και του νεοφιλελευθερισμού» με βάση την πλήρη απόρριψη της ισότητας (εκτός της ισότητας ευκαιριών) που πρέσβευε ο πρώτος σε σχέση με τον δεύτερο. Το ζήτημα της δημοκρατίας επιλύθηκε από τον Mises υπέρ της «δημοκρατίας των καταναλωτών».

Ο βασικός πυρήνας του ν/φ, όπως λανσαρίστηκε μετά την κατάρρευση του κεϋνσιανού υποδείγματος, είναι η γνωστή ρήση του Ρήγκαν: «Στην παρούσα κρίση η κυβέρνηση δεν είναι η λύση στο πρόβλημα μας. Η κυβέρνηση είναι το πρόβλημα». Εντούτοις, σύμφωνα με το Allais, «στην πράξη αυτό που θα μπορούσε να ονομαστεί “υπαρκτός νεοφιλελευθερισμός” δεν αφορά την κατάργηση του κράτους, αλλά μάλλον τη διασφάλιση ότι κύριος ρόλος του κράτους είναι η βελτίωση της λειτουργίας των αγορών και η δημιουργία αγορών σε κοινωνικές περιοχές που προηγουμένως δεν υπήρχαν».

Ουσιαστικά ο ν/φ είναι ένα ολοκληρωμένο πολιτικο-ιδεολογικό έργο του κεφαλαίου, που στην εποχή της ανόδου του μονοπωλιακού χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, ανάγει σε κύριο στρατηγικό στόχο να ενσωματώσει όχι μόνο κάθε πτυχή της κοινωνικής ζωής αλλά ακόμη και ίδιο το κράτος στις καπιταλιστικές σχέσεις αγοράς. Ως εκ τούτου, ο παραδοσιακός ρόλος του κράτους στη διασφάλιση της κοινωνικής αναπαραγωγής -αν και σε μεγάλο βαθμό με όρους καπιταλιστικής τάξης- περιορίζεται πλέον αποκλειστικά σε ρόλο προώθησης της καπιταλιστικής αναπαραγωγής. Ο στόχος δεν είναι τίποτα λιγότερο από τη δημιουργία του απόλυτου καπιταλισμού.

Όπως έγραψε ο Φουκώ,

«Αντί να αποδεχτούν μια ελεύθερη αγορά που ορίζεται από το κράτος και διατηρείται υπό την εποπτεία του κράτους -που ήταν, κατά κάποιο τρόπο, η αρχική φόρμουλα του φιλελευθερισμού, [οι νεοφιλελεύθεροι]… γυρίζουν τη φόρμουλα και υιοθετούν την ελεύθερη αγορά ως [την] οργανωτική και ρυθμιστική αρχή του κράτους… Με άλλα λόγια: ένα κράτος υπό την εποπτεία της αγοράς και όχι μια αγορά που εποπτεύεται από το κράτος.…

Και αυτό που είναι σημαντικό και αποφασιστικό στον σημερινό νεοφιλελευθερισμό μπορεί, νομίζω, να τοποθετηθεί εδώ. Διότι δεν πρέπει να έχουμε αυταπάτες ότι ο σημερινός νεοφιλελευθερισμός είναι, όπως λέγεται πολύ συχνά, η αναβίωση ή η επανάληψη παλαιών μορφών φιλελεύθερων οικονομικών που διατυπώθηκαν τον δέκατο όγδοο και δέκατο ένατο αιώνα και τώρα επανενεργοποιούνται από τον καπιταλισμό για μια ποικιλία των λόγων που σχετίζονται με την ανικανότητα και τις κρίσεις του καθώς και με κάποιους περισσότερο ή λιγότερο τοπικούς και καθοριστικούς πολιτικούς στόχους. Στην πραγματικότητα, κάτι πολύ πιο σημαντικό διακυβεύεται στον σύγχρονο νεοφιλελευθερισμό... Αυτό που αμφισβητείται είναι αν μια οικονομία της αγοράς μπορεί πράγματι να χρησιμεύσει ως αρχή, μορφή και πρότυπο για ένα κράτος το οποίο, λόγω των ελαττωμάτων του, είναι με δυσπιστία από όλους και στα δεξιά και στα αριστερά, για τον ένα ή τον άλλο λόγο».

Σε γενικές γραμμές, παρά τις διαφορές μεταξύ υπο-Σχολών του ν/φ, μια κοινή βάση αρχών του είναι η παρακάτω:

Ο νεοφιλελευθερισμός

- επικαλείται την «ελευθερία του εμπορίου» και των «ελεύθερων συναλλαγών»

- τονίζει τον ρόλο του καταναλωτή και την επιχειρηματική κυριαρχία επικεντρωμένες σε μεγάλο βαθμό στην ατομική υποκειμενικότητα

- αντικαθιστά την εργασιακή θεωρία της αξίας με την θεωρία της υποκειμενικής θεωρίας της αξίας (Χάγιεκ) δηλ. τη θεωρία σύμφωνα με την οποία η αξία αποδίδεται στους πόρους από τις υποκειμενικές προτιμήσεις των ατόμων

¨ η αγορά είναι ο μηχανισμός που κατανέμει καλύτερα τους πόρους στην κοινωνία

¨ ο νόμος της προσφοράς και της ζήτησης λειτουργεί, μέσω του μηχανισμού των τιμών, ως δείκτης της υπο- και υπερ-προσφοράς, καθώς και ως κίνητρο για τους παραγωγούς ώστε να παράγουν υψηλής ποιότητας προϊόντα σε ανταγωνιστικές τιμές για τις οποίες υπάρχει σταθερή ζήτηση.

¨ οι αγορές παρέχουν γρήγορες και αποτελεσματικές μεθόδους για την παροχή πληροφοριών τόσο στους παραγωγούς όσο και στους καταναλωτές

- θεωρεί απαραίτητη την επέκταση της οικονομικής σφαίρας προς την κοινωνική σφαίρα, εξαλείφοντας έτσι κάθε διαφορά μεταξύ της οικονομίας και της κοινωνίας. Κατά τη διαδικασία αυτή, οι μονεταριστές μεταφέρουν οικονομικά αναλυτικά σχήματα και κριτήρια οικονομικών αποφάσεων σε περιοχές που δεν είναι, τουλάχιστον όχι αποκλειστικά, οικονομικές.

Σε αυτό το μοντέλο, οι μισθωτοί εργάτες δεν αποτελούν πλέον εργαζομένους οι οποίοι εξαρτώνται από μια εταιρεία, αλλά αυτόνομους επιχειρηματίες με πλήρη ευθύνη για τις δικές τους επενδυτικές αποφάσεις, που προσπαθούν να παράξουν προστιθέμενη αξία. Είναι οι ίδιοι επιχειρηματίες του εαυτού τους.

¨ γι’ αυτό και θεωρείται αναγκαία η μείωση της δύναμης των συνδικάτων και η μεγαλύτερη ευελιξία στην απασχόληση

- υποστηρίζει τη δημοσιονομική λιτότητα, την απορρύθμιση, το ελεύθερο εμπόριο, τις ιδιωτικοποιήσεις και τη μείωση των κρατικών δαπανών.

- υπεραμύνεται της κατάργησης του προστατευτισμού. Κρατική παρέμβαση μόνο όταν χρειάζεται για να βοηθήσει στην εφαρμογή, διατήρηση και προστασία των δραστηριοτήτων της ελεύθερης αγοράς

 

Η εξέλιξη του ν/φ πρέπει να ειδωθεί σε άμεση συσχέτιση αφενός με τον ιμπεριαλισμό ως (το νεότερο) στάδιο του καπιταλισμού και αφετέρου με την ηγεμονία των ΗΠΑ και της «συλλογικής Δύσης» καθώς και με τα φαινόμενα της παγκοσμιοποίησης και της χρηματιστικοποίησης.

Ο ιμπεριαλισμός είναι ο καπιταλισμός στην εποχή των μονοπωλίων όπως αυτός διαδέχτηκε, από τις αρχές του 20ου αιώνα, τον καπιταλισμό του ελεύθερου ανταγωνισμού.

Η παγκοσμιοποίηση έχει να κάνει με την εξασθένιση των εμπορικών και χρηματοπιστωτικών διεθνών φραγμών και, παρότι, συζητήθηκε πολύ στα χρόνια του ν/φ, εντούτοις είναι φαινόμενο που εμφανίστηκε και σε προγενέστερες περιόδους του καπιταλισμού.

Η χρηματιστικοποίηση αναφέρεται σε μηχανισμούς τόσο παλιούς όσο παλιός είναι και ο καπιταλισμός αλλά στην περίοδο του ν/φ παρατηρείται κορύφωση τόσο της πολυπλοκότητας της όσο και της σημασίας της στον μηχανισμό λειτουργίας του καπιταλισμού.

 

Σχηματικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι:

Κεντρικός στόχος του ν/φ σχήματος είναι η αναζήτηση “υψηλού εισοδήματος”, δλδ κέρδη για το κεφάλαιο και υψηλές αμοιβές εργασίας (μισθοί, μπόνους, μετοχές) για τις ανώτερες εισοδηματικές τάξεις.

Εργαλεία για την επίτευξη αυτού του στόχου αποτέλεσαν δυο εμβληματικά συστατικά του ν/φ υποδείγματος, η χρηματιστικοποίηση και η παγκοσμιοποίηση: το ελεύθερο εμπόριο, η ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίων και η παγκοσμιοποίηση των χρηματοπιστωτικών και νομισματικών μηχανισμών ήταν οι πυλώνες στους οποίους στηρίχτηκε η όλη διαδικασία. Η οποία, διαδικασία, έγινε υπό την ηγεμονία των ΗΠΑ κατ’ αρχήν επί της Ευρώπης, του Καναδά και της Ιαπωνίας (“συλλογική Δύση”). Με την συνεργασία των εθνικών ελίτ των υπολοίπων χωρών και την ενεργό συμμετοχή των διεθνών Οργανισμών (ΝΑΤΟ, ΔΝΤ, ΠΟΕ, Παγκόσμια Τράπεζα) η ν/φ ρύθμιση απλώθηκε σε όλο τον πλανήτη. Σκοπός της κυριαρχίας της Δύσης είναι η απόσπαση πλεονάσματος από τον υπόλοιπο κόσμο μέσω της επιβολής χαμηλών τιμών στους φυσικούς πόρους και των επενδύσεων στο εξωτερικό. Το παράδοξο είναι πως η οικονομική ηγεμονία των ΗΠΑ επιτεύχθηκε χάρη στα δίδυμα ελλείμματα της, την υποχώρηση των ρυθμών συσσώρευσης κεφαλαίου και την εσωτερική υπερχρέωση που χάρη στο δολάριο μεταφέρθηκαν στις ΗΠΑ (και δευτερευόντως στην ΕΕ χάρη και στο ευρώ) τα πλεονάσματα από τον υπόλοιπο κόσμο! Η εικόνα των καθαρών ξένων στοιχείων ενεργητικού που κατέχονταν από ΗΠΑ, ΗΒ και ΕΕ μέχρι την έκρηξη της κρίσης είναι αποκαλυπτική.

 


Διάγραμμα 67α.  Καθαρά ξένα στοιχεία ενεργητικού κατεχόμενα από ΗΠΑ, ΗΒ, ΕΕ
(ως ποσοστό του ΑΕΠ)

 

 Διάγραμμα 67β.  Ροή χρηματοπιστωτικού εισοδήματος από τον υπόλοιπο κόσμο προς ΗΠΑ, ΗΒ, Γαλλία Γερμανία (ως ποσοστό του ΑΕΠ)

 


 Διάγραμμα 68. Υποχρεώσεις των ΗΠΑ προς τον υπόλοιπο κόσμο σε ποσοστά ανά κατηγορία

 

Διάγραμμα 69. Καθαρό χρέος της οικονομίας των ΗΠΑ προς τον υπόλοιπο κόσμο (%ΑΕΠ)

 

Διαγράμματα 70 α και β Η Διεθνής Επενδυτική Θέση (ΝΙΙΡ) των ΗΠΑ επιδεινώνεται

 Διάγραμμα 71. Τα δίδυμα ελλείμματα των ΗΠΑ

 

 

13. Ο νεοφιλελευθερισμός μετά την κατάρρευση του 2008

«Είχε δίκιο τελικά ο Μαρξ;

Ο κλασικός καπιταλισμός δεν λειτουργεί πια»

Der Spiegel

Για τον ν/φ το έτος 2008 ήταν ότι το 1929 για τον φιλελευθερισμό και το 1973 για τον κεϋνσιανισμό: η διάψευση των προσδοκιών και βεβαιοτήτων πως είχε βρεθεί η ρύθμιση/διαχείριση-φάρμακο που θα έδινε ένα τέλος στις επαναλαμβανόμενες κρίσεις του καπιταλισμού. Όπως σημειώνει ο Κρ. Χάρμαν (στο βιβλίο του Zombie capitalism): «Η απάντηση όλων σχεδόν των κυβερνήσεων στην κρίση που ξέσπασε το 2007-8 ήταν να απομακρυνθούν από τις πολιτικές της ελεύθερης αγοράς, για τις οποίες επί τρεις δεκαετίες διακήρυσσαν ότι ήταν οι μόνες που μπορούσαν να έχουν αποτέλεσμα. Μέσα σε μια νύχτα παράτησαν τον Χάγιεκ και αγκάλιασαν τον Κέινς, ενώ από τον Φρίντμαν κράτησαν μόνο το κομμάτι που προτρέπει σε αύξηση της νομισματικής κυκλοφορίας ώστε να αποτραπεί ο αποπληθωρισμός».

Η κρίση του κορονοϊού έσπρωξε ακόμη πιο βαθιά στα αδιέξοδα την λειτουργία του συστήματος. Αρχικά, οι πολιτικές και οικονομικές ελίτ ταλαντεύτηκαν στο να πάρουν ή όχι μέτρα περιορισμού των μετακινήσεων για να μην διαταραχθεί η αναιμική ανάπτυξη που είχε σημειωθεί μέχρι το 2019. ΗΠΑ και ΗΒ καθυστέρησαν ακόμη περισσότερο να λάβουν περιοριστικά μέτρα –σε σχέση με την Κίνα και την ΕΕ- επιτείνοντας το πρόβλημα. Τελικά δεν αποφεύχθηκε η αναστολή των οικονομικών δραστηριοτήτων σε πλανητικό επίπεδο με τα αναμενόμενα αποτελέσματα: μείωση της παραγωγής και του ΑΕΠ, κατάρρευση οικονομικών τομέων (εμπόριο, εστίαση, τουρισμός), μείωση της παραγωγικότητας της εργασίας, πτώση των χρηματιστηρίων. Η ν/φ απάντηση ήταν και πάλι το… κράτος: εκτύπωση χρήματος, πλημμύρα στην αγορά με “μαδουρο-επιδόματα” και διασώσεις ιδιωτικών επιχειρήσεων. Η πολιτική αυτή ήρθε να επιβεβαιώσει ότι η «απόσυρση του κράτους», την οποία επικαλούνται τα διάφορα ν/φ ιδεολογήματα, είναι απλώς δημιουργία νέων «χώρων» δράσης του ιδιωτικού κεφαλαίου ενώ το αστικό κράτος όχι μόνο είναι παρόν αλλά αφενός ισχυροποιείται για να εφαρμόζει αποτελεσματικές πολιτικές επιτήρησης και αυταρχισμού και αφετέρου για να διασώζει ιδιωτικά επιχειρηματικά συμφέροντα. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι δημόσιες δαπάνες στην πρωτοπορία της εφαρμογής του ν/φ υποδείγματος (δλδ σε ΗΠΑ και ΗΒ) διατηρούν την ανοδική τάση τους σε όλη την μετακεϋνσιανή περίοδο.      

 


Διάγραμμα 72. Δημόσιες δαπάνες ΗΠΑ και ΗΒ

 

Το ευτύχημα ήταν πως κατασκευάστηκε σχετικά γρήγορα το εμβόλιο κατά του κορονοϊού και έδωσε την δυνατότητα γρήγορης ανάκαμψης των οικονομικών δεικτών –αν και όχι με τον ίδιο ρυθμό σε όλες τις χώρες. Μέσα στην «διετία του κορονοϊού» η πρώτιστη επιλογή των κυρίαρχων τάξεων ήταν να μην χαθούν τα πλεονεκτήματα και τα οφέλη που είχαν αποκομίσει την προηγούμενη τριακονταετία. Γι’ αυτό συνεχίζοντας την υπερεκτατική δημοσιονομική και νομισματική πολιτική της δεκαετίας 2008-18 φρόντισαν αφενός να διατηρήσουν την μεταφορά χρήματος στις κυρίαρχες τάξεις (καθώς τα επιδόματα γίνονταν έσοδα για τις επιχειρήσεις και οι αγορές ομολόγων από τις Κεντρικές Τράπεζες διέσωζαν ομόλογα και μετοχές) και αφετέρου να διασώζουν επιχειρήσεις με κρατικό χρήμα. Ταυτοχρόνως προσπαθούσαν να συντηρήσουν τα δομικά στοιχεία του ν/φ υποδείγματος: ισχυροποίηση της διεθνοποίησης του κεφαλαίου, χρηματιστικοποίηση των διαδικασιών συσσώρευσης του κεφαλαίου, ανάκαμψη του εμπορίου, επέκταση του χώρου δράσης του ιδιωτικού κεφαλαίου και περαιτέρω μείωση της «πίτας» που πηγαίνει στην μισθωτή εργασία. Στο τέλος της διετίας (το 2021) οι στόχοι αυτοί έδειχναν να επιτυγχάνονται καθώς η περιουσία και το εισόδημα των κυρίαρχων αυξήθηκε (άνοδος των χρηματιστηρίων, των επιχειρηματικών κερδών και των τιμών των ακινήτων) παρότι αυτή η επιτυχία συνοδεύτηκε από την ταυτόχρονη –και αναπόφευκτη- αύξηση των χρεών. Δυο νέα στοιχεία που αναδείχτηκαν με αφορμή την κρίση του κορονοϊού ήταν

α) η εφαρμογή της τηλεργασίας ως μια νέα εργασιακή πραγματικότητα η οποία προτείνεται να αποτελέσει μέρος της νέας «κανονικότητας» και

β) οι τεράστιες δυσκολίες που θα ανακύψουν σε περίπτωση που αποτολμηθεί η «από-παγκοσμιοποίηση» των αγορών. Το σχέδιο της επαναβιομηχάνισης των μητροπόλεων του Δυτικού ιμπεριαλισμού (της «συλλογικής Δύσης») με μεταφορά των βιομηχανικών και άλλων δραστηριοτήτων από τις αναπτυσσόμενες χώρες στις πατρίδες των κεφαλαίων προτάθηκε από τμήματα των Δυτικών αστικών τάξεων πριν ακόμη από το 2019 αλλά το κρας-τεστ του κορονοϊού έδειξε ότι κάτι τέτοιο, πέρα από το κόστος των επενδύσεων που θα απαιτηθούν και από την αύξηση του μισθολογικού κόστους (παρότι το εργατικό κόστος, για πρδγμα στην Κίνα, έχει φτάσει στο 60% του αντίστοιχου των ΗΠΑ), θα προκαλέσει κατάρρευση των αλυσίδων παραγωγής και διακίνησης των προϊόντων μέχρι να αποκατασταθεί και πάλι η νέα ισορροπία.

13.1 Οι αντιφάσεις που αναδείχτηκαν

Οι πρώτοι σοβαροί τριγμοί που τάραξαν την ευφορία στο παγκόσμιο σύστημα ήταν η κρίση των «ασιατικών τίγρεων» το 1997 για να ακολουθήσει η κρίση που ξέσπασε το 2001 με αφορμή την κατάρρευση των επιχειρήσεων dot.com. Η κρίση του 2007-08 είχε μεγαλύτερο βάθος και σημασία καθώς ακουμπούσε τον πυρήνα της νεοφιλελεύθερης ρύθμισης του σύγχρονου καπιταλισμού, είναι αυτό που θα λέγαμε μια δομική κρίση. Τα οικονομικά μέτρα που ακολουθήθηκαν με σκοπό να ανατάξουν στο δυνατόν το ποσοστό κέρδους και να μπαλώσουν τις τρύπες που άνοιξαν στα θεμέλια του συστήματος στόχευσαν στην σταθεροποίηση μέσω της διπλής πειθαρχίας: πειθαρχία στην «αγορά» και πειθαρχία του υπόλοιπου κόσμου στην ηγεμονία των ΗΠΑ (και της συλλογικής Δύσης). Σκοπός η αναπαραγωγή του νεοφιλελεύθερου καθεστώτος δλδ

η συνέχιση της απόκλισης ανάμεσα στην παραγωγικότητα και στους μισθούς,

η μείωση του μεριδίου των μισθών στην παραγόμενη «πίτα»,

η καθήλωση των μισθών ώστε να μην δημιουργούνται πληθωριστικές πιέσεις άρα να αυξάνονται τα χρέη χωρίς όμως να αυξάνονται τα επιτόκια.

Πράγματι, χάρη στην καθυπόταξη του κόσμου της μισθωτής εργασίας οι στόχοι αυτοί επιτεύχθηκαν σε μεγάλο βαθμό σε όλη την περίοδο 1990-2020 καθώς η μέση ετήσια απόδοση για το κεφάλαιο και τις άλλες μορφές επενδύσεων ήταν της τάξης 7%  όταν η μέση ετήσια αύξηση του ΑΕΠ ανήλθε στο 3,6%.

Χωρίς η δομική κρίση που ξέσπασε το 2007-08 να ξεπεραστεί, ήρθε να χτυπήσει το ήδη σαθρό οικοδόμημα η «κρίση του κορονοϊού» που τα αποτελέσματα της αντιμετωπίστηκαν και πάλι με την ενεργό ανάμιξη των κρατικών μηχανισμών χωρίς όμως αυτό να δώσει και μια πραγματική λύση: αύξηση της ρευστότητας, αύξηση του χρέους, αύξηση της αξίας των χρηματοοικονομικών στοιχείων και των ακινήτων, περαιτέρω άνοιγμα της ψαλίδας μεταξύ πλούσιων και φτωχών, αύξηση των επιχειρήσεων ζόμπι που διασώζονται ενώ –σύμφωνα με τους νόμους λειτουργίας του καπιταλισμού- θα έπρεπε να “εκκαθαρίζονται” (καταστροφή κεφαλαίου, πλασματικού και πραγματικού) για να μπει κάποια στιγμή ο καπιταλισμός στην φάση ανόδου. Και επειδή κάθε άρνηση αντιμετώπισης της πραγματικότητας σωρεύει νέες αντιφάσεις, στο τέλος, πάνω στα προηγούμενα προστέθηκε και η γενικευμένη εκτόξευση των τιμών (για να τονωθούν τα κέρδη) από την άνοιξη του 2021 (πολύ πριν την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία).

 

Διάγραμμα 73. Πληθωρισμός στους G-7

 

Διάγραμμα 74. Αύξηση του Δείκτη Τιμών Παραγωγού (ΗΠΑ)

 

13.2 «Η φτώχεια φέρνει γκρίνια»

Είναι προφανές –και ιστορικώς βεβαιωμένο- πως όταν ο τρόπος λειτουργίας μιας οικονομίας αντιμετωπίζει προβλήματα αυξάνεται αμφισβήτηση του και η δυσαρέσκεια της κοινωνίας. Ο ν/φ, εκ κατασκευής, εντείνει τις ανισότητες μεταξύ των κοινωνικών τάξεων. Είναι πολύ ευνοϊκός για την αστική τάξη και ευνοϊκός για τμήματα των μεσοστρωμάτων συγκροτώντας ανάμεσα τους ένα ισχυρό μέτωπο που στηρίζει με κάθε τρόπο τα κεκτημένα του. Για τους “από κάτω”, και όσο το σύστημα “δουλεύει”, το μοντέλο παραμένει αποδεκτό. Όμως, όταν η κρίση έρχεται να φανερώσει την πραγματικότητα η αμφισβήτηση από τις υποτελείς τάξεις που φορτώνονται και το μεγαλύτερο κόστος της, αναδύεται απειλητική. Μέσα από αυτήν την οπτική μπορεί κανείς να εξηγήσει τα αντι-παγκοσμιοποιητικά κινήματα, την νοσταλγία προς το εθνικό κράτος μέχρι και το φούντωμα των συνωμοσιολογικών θεωριών –ερμηνείες και εναλλακτικές προτάσεις που εξαρτώνται από το επίπεδο συνείδησης των υποτελών τάξεων.

Όλη η περίοδος μετά το 2008 αντανακλά την έλλειψη εμπιστοσύνης των υποτελών τάξεων και την απέλπιδα προσπάθεια των κυρίαρχων τάξεων αφενός να συγκρατήσουν την κοινωνική δυσαρέσκεια και αφετέρου να φτάσουν σε ένα νέο μοντέλο διαχείρισης που θα εξασφαλίζει την παράταση της ηγεμονίας τους και της αύξησης του πλούτου τους. Το “κερασάκι στην τούρτα” της κρίσης ήταν ο πόλεμος στην Ουκρανία που την ανατροφοδοτεί (την κρίση) φουντώνοντας τον πληθωρισμό. Ένας πόλεμος που δεν ξεκίνησε από έναν “δικτάτορα” –όπως προσπαθούν να μας πείσουν τα ΜΜΕ της «συλλογικής Δύσης»- αλλά ένας πόλεμος που είναι το φυσιολογικό αποτέλεσμα της ανισόμετρης ανάπτυξης που είχαν στην προηγούμενη 30ετία τα διάφορα μέρη του παγκόσμιου συστήματος. Η Δύση βλέπει με ανησυχία την τρελλή άνοδο της Κίνας και άλλων περιφερειακών χωρών ενώ, οι κερδισμένοι της προηγούμενης περιόδου ζητούν το ξαναμοίρασμα της «πίτας» με βάση τις νέες αναλογίες ισχύος.

Η «πολυκρίση» του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού είναι εδώ και απαντήσεις δεν έχουν βρεθεί. Το παλιό υπόδειγμα δεν δουλεύει, το καινούργιο δεν έχει ακόμη εφευρεθεί και το καθεστώς που είχε επιβάλλει η συλλογική Δύση αμφισβητείται πλέον ανοιχτά από τους νέους "παίκτες" που αναδύθηκαν στην σκιά της μέσα στην 30ετία της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης.     


     
           

 

 

 Σχετικά

1. Ιστορικές αλλαγές στην οικονομική δομή της Κίνας τα τελευταία 40 χρόνια

2. The US/China/Europe relations

3. Η κρίση του νεοφιλελεύθερου σχήματος αναπαραγωγής και η νέα καπιταλιστική «κανονικότητα»

4. Από τη γένεση της οικονομίας της αγοράς στο νεοφιλελευθερισμό

5. World GDP PPP ranking

6. Οι διαδοχικές κρίσεις, οι αποτυχίες του νεοφιλελευθερισμού και η ανάγκη για ένα νέο οικονομικό παράδειγμα

7. Κρίση του καπιταλισμού, τέλος του νεοφιλελευθερισμού:σημειώσεις για μια μεγάλη αφήγηση

8. Οι πολλές φυλές του νεοφιλελευθερισμού

9. Another Look At Corporate Profits

10. Ινστιτούτο ΕΝΑ: Οι διαδοχικές κρίσεις, οι αποτυχίες του νεοφιλελευθερισμού και η ανάγκη για ένα νέο οικονομικό παράδειγμα

11. Άλλαξε η πανδημία τον καπιταλισμό;

12. THE FINANCIALIZATION HYPOTHESIS: A THEORETICAL AND EMPIRICAL CRITIQUE

13. Θα διαλύσει η Κίνα τη Σκοτεινή της Συμφωνία με την Αμερική;


14. The Geoeconomics of Modern Conflict



 




 

 

 

 

 

 

Κυριακή 5 Φεβρουαρίου 2023

Εισόδημα, παραγωγή και κατανάλωση στην Ελλάδα


Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Eurostat, οι Έλληνες καταναλωτές είναι, από την άποψη της κατά κεφαλήν πραγματικής ατομικής κατανάλωσης, προτελευταίοι στην ΕΕ, και τελευταίοι στην Ευρωζώνη. Οι βαλκανικές χώρες της Ένωσης –Ρουμανία και Κροατία– είναι πάνω από εμάς και απομακρύνονται με γοργό ρυθμό, ενώ η Βουλγαρία, σε ελάχιστα χρόνια, με τους παρόντες ρυθμούς, θα μας ξεπεράσει κι αυτή. Επιπλέον, η αγοραστική δύναμη των Ελλήνων απέχει μόλις μια μονάδα –64, έναντι 65, έναντι 100 της ΕΕ–, από αυτή των Τούρκων, για την οικτρή κατάσταση των οποίων τόσο χαίρονται τα κανάλια μας. Σε ό,τι αφορά, τέλος, τον μέσο μικτό μισθό, η Ελλάδα είναι, μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ, τρίτη από το τέλος, πάνω μόνο από τη Βουλγαρία και το Μεξικό!

Ως προς τα στοιχειώδη ουσιώδη, λοιπόν, η Ελλάδα είναι παράδειγμα αποτυχημένου κράτους. Η αναστροφή, δε, αυτής της κατάστασης είναι εξαιρετικά αμφίβολη, στο βαθμό που οι προοπτικές της ελληνικής οικονομίας είναι, το λιγότερο, ζοφερές.

Οι επενδύσεις συνεχίζουν να είναι σε τέτοιο επίπεδο, που δεν μπορούν ούτε καν να αναπληρώσουν τα μέσα παραγωγής, τα οποία φθείρονται από την χρήση. Επομένως, το κεφαλαιακό απόθεμα όλο και μειώνεται. Η πρόβλεψη για την ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια είναι πολύ κακή, φέρνοντάς την σχεδόν στα όρια της διαρκούς ύφεσης –το 2023, π.χ., προβλέπεται ρυθμός μεγέθυνσης 1%. Η επιστροφή στα πρωτογενή πλεονάσματα και στην αυστηρή λιτότητα –μέχρι το 2060!– είναι μέρος της εξήγησης του προηγουμένου.

Επιπρόσθετα, έχουμε επανεμφάνιση του μεγάλου ελλείμματος στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, πράγμα που σημαίνει πως, 12 χρόνια μετά την έναρξη εφαρμογής των Μνημονίων, έχει γίνει μια τρύπα στο νερό. Όπως σημείωνε, πριν από μερικές μέρες, οικονομική αναλύτρια, «τζάμπα πήγαν τα μνημόνια»! Πράγματι, έπειτα από 714 μνημονιακούς νόμους, με 60000 διατάξεις και 300000 υπουργικές αποφάσεις υλοποίησης, το μόνο που έμεινε είναι η ριζική φτωχοποίηση της εργαζόμενης πλειοψηφίας, η μεγάλη αύξηση του μεριδίου των κερδών, το παγκόσμιο ρεκόρ στην ένταση της εκμετάλλευσης, η συμπίεση των προσδοκιών στην εξασφάλιση της απλής επιβίωσης.

Τα πράγματα, δε, είναι ακόμη χειρότερα, δεδομένου πως, παρά το «αναγκαίο», για «την θεραπεία και την ανάπτυξη», μνημονιακό παρασύνταγμα, με προοπτική μισού, τουλάχιστον, αιώνα, το παραγωγικό πρότυπο, μη-ανταγωνιστικό, παρασιτικό και καταδικασμένο σε ραγδαία αποδρομή, όπως έλεγαν οι εκόντες και άκοντες μνημονιακοί, παραμένει ανέγγιχτο. Δεν ζει μόνο: βασιλεύει. Ξανά μανά τουρισμός, κατασκευές και καφέ κάθε 100 μέτρα. Το 70%, περίπου, των επιχειρήσεων συνεχίζουν να είναι έντασης εργασίας -πράγμα απολύτως λογικό, με τόσο φτηνή εργασία. Το 70%, επίσης, των εργαζομένων δουλεύουν ως πρακτικά ανειδίκευτοι, ανεξάρτητα από το «ανθρώπινο κεφάλαιο», για να χρησιμοποιήσω έναν νεοφιλελεύθερο όρο,  που διαθέτουν.

Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, πως, μ’ όλο που οι εργαζόμενοι δουλεύουν περισσότερο, αμείβονται λιγότερο, έχουν μηδενικά, σχεδόν, δικαιώματα και δυνατότητες διεκδίκησης, η παραγωγικότητα είναι στα τάρταρα: 37η στους 40 του ΟΟΣΑ και 27η στους 27 στην ΕΕ!

Σταματώ εδώ με τα της «παραγωγής». Θα μπορούσα να προσθέσω και άλλα, τα οποία θα έκαναν την εικόνα ακόμη χειρότερη, αν υπάρχει χειρότερο.

Γιατί συμβαίνουν, όμως, αυτά; Μια περιεκτική απάντηση είναι πως διαθέτουμε την πιο εκμεταλλευτική καπιταλιστική τάξη –μεγάλη, μεσαία και μικρή– που μπορεί να φανταστεί ανθρώπου νους. Ένα μεγάλο τμήμα της συντηρείται και «προκόβει» λόγω, απλώς, της φοροαπαλλαγής, της φοροδιαφυγής, της φοροκλοπής και της εισφοροπλοπής, καθώς και της απόλυτης ασυδοσίας απέναντι στους εργάτες της. Πρόκειται για επιχειρήσεις σαπάκια, που, σε μια «ελεύθερη αγορά» θα είχαν κλείσει προ πολλού. Είναι ορθολογική, να μην πω κοινωνικά δίκαιη, η συντήρησή τους; Προφανώς, όχι. Πολύ παραγωγικότερο θα ήταν να αφεθούν στην τύχη τους, και να ληφθεί πρόνοια για τους εργάτες τους – με την υποστήριξη, μεταξύ άλλων, και της δυνατότητάς τους να στήνουν οι ίδιοι συλλογικά παραγωγικά εγχειρήματα. Η προκλητική ενίσχυση αυτών των «μεσαίων» επιχειρηματιών, η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων δηλώνει ετήσια εισοδήματα ακόμη και κάτω από τις 5000 ευρώ, είναι από τα μείζονα «διαρθρωτικά» προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας. Με αποτέλεσμα να εμφανίζονται αυτοί ως δικαιούχοι κρατικών επιδομάτων, που οι εργάτες τους δεν δικαιούνται, μια και έχουν μεγαλύτερο εισόδημα από τα αφεντικά τους!

Ένα καταπληκτικό στοιχείο της απίστευτης –άμεσης και έμμεσης– εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης στην Ελλάδα, είναι η διαπίστωση της Eurostat πως οι Έλληνες και οι Ελληνίδες δήλωσαν πέρσι εισόδημα 79 δισεκατομμυρίων, αλλά  οι δαπάνες τους ήταν 129 δισεκατομμύρια. Όποιος βρει τα ελλείποντα 50, κερδίζει τον σεβασμό μας.

Σε ό,τι αφορά τον πληθωρισμό, ο ΟΟΣΑ, όχι τίποτε ριζοσπάστες δηλαδή, δείχνει ως βασικό αίτιο του υψηλότατου επιπέδου του, τα υπερβολικά ποσοστά κέρδους, με τα οποία δουλεύουν διαχρονικά το εμπόριο και η βιομηχανία. Αν συνυπολογίσουμε, δε, πως ο πληθωρισμός του φτωχού μπορεί να είναι και τριπλάσιος αυτού του πλουσίου, καταλαβαίνουμε ακόμη καλύτερα το μαύρο μας το χάλι.

Εισόδημα, παραγωγή και κατανάλωση στην Ελλάδα

 

Το ευρώ, ο νεοφιλελευθερισμός, η εκμετάλλευση της εργασίας

  Τα δύο θεμέλια του καθεστώτος εκμετάλλευσης Η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αποτελέσει, ιδιαίτερα από το 1990 και μετά, ιμάντα μεταβί...