Παρασκευή 27 Οκτωβρίου 2023

Οι εκλογικές μετατοπίσεις στις βουλευτικές εκλογές της 21ης Μαΐου

 ΑΝΑΛΥΣΗ

Του Γιάννη Μαυρή

Η εκτεταμένη αστοχία των προεκλογικών δημοσκοπήσεων, αλλά και -για τους ίδιους λόγους- των δημοσκοπήσεων εξόδου, στις πρόσφατες εκλογές, δεν επιτρέπει την εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων, σχετικά με τις εντυπωσιακές εκλογικές μετακινήσεις που κατέγραψε η κάλπη της 21ης Μαΐου. Και αυτό, γιατί οι δημοσκοπήσεις εξόδου, αφενός πάσχουν από τις ίδιες μεροληψίες με τις προεκλογικές έρευνες και αφετέρου δεν καταγράφουν τις μετακινήσεις προς και από την αποχή. Εναλλακτικά, τα πραγματικά εκλογικά αποτελέσματα προσφέρουν μια αξιόπιστη και πληρέστερη εικόνα για τις εκλογικές μετατοπίσεις, που έχουν επισυμβεί μεταξύ δύο ή περισσότερων εκλογικών αναμετρήσεων.

Με βάση μια κατάλληλη στατιστική τεχνική, το αποτέλεσμα των πρόσφατων βουλευτικών εκλογών, αναλύεται σε σύγκριση με τις προηγούμενες (του Ιουλίου 2019) και εντοπίζονται οι σημαντικότερες μετατοπίσεις του εκλογικού σώματος που το καθόρισαν. (Βλέπε σχετικά Σημειώσεις 1 και 2 στο τέλος του άρθρου).

Η εκλογική κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ και η σημασία της για το κομματικό σύστημα

Δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι η εκλογική κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί το σημαντικότερο εκλογικό ρεύμα των πρόσφατων εκλογών. Ο ΣΥΡΙΖΑ κατέγραψε μείωση σε 59 από τις 60 ελάσσονες εκλογικές περιφέρειες (συμπεριλαμβανομένης εκείνης των ψηφοφόρων του Εξωτερικού). Μοναδική εξαίρεση αποτέλεσε η Ροδόπη, λόγω της μαζικής υπερψήφισής του από τη μουσουλμανική μειονότητα. Σε αμιγώς μουσουλμανικούς δήμους, ο ΣΥΡΙΖΑ απέσπασε την απόλυτη πλειοψηφία (Αμαξάδες 62,2%, Σώστης 59,6%, Φιλλύρα 51,9%).

Εκτός Αττικής, ο εκλογικός καταποντισμός του ΣΥΡΙΖΑ είναι εντονότερος σε ολόκληρη την Κρήτη (Ηράκλειο -20,3%, Λασίθι -16,8%, Χανιά -16,7%, Ρέθυμνο -16,0%) και τα Δωδεκάνησα (-14,8%), στην Εύβοια (-16,1%) και στην Κέρκυρα (-14,4%). Μεγαλύτερη πολιτική και κοινωνική σημασία, ωστόσο, έχει το γεγονός ότι καταποντίστηκε στα εργατικά και ευρύτερα λαϊκά στρώματα, που συγκεντρώνονται στη συμπαγή ζώνη των περιφερειακών δυτικών και νοτιο-δυτικών δήμων της Αθήνας και του Πειραιά: στη Δυτική Αττική (-18,0%), στη Β’ Πειραιά (-17,5%), στο Δυτικό Τομέα Αθηνών (Β2) (-15,9%). Αυτές είναι οι δέκα εκλογικές περιφέρειες, όπου καταγράφηκε η μεγαλύτερη εκλογική υποχώρηση της αξιωματικής αντιπολίτευσης (βλέπε και παρακάτω).

Έτσι, μετά από έντεκα (11) έτη, η σημερινή εκλογική του επιρροή (1.184.500 ψήφοι) δείχνει να επανέρχεται πάλι στα επίπεδα του Μαΐου 2012 (1.061.928), όταν ξεκινούσε η ραγδαία εκλογική του άνοδος (2012-2015). Πρόκειται για μείζονα πολιτική εξέλιξη που φαίνεται να τερματίζει τη περίοδο του μνημονιακού διπολισμού· διαμορφωμένου, στη βάση της διαιρετικής τομής που επέφερε η εφαρμογή των Μνημονίων στην Ελλάδα, ανάμεσα στις φιλομνημονιακές και τις αντιμνημονιακές δυνάμεις, επικαθορίζοντας τη διαίρεση Αριστερά/Δεξιά. Ο «συρρικνωμένος», πλέον, δικομματισμός (ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ), διαδέχθηκε από τον Μάιο του 2012 τον παραδοσιακό μεταπολιτευτικό δικομματισμό (ΠΑΣΟΚ-ΝΔ), όταν εκείνος εξαϋλώθηκε και διατηρήθηκε στην περίοδο διακυβέρνησης της (μνημονιακής) αριστεράς, 2015-2019 (64,2% – 1/2015, 63,6% – 9/2015, 71,4% – 7/2019). Το γεγονός αυτό οδήγησε -εσφαλμένα- κάποιους αναλυτές να πιστέψουν ότι η «επαναστοίχιση» (re-alignment) κομμάτων/εκλογέων, που καταγράφηκε στις εκλογές του 2019, ήταν οριστική και ότι, εφεξής, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα «κινδύνευε» να χάσει το (ΠΑΣΟΚογενές) εκλογικό του ακροατήριο. Αυτή η εκτίμηση αποδείχθηκε, κυριολεκτικά, καταστροφική. Οδήγησε τον Αλέξη Τσίπρα και την ηγετική ομάδα του να πιστέψει, ότι έχοντας «εξασφαλίσει» δια παντός την Αριστερά, μπορεί να κινηθεί άνετα προς το «Κέντρο» ή ακόμη και την Καραμανλική Δεξιά και να διεκδικήσει τους -δήθεν- «ταλαντευόμενους» συντηρητικούς ψηφοφόρους. Είναι περιττό να τονιστεί, ότι αυτή η στρατηγική (εκλογικισμός)  διαψεύσθηκε, για άλλη μια φορά, με εξαιρετικά επώδυνο τρόπο.

Στις πρόσφατες εκλογές, ο ήδη «συρρικνωμένος» δικομματισμός της μνημονιακής περιόδου υποχώρησε θεαματικά στο 60,9%. Αυτή η υποχώρηση όμως δεν είναι ισορροπημένη, αλλά οφείλεται αποκλειστικά στη συντριβή του ενός πόλου του κομματικού συστήματος· εξέλιξη, που αναδεικνύει προς το παρόν τον άλλο εναπομείναντα πόλο (τη Νέα Δημοκρατία) σε εν δυνάμει κυρίαρχο. Φυσικά, αυτό δεν θα κριθεί σε μια ή δύο επόμενες εκλογικές αναμετρήσεις, αλλά μακροπρόθεσμα.

Μεταπολιτευτικά, η (ασύγκριτα) μεγαλύτερη, σε σχέση με τη πρόσφατη, κατάρρευση εκλογικής επιρροής κομμάτων παρατηρήθηκε τον Μάιο του 2012, όταν τα δύο κόμματα της τότε διακυβέρνησης (ΠΑΣΟΚ, ΝΔ) έχασαν μαζί πάνω 3 εκ. ψήφους (ΠΑΣΟΚ, -2.179.090, ΝΔ, -1.103.616). Η σημερινή περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ (-596.557 ψήφοι) προφανώς δεν συγκρίνεται ποσοτικά με τον σεισμό του 2012, είναι όμως αντίστοιχου μεγέθους με την κατάρρευση της ΝΔ το 2009 (-699.500 ψήφοι), όταν το ΠΑΣΟΚ επέστρεψε στην εξουσία, λίγο πριν την απαρχή της μνημονιακής περιόδου.

Οι εκλογικές μετατοπίσεις στις βουλευτικές εκλογές της 21ης Μαΐου

 

Οι εκλογικές μετατοπίσεις στις βουλευτικές εκλογές της 21ης Μαΐου

Που κατευθύνθηκαν οι απώλειες του ΣΥΡΙΖΑ

Η εντυπωσιακή απομείωση της εκλογικής υποστήριξης του ΣΥΡΙΖΑ συντελείται προς όλες τις κατευθύνσεις: και προς το ΠΑΣΟΚ, και τη ΝΔ και την αριστερά. Αυτό καθιστά και το εγχείρημα της ανάσχεσής της ιδιαίτερα δυσχερές, ίσως και αδύνατο. Οι εκλογικές απώλειες της αξιωματικής αντιπολίτευσης αντιπροσωπεύουν το 41,8% της επιρροής του 2019 και η συσπείρωσή του περιορίσθηκε μόλις στο 58,2% (Πίνακας 1). Στην πραγματικότητα, οι απώλειες υπερβαίνουν σημαντικά την απόλυτη μεταβολή ψήφων, που καταγράφεται μεταξύ Ιουλίου 2019 και Μαΐου 2023 στα δημοσιευμένα αποτελέσματα (596.557 ψήφοι). Σύμφωνα με την ανάλυση των εκλογικών αποτελεσμάτων που χρησιμοποιείται εδώ (βλέπε Σημείωση 2), υπερβαίνουν αριθμητικά τις 740.000 ψήφους των ψηφοφόρων του 2019 (Πίνακας 2).

Ο ΣΥΡΙΖΑ σημειώνει τις μεγαλύτερες απώλειες ψήφων του προς το ΠΑΣΟΚ. Πράγματι, οι απώλειές του αντιπροσωπεύουν το 17,7% της εκλογικής δύναμης του ΣΥΡΙΖΑ το 2019, που αντιστοιχεί σε περίπου 315.600 ψηφοφόρους του 2019. Πρόκειται δηλαδή για το 5,3% του σημερινού εκλογικού σώματος (με βάση τα έγκυρα). Είναι γνωστό ότι στο επίπεδο της εκλογικής βάσης, ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ αποτέλεσαν «συγκοινωνούντα δοχεία». Κατά τα φαινόμενα, τώρα η ροή αντιστράφηκε και μια μερίδα ΠΑΣΟΚογενών ψηφοφόρων παλιννόστησαν στο κόμμα το οποίο είχαν εγκαταλείψει κατά τη μνημονιακή δεκαετία.

Η τάση αυτής της εκλογικής μετατόπισης εις βάρος του ΣΥΡΙΖΑ  γίνεται ευκολότερα αντιληπτή στην Κρήτη, όπου το ΠΑΣΟΚ κατέγραψε την μεγαλύτερη, πανελλαδικά, αύξηση της επιρροής του στο Ρέθυμνο (+11,7%) και στο Ηράκλειο (+10,4%), στην Ξάνθη (+9,5%), στην Αρκαδία (+7,0%), στη Φλώρινα (+6,9%), στην Εύβοια (+6,7%) και αλλού. Ένα τμήμα από τις απώλειες του ΣΥΡΙΖΑ προς το ΠΑΣΟΚ αντισταθμίστηκε από τις πολύ μικρότερες εισροές, που -αντίστροφα- είχε ο ΣΥΡΙΖΑ από το ΠΑΣΟΚ: 17,7% της δύναμης του ΠΑΣΟΚ το 2019, περίπου 81.000 ψήφοι ή 1,4% του εκλογικού σώματος – Πίνακες 1 & 2). Η εκλογική «επιστροφή» στο ΠΑΣΟΚ δεν έχει κοινωνική όσμωση. Όπως διαφαίνεται στον Χάρτη 4, η άνοδος του ΠΑΣΟΚ στους Δήμους της Αττικής (+2,2%) είναι ως επί το πλείστον ομοιόμορφη (οριζόντια), χωρίς σημαντική κοινωνική διαφοροποίηση, όπως πχ. συμβαίνει με το ΚΚΕ.

2) Σημαντικές απώλειες υφίσταται ο ΣΥΡΙΖΑ και προς τη Νέα Δημοκρατία. Οι απώλειές του προς το κυβερνών κόμμα αντιπροσωπεύουν το 10,5%, περίπου 187.500 ψήφους (Πίνακας 2), δηλαδή το 3,2% του εκλογικού σώματος. Είναι προφανές ότι αυτή η «διαπαραταξιακή» μετατόπιση υποεκτιμήθηκε καθαρά τόσο από τις προεκλογικές δημοσκοπήσεις, όσο φυσικά και από τις δημοσκοπήσεις εξόδου. Σύμφωνα με την ανάλυση, δεν υπήρξαν αντίστροφες εισροές από τη ΝΔ προς τον ΣΥΡΙΖΑ.    Η μετατόπιση από τον ΣΥΡΙΖΑ προς τη ΝΔ γίνεται ευδιάκριτα αντιληπτή στα Δωδεκάνησα, όπου η ΝΔ σημείωσε τη μεγαλύτερη -πανελλαδικά- αύξηση της επιρροής της κατά 8,6% (ενώ το ΠΑΣΟΚ μόλις 3%), στην Κρήτη (πχ. Χανιά +7,1%, Λασίθι +6,1%), αλλά και στις λαϊκές περιοχές της Πρωτεύουσας (πχ. Δυτική Αττική +7,6%, Β’ Πειραιά +7,3%).

3) Ο ΣΥΡΙΖΑ υφίσταται απώλειες και προς τα αριστερά του: Το ΚΚΕ, το ΜέΡΑ25, η Πλεύση Ελευθερίας, καθώς και οι μικρότεροι αριστεροί σχηματισμοί («Λοιπά Αριστερά») απέσπασαν από τον ΣΥΡΙΖΑ, συνολικά, το 8,8% των ψηφοφόρων του 2019, περίπου 155.700 ψήφους (το ΚΚΕ 69.300 και τα υπόλοιπα κόμματα 86.400). Αθροιστικά, οι διαρροές του προς τα αριστερά αντιπροσωπεύουν το 2,6% του εκλογικού σώματος.

4) Τέλος, απώλειες υφίσταται ο ΣΥΡΙΖΑ και προς τις λεγόμενες αντιεκλογικές πρακτικές (Άκυρο/Λευκό), 49.000 ψήφους ή 2,8% της δύναμης του 2019 (Πίνακες 1 & 2).

 

Οι εκλογικές μετατοπίσεις στις βουλευτικές εκλογές της 21ης ΜαΐουΟι εκλογικές μετατοπίσεις στις βουλευτικές εκλογές της 21ης Μαΐου

Διαρρήχθηκε η σχέση του ΣΥΡΙΖΑ με τα ευρύτερα λαϊκά στρώματα της Πρωτεύουσας

Τα νέα κοινωνικά χαρακτηριστικά της εκλογικής βάσης του ΣΥΡΙΖΑ αποτυπώνονται περισσότερο ευδιάκριτα στην εκλογική γεωγραφία της Πρωτεύουσας (Χάρτης 1).  Όπως επισημάνθηκε παραπάνω, σε σύγκριση με το 2019, ο ΣΥΡΙΖΑ υφίσταται τις μεγαλύτερες απώλειες μεταξύ των λαϊκών-εργατικών στρωμάτων της πρωτεύουσας, που συγκεντρώνονται κυρίως στις εκλογικές περιφέρειες του Δυτικού Τομέα Αθηνών-Β2 (-15,9%), της Δυτικής Αττικής (-18%) και της Β’ Πειραιά (-17,5%). Η επιρροή του σε αυτές τις περιοχές συρρικνώνεται σήμερα δραματικά, σε σύγκριση με την προγενέστερη, από τα επίπεδα του 35-40%, περίπου στο ½ (21%-23%) στον Δυτικό Τομέα (Β2) και στη Β’ Πειραιά ή και κάτω από 20% στη Δυτική Αττική (18,2%). Ενδεικτικά, οι απώλειες στο Περιστέρι (-15,6%) αντιπροσωπεύουν το 40% της επιρροής του 2019, στο Αιγάλεω (-16,7%) το 42%, στη Νίκαια (-18,2%) το 46% και στη Δραπετσώνα (-18,2%) το 48% (Πίνακας 3). Επιστρέφει δηλαδή στα επίπεδα των πρώτων εκλογών του 2012, όταν -λόγω της συντριβής του ΠΑΣΟΚ- είχε αναδειχθεί σε 2ο κόμμα. (Σχετικά με την τυπολογία των περιοχών που χρησιμοποιείται, βλέπε Σημείωση 3). Θα πρέπει να τονιστεί, ότι από τις απώλειες του ΣΥΡΙΖΑ στις εργατικές-λαϊκές περιοχές του Λεκανοπεδίου επωφελείται πρωτευόντως η Νέα Δημοκρατία (Χάρτης 2) και δευτερευόντως το ΚΚΕ.

Είναι γεγονός ότι το ΚΚΕ ενισχύεται σε όλους τους Δήμους της Αττικής (με μια εξαίρεση) και συγκεντρώνει περιφερειακό ποσοστό 9,1%. Η άνοδός του είναι μεν, κατά μέσο όρο περιορισμένη, αλλά είναι γενική. Επιπλέον, είναι κοινωνικά επικεντρωμένη στις κατεξοχήν λαϊκές-εργατικές ζώνες του Πολεοδομικού Συγκροτήματος, όπου συγκέντρωσε ποσοστά 10%-15%. Στους δήμους της Δυτικής Αττικής, με ποσοστό 9,1%, το ΚΚΕ αύξησε τη δύναμή του κατά 3,2%, παίρνοντας τα υψηλότερα ποσοστά τους στον Ασπρόπυργο (16%) και στην Ελευσίνα (10%). Στην Β’ Πειραιά (10,8%), παρουσίασε αύξηση +2,8% και συγκέντρωσε ποσοστά 11%-13% (Το υψηλότερο στη Νίκαια, 13%). Αντίστοιχα, στον Δυτικό Τομέα της Αθήνας (Β2)10%-13% (στην Πετρούπολη 13,1%), ενώ αύξηση (+2,5%) κατέγραψε και στον Νότιο Τομέα της Αθήνας (Β3), ιδίως στις ιστορικές ανατολικές συνοικίες (Καισαριανή, 15%, Βύρωνας 12%), όπου διατηρεί παραδοσιακά αυξημένη επιρροή (Χάρτης 3).  Συνολικά, αν και η κοινωνική επιρροή του ΚΚΕ ενισχύεται (περίπου 427.000 ψήφοι και ποσοστό 7,2%), εντούτοις δεν επιστρέφει στα υψηλά επίπεδα που είχε κατακτήσει από το 2007 (584.000 ψήφοι) έως τον Μάιο του 2012 (536.000 ψήφοι). Η σημερινή του απήχηση προσεγγίζει περισσότερο εκείνη του 2004 (437.000).

 

Οι εκλογικές μετατοπίσεις στις βουλευτικές εκλογές της 21ης ΜαΐουΟι εκλογικές μετατοπίσεις στις βουλευτικές εκλογές της 21ης Μαΐου

Οι εκλογικές μετατοπίσεις στις βουλευτικές εκλογές της 21ης ΜαΐουΟι εκλογικές μετατοπίσεις στις βουλευτικές εκλογές της 21ης Μαΐου

Η πρωτοφανής εκλογική νίκη της ΝΔ και η ενίσχυση της συντηρητικής παράταξης

Στις συνολικά επτά (7) περιπτώσεις διαδοχικής επανεκλογής κυβερνήσεων στη Μεταπολίτευση, υπάρχουν μόνον δύο (2) περιπτώσεις, όπου το κυβερνών κόμμα σημειώνει άνοδο (Διάγραμμα 1). Η περίπτωση ΠΑΣΟΚ/Σημίτη, το 2000 (+2,3%) και η σημερινή ΝΔ/Μητσοτάκη (+0,9%). Επιπλέον, το ποσοστό που έλαβε σήμερα η ΝΔ, 40,8%, είναι παραπλήσιο και συγκρίσιμο με εκείνο το οποίο είχε λάβει ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, στην πρώτη επανεκλογή του 1977 (41,8%), το ποσοστό του Κώστα Σημίτη, στην επανεκλογή του 1996 (41,5%) και το ποσοστό του Κώστα Καραμανλή, όταν επανεξελέγη το 2007 (41,8%).

Ως ποσοστό 1ου κόμματος, το σημερινό ποσοστό της ΝΔ είναι υψηλότερο από τα ποσοστά των εκλογών της περιόδου 2012-2019, αλλά δεν συγκαταλέγεται στα υψηλότερα που έχει λάβει η συντηρητική παράταξη στη μεταπολιτευτική περίοδο. Από την άλλη πλευρά, όμως, το στοιχείο που καθιστά την εκλογική της νίκη πρωτοφανή είναι ευνόητα η απόστασή της από το δεύτερο κόμμα (η λεγόμενη «ψαλίδα»): Πράγματι, η διαφορά ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ (20,7%) είναι η 2η μεγαλύτερη στις 19 βουλευτικές αναμετρήσεις της 50χρονης μεταπολιτευτικής ιστορίας. Μεγαλύτερη ακόμη και από τη διαφορά του 1977, μεταξύ ΝΔ και ΠΑΣΟΚ (16,5%), και μικρότερη μόνον εκείνη των «έκτακτων» εκλογών του 1974 (34%).

Ο μεγάλος νικητής των εκλογών, η Νέα Δημοκρατία, αποσπώντας 2.407.860 ψήφους επαναφέρει την εκλογική-κοινωνική της επιρροή στα προ-μνημονίου επίπεδα. Όταν έχασε τις εκλογές το 2009, η ΝΔ είχε συγκεντρώσει πάλι περίπου 2,3 εκ ψήφους (2.295.967), αλλά λόγω της υψηλότερης συμμετοχής τότε, το ποσοστό της ήταν μόλις 33,5%. Επιπλέον, η επικράτησή της συμβαδίζει και με τη συνολική παραταξιακή εκλογική ενίσχυση των κομματικών σχηματισμών της ΔεξιάςΑθροιστικά, η ΝΔ, η Ελληνική Λύση και τα υπόλοιπα μικρότερα δεξιά κόμματα που έμειναν εκτός Βουλής (με μαζικότερη τη νεοπαγή ΝΙΚΗ) συγκέντρωσαν πάνω από 3 εκ. ψήφους (3.117.820) και το εντυπωσιακό ποσοστό 52,8%, που θυμίζει 1974. Εμφανίζουν δηλαδή αύξηση, σε σύγκριση με το 2019, κατά 4,1% και 364.881 ψήφους (Πίνακας 4). Ο αριθμός αυτός αντιπροσωπεύει το διόλου ευκαταφρόνητο ποσοστό 6,2% του εκλογικού σώματος.

Η Νέα Δημοκρατία πέτυχε να συσπειρώσει το 86,9% των εκλογέων του 2019, ποσοστό που αντιστοιχεί σε περίπου 1.956.000 ψήφους (Πίνακες 1 & 2), ενώ ταυτόχρονα ωφελήθηκε και από τη διαπαραταξιακή μετατόπιση ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ (βλέπε παραπάνω). Κάποιες διαρροές της ΝΔ σημειώθηκαν προς την Ελληνική Λύση,  1,2% της επιρροής του 2019 (περίπου 27.500 ψήφοι) και τους μικρότερους δεξιούς σχηματισμούς («Λοιπά Δεξιά»). Αθροιστικά, οι απώλειές της προς αυτά (αφορούν κυρίως τη ΝΙΚΗ), αντιπροσωπεύουν το 2,5% της επιρροής του 2019, περίπου 57.000 ψήφους. Ένα ενδιαφέρον σημείο είναι ότι η ΝΔ έχασε  προς την αποχή το 6,4% των ψηφοφόρων του 2019. Ποσοστό, που σύμφωνα με την παρούσα εκτίμηση αντιστοιχεί σε περίπου 144.000 ψήφους. Η μέθοδος που χρησιμοποιείται δεν επιτρέπει να διερευνηθούν εάν οι λόγοι αυτής της αποχής, είναι πολιτικοί ή κοινωνικοί. Εάν δηλαδή οφείλεται σε δυσαρέσκεια προς την ηγεσία της ή όχι.

 

Οι εκλογικές μετατοπίσεις στις βουλευτικές εκλογές της 21ης Μαΐου

Τα κοινωνικά χαρακτηριστικά του μπλοκ της Δεξιάς: Ηγεμονία στα αστικά – κυριαρχία στα μεσαία – διεύρυνση στα λαϊκά στρώματα

Παρά την ύπαρξη πολυάριθμων σχηματισμών στα δεξιά της, η ΝΔ υπερίσχυσε συντριπτικά στη συμπαγή ζώνη των βόρειων και βορειο-ανατολικών δήμων και στη νοτιο-ανατολική, παραλιακή ζώνη του Συγκροτήματος της Πρωτεύουσας, όπου συγκεντρώνεται ο κύριος όγκος των αμιγώς αστικών και ανώτερων μεσαίων στρωμάτων (upper, upper-middle). Στο Βόρειο Τομέα Αθηνών (Β1) συγκέντρωσε ποσοστό 46% και στην Ανατολική Αττική 45%. Στα περισσότερα από τα πλέον εύπορα  προάστια, η επιρροή της κυμάνθηκε από 55%-75%. Συγκεκριμένα, στις αμιγώς αστικές περιοχές της Πρωτεύουσας (πχ. Εκάλη 81,6%, Φιλοθέη 75,4%, Ψυχικό, 72,1%, Βουλιαγμένη 67,2%, Διόνυσος 64,9%, Κολωνάκι 64,3%, Βούλα 62,7%), η ΝΔ εμφάνισε μικρές απώλειες, σε σχέση με το 2019, και κατά βάση διατήρησε σε αυτά τα κοινωνικά στρώματα την ηγεμονία που κατέχει διαχρονικά, με μοναδική εξαίρεση την κατάρρευση του Μαΐου 2012 (Βλέπε ενδεικτικά Πίνακα 5 και Χάρτη 2). Είναι φανερό ότι η αστική τάξη της χώρας παραμένει συσπειρωμένη στη Νέα Δημοκρατία και στον Κυριάκο Μητσοτάκη.

Διατήρηση της εκλογικής της επιρροής παρατηρείται όμως και στις μικροαστικές περιοχές του Λεκανοπεδίου, τόσο σε δήμους με αντίστοιχη κοινωνική σύνθεση, πχ. Ζωγράφου, 38,5% και Αργυρούπολη, 39,5%), όσο σε συνοικίες  των κεντρικών δήμων της Αθήνας (πχ. Κυψέλη,  43,3%, Πατήσια, 40,2%) και του Πειραιά (πχ. Τερψιθέα 53,2%, Καλλίπολη 49,8%, Προφήτης Ηλίας 48,2%). Η Νέα Δημοκρατία, εκτός από την ηγεμονία που διατηρεί στα αστικά στρώματα, επιβεβαιώνει και την κυριαρχία της και στα μεσαία.

Περισσότερο εντυπωσιακό είναι το γεγονός, ότι το κυβερνών κόμμα διευρύνει σημαντικά τα κοινωνικά του ερείσματα και στις λαϊκές-εργατικές περιοχές της ΠρωτεύουσαςΣε αυτές τις περιοχές είναι η Νέα Δημοκρατία που επωφελείται κυρίως από την εκλογική κατάρρευση του ΣΥΡΙΖΑ και λιγότερο το ΚΚΕ. Συγκεκριμένα, οι 3 από τις 10 μεγαλύτερες αυξήσεις που εμφάνισε η ΝΔ στις ελάσσονες περιφέρειες, σε σύγκριση με το 2019, εντοπίζονται στις περιφέρειες της Δυτικής Αττικής+7,6% (41,9%), στη Β’ Πειραιά+7,3% (37,4%) και στο Δυτικό Τομέα της Αθήνας-Β2, +4,8% (34,5%). Η αντίστοιχη αύξηση του ΚΚΕ στις ίδιες περιφέρειες περιορίσθηκε, αντίστοιχα, σε +3,2%, +2,8%, και +2,5% (Χάρτες 2 και 3). Χαρακτηριστικά, όπως φαίνεται στον Πίνακα 5 και στον Χάρτη 2, στις εργατικές-λαϊκές περιοχές της Πρωτεύουσας, πχ. Περιστέρι 34,1%, Αιγάλεω 34,6%, Κερατσίνι 37,4%, Νίκαια 35,2%, ανακτά ποσοστά, της τάξης του 34%-37%, διευρύνοντας σημαντικά την κοινωνική της επιρροή. Πρόκειται για κοινωνική επιρροή που έχει παρατηρηθεί μεταπολιτευτικά στους εκλογικούς κύκλους της μεγάλης ανόδου της, όπως στην περίοδο 1989-1990 και 2001-2004.

Παρά την κοινωνική συνοχή και ενίσχυση που εμφανίζει σήμερα το συντηρητικό κοινωνικό μπλοκ, η σημαντική διαφορά από το 1990 ή το 2004 είναι ότι την εκπροσώπησή του δεν μονοπωλεί πλέον μόνον η Νέα Δημοκρατία, με ποσοστά 46,9% (1990) ή 45,4% (2004). Αυτή η διάσπαση είναι ευδιάκριτα ορατή στις περιφέρειες της Μακεδονίας, ιδίως στην Κεντρική (με εξαίρεση τις Σέρρες), καθώς και στον Έβρο, όπου η αυξημένη παρουσία της πληθυντικής Δεξιάς διεμβολίζει πολιτικά τη ΝΔ. Είναι εντυπωσιακό, ότι η Ελληνική Λύση, η Νίκη και οι λοιποί δεξιοί σχηματισμοί συγκεντρώνουν, αθροιστικά, στην Κεντρική Μακεδονία ποσοστό 18,5%, έναντι 39,1% της ΝΔ, στην Ανατολική Μακεδονία-Θράκη14,4%, έναντι 38,5% της ΝΔ (Στη Δράμα 18,5% και στον Έβρο 16,9%), ενώ  στη Δυτική Μακεδονία 13,5%, έναντι 40,6% της ΝΔ.

———————————-

ΣΗΜΕΙΩΣΗ 1: Στην παρούσα ανάλυση χρησιμοποιούνται τα επίσημα (προσωρινά) εκλογικά αποτελέσματα του Υπουργείου Εσωτερικών, όπως παρέχονται από την Singular Logic.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ 2: Η μέθοδος εκτίμησης των εκλογικών μετατοπίσεων στηρίζεται στο υπόδειγμα τετραγωνικού προγραμματισμού (Quadratic Programming Model) που έχει χρησιμοποιήσει η ολλανδική στατιστική υπηρεσία για τις ολλανδικές εκλογές. Βλέπε σχετικά: Carin van der Ploeg. 2008. A Comparison of Different Estimation Methods of Voting Transitions with an Application in the Dutch National Elections. Heerlen: Centraal Bureau voor de Statistiek Divisie Methodologie en Kwaliteit Sector Methodologie.

Η μέθοδος έχει εφαρμοστεί με ιδιαίτερη επιτυχία τόσο στις ελληνικές εκλογές (Ιανουαρίου 2015, Σεπτεμβρίου 2015, Ιουλίου 2019), όσο και στις κυπριακές Προεδρικές εκλογές του 2018.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ 3: Η κοινωνική τυπολογία των περιοχών του Πολεοδομικού Συγκροτήματος της Πρωτεύουσας στηρίζεται στο: Μαυρής, Γιάννης. 1993. «Οι κοινωνικές συντεταγμένες της κομματικής επιρροής: Οι σχέσεις εκπροσώπησης στην περίοδο 1974-1985.» Διδακτορική διατριβή. Πανεπιστήμιο Αθηνών, Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Δημόσιας Διοίκησης. Διαθέσιμη στην ιστοσελίδα: https://www.mavris.gr/category/m/m-research/monographies/ και στο Εθνικό Αρχείο Διδακτορικών Διατριβών: https://thesis.ekt.gr/thesisBookReader/id/12537#page/1/mode/2up


https://www.mavris.gr/8353/voting-transitions-may-2023/









Κυριακή 1 Οκτωβρίου 2023

Κλεινοντας τον Σεπτέμβριο με ένα μεγάλο μαύρο μηνιαίο κερί

 

Στο σημείωμα μας πριν δυο μήνες αναφέραμε ότι ήταν πιθανή μια διόρθωση μέχρι την γραμμή στήριξης του πλαγιοανοδικού καναλιού το οποίο συνόδευσε την άνοδο του ΓΔ από το φθινόπωρο του 2022. Η διόρθωση αυτή όντως πραγματοποιήθηκε μετά την προσέγγιση των υψηλών 2014/χαμηλών 2011 αλλά πήρε μεγαλύτερες διαστάσεις με αποτέλεσμα να αμφισβητηθεί η επικρατούσα 12μηνη ανοδική τάση.

Σχήμα 1. Ημερήσιο διάγραμμα ΓΔ

Όπως φαίνεται στο ημερήσιο διάγραμμα (Σχήμα 1) μετά την ελαφρά διόρθωση των αρχών του Αυγούστου στήθηκε μια «παγίδα» για τους αγοραστές που για λίγες μέρες επανέφερε τον ΓΔ πάνω από τον MAC 10 ημερών. Ακολούθησε ένα κύμα πωλήσεων σε κάθε προσπάθεια ανοδικής αντίδρασης. Το αποτέλεσμα ήταν να δημιουργηθεί το πλαγιοκαθοδικό κανάλι ΑΑ’ μέσω του οποίου διασπάστηκαν κρίσιμες στηρίξεις.     


Σχήμα 2. Εβδομαδιαίο διάγραμμα


Σχήμα 3. Μηνιαίο διάγραμμα

Στο Σχήμα 2 βλέπουμε την εικόνα σε μεγαλύτερο χρονικό εύρος και στο Σχήμα 3 σε βάθος 10ετίας. Από τα δυο αυτά διαγράμματα φαίνεται ότι υπάρχει αρκετός χώρος κάτω από τα παρόντα επίπεδα. Ο χώρος αυτός θα μπορούσε να «γεμίσει» στο επόμενο χρονικό διάστημα πράγμα που, μετά τα πολύ καλά κέρδη που προηγήθηκαν, αφήνει ανοιχτό το ενδεχόμενο της συνέχισης της πτώσης (σε πρώτη φάση μέχρι τον ΚΜ 200 ημερών).


Σχήμα 4. ΓΔ και Δείκτης Μεταβλητότητας (Με τα βέλη σημειώνονται τα αγοραστικά και τα πωλητικά σήματα του συστήματος προσΕΚΜ που χρησιμοποιώ).

Αυτό δεν σημαίνει υποχρεωτικά ότι θα ακολουθήσει βαθιά πτώση που θα μας φέρει πάλι στα επίπεδα των 900 μονάδων. Ο Δείκτης Μεταβλητότητας (Σχήμα 4) μας δείχνει ότι ναι μεν βρισκόμαστε σε ένα πτωτικό κύμα αλλά αυτό δεν χαλάει την γενικότερη μακροπρόθεσμη ανοδική τάση όσο ο ΓΔ βρίσκεται πάνω από τις 1150 μονάδες. Μάλιστα δεν αποκλείεται να επαναληφθεί το φαινόμενο που φαίνεται στο κίτρινο πλαίσιο στο Σχήμα 2: μετά την διόρθωση από τα υψηλά των 1140 μονάδων και την διάσπαση της γραμμής τάσης στις 1090 μονάδες δημιουργήθηκε νέος πυθμένας στις 1000 μονάδες από τις οποίες είχαμε την προσπάθεια που μας έφερε στα υψηλά των 1350 μονάδων του Αυγούστου.

Φυσικά είναι περιττό να σημειωθεί ότι η πορεία των διεθνών αγορών (που στην παρούσα φάση αντιμετωπίζουν επίσης δυσκολίες) θα παίξει σημαντικό ρόλο στην κατεύθυνση και του ΓΔ. 


Σχήμα 5. Ο S&P500 αντιμέτωπος με σημαντικές στηρίξεις



Τα «κλεμμένα»

 

«Η Ελλάδα πέτυχε ένα ορόσημο που αξίζει να γιορταστεί» είναι τα λόγια του ESM. Και πάμε εμείς στη «μετάφραση»: Με απλά λόγια: σε 85,508 δισ. ανέρχεται η κεφαλαιοποίηση του ΧΑ στο κλείσιμο της Παρασκευής. Πρόκειται για σημαδιακή μέρα, γιατί, μετά από 13 χρόνια, επανήλθε η χώρα μας σε καθεστώς “Investment Grade”. Τι σημαίνει αυτό; Ότι μας αποχαιρετούν τα πιο «παιχνιδιάρικα» κεφάλαια, που μας έφτασαν στις 1.259 μονάδες, και αναλαμβάνουν τα πιο σοβαρά και πιο μεγάλα και μακροπρόθεσμα, που μέχρι προχθές απαγορευόταν να επενδύσουν στην Ελλάδα.

Στο 88% του MSCI ACWI είναι η βαρύτητα των ανεπτυγμένων αγορών και στο 12% των αναπτυσσόμενων. Όποια κι αν είναι η νέα στάθμισή μας, με την είσοδό μας στις ανεπτυγμένες, η «πίτα» την υπερκαλύπτει. Αφού πρώτα οριοθετήσουμε ιστορικά τη σχέση κεφαλαιοποίησης ΧΑ/ΑΕΠ, 9% το 2012 και 192% το 1999, πάμε να δούμε τι περιθώρια υπάρχουν από εδώ και πέρα: 50% είναι ο ελληνικός ιστορικός μέσος όρος και 75% ο ευρωπαϊκός. Και, κατά περιόδους, συμπορευόμασταν. Αυτή τη στιγμή, βρισκόμαστε στο 40,8%. Για να φτάσουμε τον ελληνικό μέσο όρο και με την προϋπόθεση ότι το ΑΕΠ θα είναι σταθερό για το 2023, θέλουμε χρηματιστήριο στις 1.540 μονάδες, ενώ για να φτάσουμε τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, θέλουμε χρηματιστήριο στις 2.310 μονάδες.

Με όρους P/BV και P/E και ημερομηνία ισχύος 31/08/2023, έχουμε τους εξής αριθμούς: MSCI World 2,98 και 20,22, MSCI ACWI 2,74 και 19,37, MSCI Emerging 1,61 και 14,20, MSCI Greece 1,18 και 8,05. Με το που λάβουμε το IG και από τους υπόλοιπους οίκους να μην πάμε να βρούμε καταρχάς τις τιμές των άλλων αναπτυσσομένων αγορών; Με όρους P/BV 1718 και 2220 με όρους P/E.

Και όταν, με το καλό, περάσουμε στις ανεπτυγμένες αγορές; Ο Γενικός Δείκτης αντιστοιχεί σε τιμή 3179 σε όρους P/BV και 3162 σε όρους P/E. Μα, καλά, διορθώσεις δεν θα υπάρξουν; Προφανώς και θα υπάρξουν, όπως αυτή η ψυχαναγκαστική που ζήσαμε από τον Ιούλιο και μετά, με 6 στις 7 «κόκκινες» εβδομάδες. Αλλά το πλάνο είναι προς τα πάνω και εκεί αξίζει να έχουμε στραμμένο το βλέμμα μας: 15/09 Moody’s, 20/10 S&P, 1/12 Fitch, οφείλουν να δώσουν και αυτοί το IG. Και κάπου μέσα στο 2024-2025 θα έρθει και η μετατροπή της χρηματιστηριακής μας αγοράς από αναπτυσσόμενη σε αναπτυγμένη. Σε αυτό, λοιπόν, το πλαίσιο, υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις να ξαναγίνουμε Ευρώπη. Το χρονοδιάγραμμα είναι ξεκάθαρο.

Ηλεκτρονικό περιοδικό Χρήμα Week, τχ 924/12.9.2023

 

 

Κυριακή 27 Αυγούστου 2023

Και πάλι για τον πληθωρισμό

 

Με τον πληθωρισμό δεν έχουμε ξεμπερδέψει ακόμα

 

Γιατί οι οικονομολόγοι και από τις δύο ακτές του Ατλαντικού δεν πρέπει να στοιχηματίζουν σε «ομαλή προσγείωση». Η «έλλειψη πόνου» κατά τη διαδικασία αύξησης των επιτοκίων και τα οικονομικά εγχειρίδια.

του Chris Giles

Τα καλά νέα έχουν περίεργες επιπτώσεις. Μετά από μόλις δύο μήνες ενθαρρυντικών εξελίξεων σε ό,τι αφορά τις τιμές στις ΗΠΑ, πολύς λόγος γίνεται για τον θάνατο του πληθωρισμού και τα μαθήματα που πρέπει να πάρουμε.

Οι χρηματαγορές ποντάρουν σε μια ήπια προσγείωση με χαμηλότερο πληθωρισμό χωρίς ύφεση. Οι οικονομολόγοι μιλούν για «"άμωμο" αποπληθωρισμό». Κάποιοι προχωρούν ακόμη περισσότερο, προβλέποντας ότι η επιτυχία των ΗΠΑ να νικήσουν τον πληθωρισμό θα ισχύσει παντού. Υπάρχουν ακόμη και ψίθυροι ότι ο πληθωρισμός ήταν, τελικά, παροδικός και ότι η φαινομενικά ανώδυνη μείωση του πληθωρισμού βάσει του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή στις ΗΠΑ θα πρέπει να επιβάλει μια θεμελιώδη επανεξέταση της οικονομικής θεωρίας. Σε πολλά μέρη του κόσμου ήταν «φουσκωμένος», αλλά ο κόσμος έχει αρχίσει να αντιδρά υπερβολικά.

Χρειάζονται κάποια γεγονότα για να πλαισιωθεί η συζήτηση. Η πτώση του πληθωρισμού βάσει του ΔΤΚ των ΗΠΑ από μια κορυφή άνω του 9% σε 3,2% τον Ιούλιο του τρέχοντος έτους δεν μπορεί να καλύψει την τεράστια υπέρβαση των τιμών σε σύγκριση με τους στόχους. Τα τελευταία δύο χρόνια, αυτό το βασικό μέτρο του πληθωρισμού στις ΗΠΑ αυξήθηκε κατά 12% -ένας ετήσιος ρυθμός περίπου τρεις φορές ταχύτερος από το 2% που επιθυμεί η Fed.

Στην ευρωζώνη και στο Ηνωμένο Βασίλειο οι αυξήσεις τα τελευταία δύο χρόνια ήταν ακόμη υψηλότερες, 14,6% και 17,6% αντίστοιχα. Κατ' ελάχιστο είχαμε σχεδόν έξι χρόνια αναμενόμενου πληθωρισμού μέσα σε μόλις δύο χρόνια. Οι τιμές αυξάνονται πιο αργά αλλά δεν υποχωρούν.

Όλοι περίμεναν ότι η άνοδος των τιμών μετά τις διαταραχές από την πανδημία και την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία θα ήταν προσωρινή. Η ανησυχία ήταν πάντα ότι ο πληθωρισμός δεν θα έπεφτε μόνος του μέχρι τους στόχους του 2% και πως θα μπορούσε να «κολλήσει» αρκετά στην πορεία προς τα κάτω.

Αυτό ακριβώς συμβαίνει και εξακολουθεί να είναι η ανησυχία. Ακόμη και μετά τα τελευταία καλά στοιχεία, οι προβλέψεις της Fed για τον πληθωρισμό στο τέλος του τρέχοντος έτους, το επόμενο έτος και το μεθεπόμενο είναι απίθανο να βελτιωθούν πολύ. Όλα τα κύρια σφάλματα αφορούσαν στην υποτίμηση της ισχύος και της επιμονής του πληθωρισμού και όχι η υπερεκτίμησή του.


Παρά την απότομη πτώση του γενικού ρυθμού, η αμερικανική οικονομία φαίνεται να λειτουργεί ακόμη εν θερμώ και η αγορά εργασίας δεν έχει ακόμη επανέλθει σε ισορροπία. Όπως παρατήρησαν με οξύτητα τα μέλη της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Ανοικτής Αγοράς κατά την τελευταία συνεδρίασή τους, «οι ονομαστικοί μισθοί εξακολουθούν να αυξάνονται με ρυθμούς υψηλότερους από τα επίπεδα που εκτιμάται ότι συνάδουν με τη διαρκή επίτευξη του στόχου της επιτροπής για τον πληθωρισμό ύψους 2%».

Αν στις ΗΠΑ παρατηρήθηκαν κάποιες ενθαρρυντικές τάσεις χωρίς επαρκή πρόοδο, η Ευρώπη δεν έχει ακόμη ακολουθήσει. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αναγκάστηκε να αυξήσει τις προβλέψεις της για τον πληθωρισμό στις τελευταίες προβλέψεις της και τα μέτρα του δομικού πληθωρισμού έχουν «κολλήσει». Και ενώ οι στατιστικολόγοι του Ηνωμένου Βασιλείου είναι δυνατόν να κατασκευάσουν μέτρα που δείχνουν ότι ο υποκείμενος πληθωρισμός αρχίζει να μειώνεται, τα περισσότερα δεδομένα εξακολουθούν να υποδεικνύουν ένα παγιωμένο σπιράλ μισθολογικών τιμών μετά το Brexit.

Οι ορισμοί της σταθερότητας των τιμών δεν περιλαμβάνουν τον πληθωρισμό των υπηρεσιών που εξακολουθεί να τρέχει με 7,4% τον Ιούλιο, με ετήσια αύξηση των μισθών πάνω από 8%. Αυτό δεν είναι το περιβάλλον στο οποίο έχει νόημα για τις ευρωπαϊκές κεντρικές τράπεζες να κηρύξουν τη νίκη επί του πληθωρισμού.


Βέβαια, οι κεντρικές τράπεζες έχουν μετατραπεί σε ενεργούς μαχητές του πληθωρισμού τους τελευταίους 18 μήνες. Η αύξηση του κόστους δανεισμού κατά 5,25 ποσοστιαίες μονάδες στις ΗΠΑ, κατά 5,15 ποσοστιαίες μονάδες στο Ηνωμένο Βασίλειο και κατά 4,25 ποσοστιαίες μονάδες στην ευρωζώνη «δροσίζουν» τις αγορές εργασίας, με τις κενές θέσεις εργασίας να μειώνονται και την ανεργία να αυξάνεται σε ορισμένες χώρες. Μεγάλο μέρος των επιπτώσεών τους δεν έχει γίνει ακόμη αισθητό.

Τα γεγονότα δεν υποδηλώνουν ότι πρέπει να υπάρξουν πολλές ακόμη αυξήσεις των επιτοκίων για να νικηθεί ο πληθωρισμός. Όμως, με τον υποκείμενο πληθωρισμό να παραμένει πολύ υψηλός και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού, δεν υπάρχει σχεδόν κανένα συνεκτικό επιχείρημα που να υποστηρίζει ότι η συντριπτική πλειοψηφία αυτής της νομισματικής σύσφιξης ήταν κακοσχεδιασμένη. Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε πώς θα τα είχαν πάει οι μεγάλες οικονομίες του Ατλαντικού, αν οι κεντρικοί τραπεζίτες δεν είχαν κάνει τίποτα, αλλά δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η υπερβάλλουσα ζήτηση θα ήταν ισχυρότερη, ο πληθωρισμός υψηλότερος και το πρόβλημα των επίμονων αυξήσεων των τιμών θα ήταν χειρότερο.

Τα μέτρα που έλαβαν για να περιορίσουν τον πληθωρισμό ήταν επομένως σχεδόν σίγουρα αναγκαία και δεν υπάρχει ακόμη λόγος να πούμε ότι η αποστολή ολοκληρώθηκε. Αλλά μια πτυχή της καταπολέμησης του πληθωρισμού εξέπληξε σχεδόν όλους -η έλλειψη πόνου. Η ανεργία στις ΗΠΑ αγγίζει χαμηλά επίπεδα ρεκόρ και μόλις που αυξήθηκε στην Ευρώπη. Η αγορά εργασίας έχει διαψεύσει τις προσδοκίες με καλό τρόπο καθώς τα επιτόκια έχουν αυξηθεί.

Όσο δελεαστικό και αν είναι να πει κανείς ότι ο αποπληθωρισμός μπορεί επομένως να είναι πάντα ανώδυνος και ότι πρέπει να ξαναγράψουμε τα εγχειρίδια των οικονομικών, φαίνεται ότι πρόκειται μάλλον για μια περίπτωση ειδικών μετα-πανδημικών συνθηκών παρά για ένα επεισόδιο που αψηφά τη θεωρία.

Κατά τη διάρκεια και μετά την πανδημία, ο κόσμος υπέστη πολλά σοκ από την πλευρά της προσφοράς που συνέβαλαν στην αρχική άνοδο των τιμών. Αυτά συνέβησαν σε παγκόσμιο επίπεδο στις φθαρμένες και λιγότερο αποτελεσματικές αλυσίδες εφοδιασμού, στις καταστροφικές αυξήσεις των τιμών χονδρικής πώλησης φυσικού αερίου στην Ευρώπη πέρυσι και στη μείωση της συμμετοχής του εργατικού δυναμικού στις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο.

Πολλά από αυτά έχουν διορθωθεί ή βελτιωθεί, συμβάλλοντας στη μείωση του πληθωρισμού με λιγότερο πόνο από ό,τι συνήθως. Αυτό δεν είναι καθόλου κακά νέα για τα οικονομικά, διότι οι θεωρίες των τιμών καθορίζονται πάντα τόσο από την προσφορά όσο και από τη ζήτηση. Η προσφορά έχει βελτιωθεί, η ζήτηση έχει συγκρατηθεί με αυστηρότερη νομισματική πολιτική. Είναι πολύ νωρίς για να προβληματιστούμε για το μέλλον της μακροοικονομικής θεωρίας.

Το ερώτημα που τίθεται τώρα για τις ΗΠΑ και αλλού είναι αν τα επιτόκια είναι περίπου σωστά ή πρέπει να αυξηθούν λίγο περισσότερο.

https://www.euro2day.gr/ftcom/ftcom_gr/article-ft-gr/2203872/me-ton-plhthorismo-den-ehoyme-xemperdepsei-akoma.html

 

 

 

 

 

Πληθωρισμός: Δεν βρισκόμαστε στη χρυσή ισορροπία

του Μichael Roberts

Πληθωρισμός: Δεν βρισκόμαστε στη χρυσή ισορροπία…[1]

Aυτήν την εβδομάδα (25-26 Ιουλίου), τόσο η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (Federal ReserveFed στο εξής) όσο και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ στο εξής) αύξησαν ξανά το επιτόκιο τους. Το επιτόκιο της Fed βρίσκεται τώρα στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων 22 ετών. Το επιτόκιο της ΕΚΤ δεν έχει ξαναφτάσει σε τόσο υψηλά επίπεδα. Η επίσημη αιτία για αυτές τις αυξήσεις είναι ότι η αύξηση των επιτοκίων, μέχρι να «συμπιεστούν» οι οικονομικοί δείκτες, θα οδηγήσει, τελικά, το ποσοστό πληθωρισμού των τιμών καταναλωτή στον (αυθαίρετο) στόχο του 2% ετησίως, όπως έχει οριστεί από την Κεντρική Τράπεζα.

Αυτή η πολιτική βασίζεται στη θεωρία ότι το αυξανόμενο ποσοστό πληθωρισμού οφείλεται στην «υπερβολική ζήτηση» από τους καταναλωτές (εργαζόμενους). Έτσι, αύξηση των επιτοκίων, με την αύξηση του κόστους δανεισμού (στεγαστικά δάνεια, καταναλωτικά δάνεια και δάνεια σε επιχειρήσεις), θα επιβραδύνει επαρκώς τις δαπάνες και τις επενδύσεις, ώστε να επανέλθει η «ζήτηση» στα ίδια επίπεδα με την «προσφορά».

Όπως έχουμε υποστηρίξει εγώ και πολλοί άλλοι, αυτή η θεωρία έχει πολλά κενά. Υποθέτει ότι η αιτία της πληθωριστικής πίεσης είναι η υπερβολική ζήτηση και όχι η έλλειψη προσφοράς. Η δεύτερη πλευρά της εξίσωσης, δηλαδή οι τιμές, παραβλέπονται. Και όμως, τα στοιχεία για τις αιτίες της πληθωριστικής έκρηξης που ξεκινάει με το τέλος της ύφεσης που προκλήθηκε από την πανδημία, δείχνουν σαφώς ότι πρόκειται για «σοκ» στην προσφορά (ο όρος που χρησιμοποιείται από την κυρίαρχη αφήγηση για να περιγράψει οτιδήποτε διαταράσσει την υποτιθέμενη αρμονία της προσφοράς και της ζήτησης στην οικονομία της αγοράς).

Μετά την πανδημία, η παγκόσμια παραγωγή ανέκαμψε αργά, καθώς υπήρχε έλλειψη υγιούς εργατικής δύναμης και το διεθνές εμπόριο και οι μεταφορές ήταν φραγμένα από εμπόδια. Ως αποτέλεσμα, ιδίως τα βασικά αγαθά (τρόφιμα και ενέργεια) σημείωσαν σημαντικές αυξήσεις τιμών, με αποτέλεσμα στις περισσότερες χώρες να αυξηθούν οι τιμές των εισαγωγών.

Επιπλέον, οι διεθνείς παραγωγοί τροφίμων και ενέργειας εκμεταλλεύτηκαν τα εμπόδια στην προσφορά για να αυξήσουν τις τιμές και τα κέρδη (και κατά κάποιο βαθμό, να αντισταθμίσουν τα αυξημένα κόστη ). Επιπροσθέτως, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία πρόσθεσε έναν ακόμη παράγοντα στην αύξηση των τιμών. Πλέον γνωρίζουμε ότι στις αυξήσεις των τιμών τα τελευταία δύο χρόνια συνέβαλαν, κατά βάση τα κέρδη και όχι οι μισθοί. Δεν υπήρχε «σπιράλ μισθών-τιμών» όπως προέβαλαν οι κεντρικοί τραπεζίτες ως λόγο για τον οποίο έπρεπε να αυξηθούν τα επιτόκια. Αντίθετα, υπήρχε «σπιράλ κερδών- τιμών».

Ωστόσο, εδώ βρίσκεται το πρόβλημα. Παρά την τεράστια άνοδο των επιτοκίων και την ακόμη μεγαλύτερη που θα ακολουθήσει, ο πληθωρισμός στις τιμές καταναλωτή δεν έχει επιστρέψει κοντά στο 2% ετησίως. Στη συνέντευξή του αυτήν την εβδομάδα, ο πρόεδρος της Fed, Powell, δήλωσε ότι ο στόχος της Fed για 2% πληθωρισμό δεν θα επιτευχθεί πριν από το 2025! Είναι πιθανότερο ότι η αμερικανική οικονομία θα έχει ήδη περιέλθει σε ύφεση πριν φτάσουμε σε την ημερομηνία.

Όντως, ο αποκαλούμενος γενικός πληθωρισμός (headline inflation) μειώνεται ταχέως, καθώς βελτιώθηκε η προσφορά τροφίμων και ενέργειας και οι τιμές αυτών των αγαθών μειώθηκαν. Ο πληθωρισμός στις Ηνωμένες Πολιτείες έχει επιστρέψει στο 3% ετησίως και ο πληθωρισμός στην Ισπανία είναι ακόμη κάτω από το 2%. Το ΔΝΤ εκτιμά ότι ο παγκόσμιος πληθωρισμός θα μειωθεί από 6% ετησίως σε 4% ετησίως αλλά όχι πριν το τέλος του 2024. Ωστόσο, ο ρυθμός της μείωσης αναμένεται να επιβραδυνθεί, διότι ο αποκαλούμενος «πληθωρισμός πυρήνα», όπου εξαιρούνται τρόφιμα και ενέργεια και μετριέται ο «υποκείμενος» ή «εγχώριος» πληθωρισμός τιμών της οικονομίας, έχει παραμένει «άκαμπτος»[2], δηλαδή σημαντικά υψηλότερα από το 2%.

Συνοπτικά, οι κεντρικές τράπεζες συνεχίζουν να αυξάνουν τα επιτόκια παρά το γεγονός ότι αυτή η πολιτική αποτυγχάνει να έχει σημαντική επίδραση στις τιμές αγαθών και υπηρεσιών και παρά τους περί αντιθέτου ισχυρισμούς. Στις αρχές της δεκαετίας του 2010, οι κεντρικές τράπεζες υποστήριζαν ότι χρειαζόταν να διατηρούν τα επιτόκια κοντά στο μηδέν ή ακόμη και κάτω από αυτό, για την ενίσχυση της «ζήτησης» και την αποτροπή της πτώσης του πληθωρισμού σε επίπεδα κάτω του 2% ή ακόμα και σε αποπληθωριστικά επίπεδα, κάτω του 0%. Αύτη εξακολουθεί να είναι η τρέχουσα πολιτική της Κεντρικής Τράπεζας της Ιαπωνίας (Bank of Japan). Παρά την διοχέτευση τεράστιου όγκου χρήματος (ποσοτική χαλάρωση/quantitative easing- QE) και τα μηδενικά επιτόκια δανεισμού, ο πληθωρισμός, στις σημαντικότερες οικονομίες, αρνούνταν να ανέλθει στον στόχο του 2% (και τώρα δεν έχει γίνει εφικτό στην Ιαπωνία που εξακολουθεί αυτήν την πολιτική). Αντίθετα, διαμορφώθηκε μια εντυπωσιακή άνοδος των τιμών των μετοχών και των ομολόγων, τροφοδοτούμενη από πιστωτικό χρήμα. Πλέον η κατάσταση είναι η αντίστροφη.

Παρά την προφανή αποτυχία της νομισματικής πολιτικής να επηρεάσει τον πληθωρισμό, η κυρίαρχη οικονομική θεωρία επιμένει ότι λειτουργεί και ότι δεν υπάρχει εναλλακτική λύση πέρα από την αύξηση των επιτοκίων. Ορισμένοι υποστηρικτές αυτής της προσέγγισης, όπως ο Noah Smith, διάσημος mainstream blogger οικονομικών, υποστηρίζουν πως ο στόχος του 2% πληθωρισμού θα επιτευχθεί σύντομα στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτό το βασίζει στη μέτρηση των ποσοστών πληθωρισμού στους πλέον πληθωριστικούς τομείς της οικονομίας. Ωστόσο, αυτήν τη στιγμή, ο πληθωρισμός «πυρήνα» παραμένει κοντά στο 5% ετησίως.

Ο Smith ισχυρίζεται ότι η κυρίαρχη πολιτική έχει λειτουργήσει. Απορρίπτει την Σύγχρονη Νομισματική Θεωρία (Modern Monetary Theory-MMT), καθώς θεωρεί ότι αποτυγχάνει να δώσει ερμηνεία για τον πληθωρισμό. Το ίδιο πράττει απέναντι στην θεωρία του υπερπληθωρισμού (hyperinflation theory) και απέναντι στους θιασώτες των κρυπτονομισμάτων. Αποδέχεται απρόθυμα ότι «η κατάρρευση των εφοδιαστικών αλυσίδων, τα αυξημένα δημοσιονομικά ελλείμματα και η εκτόξευση των τιμών πετρελαίου, συνέβαλλαν στον πληθωρισμό του 2021-22».

Ωστόσο, απορρίπτει τη θεωρία του «πληθωρισμού απληστίας» («greedflation»), που υποστηρίζει ότι όλα οφείλονται στο γεγονός ότι μονοπωλιακές επιχειρήσεις χρησιμοποίησαν την ισχύ τους στην αγορά ώστε να αυξήσουν τις τιμές. Όπως λέει ο Smith: «Όταν οι υποστηρικτές της θεωρίας του “πληθωρισμού απληστίας” λένε ότι τα κέρδη “προκάλεσαν” τον πληθωρισμό, συνήθως δείχνουν απλώς ότι τα κέρδη και οι τιμές αυξήθηκαν το 2021-22. Αλλά αυτό συνιστά συσχέτιση, όχι σχέση αιτίου-αποτελέσματος. Θα μπορούσε εύκολα να οφείλεται στο γεγονός ότι οι αναταραχές στην προσφορά και τη ζήτηση οδήγησαν σε υψηλότερες τιμές και οι εταιρείες κέρδισαν απλώς ένα παθητικό υπερκέρδος από αυτές τις αναταραχές, χωρίς καμία αλλαγή στη συμπεριφορά τους ή στην ισχύ τους στην αγορά. Όταν εξετάζουμε τις αλλαγές στα «περιθώρια προσαυξήσεων/ markup» (που σχετίζονται στενά με τα περιθώρια κερδών), βλέπουμε ότι αυτά δεν συσχετίζονταν με τις αλλαγές των τιμών σε κλαδικό επίπεδο». Πράγματι, ο Smith έχει ένα δίκιο για όλες αυτές τις προσεγγίσεις.

Οπότε, ποια θεωρία τα κατάφερε; Ο Smith υποστηρίζει ότι «η απάντηση προκαλεί μια κάποια έκπληξη: Ήταν τα παλιά κυρίαρχα μακροοικονομικά». Μέσω της αύξησης των επιτοκίων και της μείωσης των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, η «πλεονάζουσα ζήτηση» έχει περιοριστεί και, ω του θαύματος, ο πληθωρισμός μειώνεται, ενώ η ανεργία παραμένει χαμηλή και αποφεύγεται η ύφεση. Ο Smith δηλώνει θριαμβολογώντας: «Φαίνεται ότι η Fed και το Κογκρέσο, με βοήθεια της πτώσης των τιμών πετρελαίου, έχουν βρει το πιο δύσκολο και πολυπόθητο Άγιο Δισκοπότηρο της μακροοικονομικής σταθεροποίησης -τη μείωση του πληθωρισμού χωρίς κανένα κόστος. Και ακόμη κι αν η οικονομία επιβραδυνθεί λίγο τους επόμενους μήνες, θα βρίσκεται ακόμη στην περιοχή της Χρυσομαλλούσας, μιας ομαλής προσγείωσης. Δεν θα μπορούσαμε να ζητήσουμε είτε από τους διαμορφωτές πολιτικών είτε από τους θεωρητικούς των μακροοικονομικών να κάνουν καλύτερη δουλειά από αυτό»!

Όμως, το γεγονός ότι ο πληθωρισμός μειώνεται και η ανεργία δεν έχει αυξηθεί στις βασικές οικονομίες, αποτελεί στην πραγματικότητα ένδειξη για τις αποτυχίες της κυρίαρχης οικονομικής θεωρίας. Αν η αύξηση της προσφοράς χρήματος μειώνεται και η «πλεονάζουσα ζήτηση» μειώνεται λόγω των αυξημένων επιτοκίων, τότε η ανεργία θα έπρεπε να αυξάνεται, σύμφωνα με την κυρίαρχη οικονομική θεωρία. Αντί για αυτό, η καμπύλη Phillips (η κυρίαρχη θεωρία για την αντίστροφη σχέση ανάμεσα στην ανεργία και τον πληθωρισμό) έχει παραμείνει επίπεδη και η αποκαλούμενη καμπύλη Beveridge (όπου οι κενές θέσεις εργασίας μειώνονται και η ανεργία αυξάνεται) παίρνει μορφή που ομοιάζει σε αγκώνα. Δηλαδή οι κενές θέσεις εργασίας αυξάνονται, αλλά η ανεργία παραμένει σταθερή.

Το γεγονός αυτό υποδεικνύει ότι ο πληθωρισμός δεν προκλήθηκε από «πλεονάζουσα ζήτηση» ή «υπερβολική» αύξηση της προσφοράς χρήματος, όπως υποστηρίζουν οι κυρίαρχες θεωρίες αλλά από κάτι που αφορά την «πλευρά της προσφοράς». Πράγματι, οι παράγοντες προσφοράς ήταν πολύ πιο σημαντικοί, όπως δείχνει η ανάλυση της Ομοσπονδιακής Τράπεζας του Σαν Φρανσίσκο.

Η αιτία της χαμηλής ανεργίας βρίσκεται επίσης στην «πλευρά της προσφοράς» Στις ΗΠΑ υπήρξε σημαντική αύξηση της «πρόωρης συνταξιοδότησης» καθώς, μετά την πανδημία, μεγαλύτερης ηλικίας εργαζόμενοι αποφάσισαν να μην επιστρέψουν στην αγορά εργασίας. Για παράδειγμα, στις ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο, το πλήγμα στην υγεία των εργαζομένων από τον «long COVID» καθώς και η απουσία ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης για άλλες ασθένειες κατά την διάρκεια της πανδημίας, οδήγησε σε σημαντική πτώση στην προσφορά εργασίας.

Το γράφημα του ποσοστού συμμετοχής του εργατικού δυναμικού στις Ηνωμένες Πολιτείες απεικονίζει αυτήν την τάση.

Ταυτόχρονα, η αύξηση της παραγωγικότητας του υπάρχοντος εργατικού δυναμικού έχει σημειώσει ιστορικά χαμηλά επίπεδα στις βασικές οικονομίες. Πολλοί ειδικευμένοι εργαζόμενοι αποχώρησαν οριστικά από την αγορά εργασίας, ώστε να ζήσουν από τις συντάξεις του, ενώ οι εργοδότες, αντί να επενδύσουν σε τεχνολογίες εξοικονόμησης εργατικού δυναμικού, επεδίωξαν απλά να αυξήσουν την παραγωγή μέσω αύξησης της εργασίας. Ως εκ τούτου, η αύξηση της παραγωγικότητας κατέρρευσε. Αυτό σημαίνει ότι κάθε μισθολογική αύξηση που επιτυγχάνουν οι εργαζόμενοι τείνουν να αυξάνουν το εργασιακό κόστος ανά παραγόμενη μονάδα.

Αυτό καθιστά τα ποσοστά πληθωρισμού «άκαμπτα», βάσει της υπόθεσης ότι οι εταιρείες εξακολουθούν να έχουν τη δυνατότητα να μετακυλήσουν την αύξηση του εργατικού κόστους στις αυξήσεις τιμών. Τούτο ήταν εφικτό κατά τη διάρκεια του 2021-2022 αλλά τώρα γίνεται ολοένα και δυσκολότερο και οι εταιρείες αντιμετωπίζουν μείωση των περιθωρίων κερδών.


 

Τα κέρδη των εταιρειών στις ΗΠΑ τώρα πέφτουν. Σύμφωνα με τα στοιχεία της FactSet, για το δεύτερο τρίμηνο του 2023, το συνολικό ποσοστό πτώσης των κερδών για το δείκτη S&P 500 είναι -7.1%, το μεγαλύτερο ποσοστό πτώσης κερδών που έχει σημειωθεί για τον δείκτη από το τρίτο τρίμηνο του 2020 (-31.6%). Επιπλέον, μεγάλο μέρος των υψηλών κερδών και των κερδών στο χρηματιστήριο έχει περιοριστεί στις επτά μεγάλες τεχνολογικές εταιρείες των οποίων τα κέρδη, μέχρι στιγμής, αυξήθηκαν κατά 58% φέτος, σε σύγκριση με μόλις 4% για τις υπόλοιπες 493 μετοχές στον δείκτη S&P 500.

Η βασική άποψη, όπως εκφράζεται από τον Noah Smith, είναι ότι κερδίζεται η μάχη ενάντια στον πληθωρισμό, χωρίς οι βασικές οικονομίες να περνάνε σε ύφεση. Σύντομα, οι κεντρικές τράπεζες θα μπορούν να σταματήσουν τις αυξήσεις επιτοκίων και οι βασικές οικονομίες, ειδικά οι ΗΠΑ, θα έχουν μια «ομαλή προσγείωση» και στη συνέχεια θα συνεχίσουν έναν βαθμό σταθερής οικονομικής ανάπτυξης μαζί με έναν μέτριο πληθωρισμό, γεγονός που θα σημαίνει αύξηση του επιπέδου διαβίωσης για όλους. Αυτό το σενάριο «Χρυσομαλλούσας» με οικονομίες που δεν θα είναι ούτε πολύ «υπερθμερμασμένες», ούτε πολύ «παγωμένες» αποτελεί την οπτική στην οποία συναινούν οι χρηματοπιστωτικοί επενδυτές. Ως εκ τούτου, το αμερικάνικο χρηματιστήριο βρίσκεται σε φάση εκρηκτικής ανόδου και φτάνει σε νέα υψηλά της μετα-πανδημικής περιόδου.

Ωστόσο, στην πραγματικότητα τα οικονομικά δεδομένα δεν υποστηρίζουν αυτήν την συναίνεση. Είναι αλήθεια ότι, σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις, η πραγματική ανάπτυξη του ΑΕΠ στις ΗΠΑ επιταχύνθηκε στο δεύτερο τρίμηνο, με αύξηση σε ετήσιο ρυθμό κατά 2,4% σε σύγκριση με 1,8% στο πρώτο τρίμηνο. Αυτό φαίνεται να οφείλεται σε μια ιδιαίτερη έκρηξη επενδύσεων από τις επιχειρήσεις, κυρίως σε μεταφορικό εξοπλισμό. Ωστόσο, αυτό δεν θα επαναληφθεί στο δεύτερο εξάμηνο του 2023.

Οι πιο πρόσφατοι δείκτες οικονομικής δραστηριότητας (ονομάζονται PMIs- Purchasing Manager Index, Δείκτης Υπευθύνων Προμηθειών) για τον Ιούλιο (στην αρχή του τρίτου τριμήνου) δείχνουν ότι οι βασικές οικονομίες επιβραδύνονται σημαντικά, με την Ευρωζώνη να συρρικνώνεται άμεσα. Η Αυστραλία επίσης βρίσκεται σε ύφεση και οι Ιαπωνία, Ηνωμένο Βασίλειο και ΗΠΑ επιβραδύνουν προς μηδενική ανάπτυξη. Η βιομηχανία μεταποίησης έχει ήδη συρρικνωθεί παντού αλλά πλέον επιβραδύνεται και ο τομέας υπηρεσιών. Η οικονομία των ΗΠΑ ήταν η ισχυρότερη, αλλά ακόμη και εκεί ο δείκτης σημείωσε πτώση. Εξαιρουμένης της περιόδου της πανδημίας, ο παγκόσμιος δείκτης PMI βρίσκεται τώρα στο χαμηλότερο επίπεδο από τη «μίνι ύφεση» του 2016 (μπλε γραμμή).



Πράγματι, ο Δείκτης Προβλέψεων US Leading Economic Indicator (LEI) του «Conference Board»[3] προβλέπει ύφεση στις ΗΠΑ πριν το τέλος του έτους. Ο Δείκτης LEI έπεσε ξανά τον Ιούνιο, «λόγω πιο απαισιόδοξων προσδοκιών των καταναλωτών, αδυναμίας νέων παραγγελιών, αυξημένου αριθμού αιτήσεων επιδομάτων ανεργίας και μείωσης των κατασκευαστικών εργασιών», όπως δήλωσε η Justyna Zabinska-La Monica, Διευθύντρια των Δεικτών Επιχειρηματικού Κύκλου, στο Conference Board. Ο Δείκτης LEI σημειώνει υποχώρηση εδώ και δεκαπέντε μήνες — η μακρύτερη σειρά συνεχόμενων μειώσεων από το 2007-2008, στην πορεία προς την Μεγάλη Υφεση. «Συνδυαστικά, τα δεδομένα Ιουνίου υποδηλώνουν ότι η οικονομική δραστηριότητα θα συνεχίσει να επιβραδύνεται τους επόμενους μήνες». Το Conference Board προβλέπει ότι η οικονομία των ΗΠΑ θα περάσει σε ύφεση από το τρίτο τρίμηνο του 2023 έως το πρώτο τρίμηνο του 2024.

Παγκοσμίως, υπάρχει ήδη εμπορική ύφεση. Ο ετήσιος ρυθμός αύξησης του όγκου των παγκόσμιων εισαγωγών πέρασε σε αρνητικά μεγέθη το προηγούμενο έτος και παρέμεινε αρνητικός το 2023. Αυτή η εμπορική ύφεση είναι χαρακτηριστική της Μακροχρόνιας Ύφεσης (Long Depression – όπως την αποκαλώ), η οποία ασκεί καθοδική πίεση στην αύξηση του παγκόσμιου εμπορίου για περισσότερα από μια δεκαετία τώρα. Στα δέκα χρόνια μέχρι το 2020, ο μέσος ρυθμός αύξησης του παγκόσμιου εμπορίου υποχώρησε κάτω από αυτόν της παγκόσμιας αύξησης του ΑΕΠ: η πρώτη δεκαετία μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο που σημειώνεται κάτι τέτοιο.

Και η τραπεζική κρίση που ξέσπασε τον περασμένο Μάρτιο εξακολουθεί να βρίσκεται στον ορίζοντα, καθώς τα αυξημένα επιτόκια μειώνουν τη ζήτηση για δάνεια και αυξάνονται οι χρεοκοπίες επιχειρήσεων. Ο τραπεζικός δανεισμός στους εμπορικούς και βιομηχανικούς τομείς στις ΗΠΑ άρχισε να συρρικνώνεται και η ανάπτυξη δανείων στη ζώνη του ευρώ βρίσκεται σε χαμηλό εικοσαετίας. Αυτό θα πιέσει τελικά τις επενδύσεις.


Πράγματι, οι εταιρικές χρεοκοπίες έχουν εκτοξευθεί τις τελευταίες εβδομάδες.


Ο πληθωρισμός τιμών καταναλωτή μειώθηκε σημαντικά τον Ιούνιο στο 3,0% ετησίως και ο «πληθωρισμός πυρήνα», που εξαιρεί τις τιμές τροφίμων και ενέργειας, μειώθηκε επίσης στο 4,8% ετησίως. Αυτά τα στοιχεία οδηγούν σε επιστροφή του ποσοστού πληθωρισμού στα επίπεδα του 2021. Ωστόσο, αυτό δεν επετεύχθη δια της μείωσης της «πλεονάζουσας ζήτησης» από τη νομισματική πολιτική της Κεντρικής Τράπεζας αλλά δια της επιβράδυνσης της ανάπτυξης, ιδιαίτερα στον κλάδο της μεταποίησης και το εμπόριο. Ο πληθωρισμός δεν θα μειωθεί λόγω περαιτέρω αυξήσεων στα επιτόκια αλλά λόγω ύφεσης.

Μετάφραση του Σωτήρη Λαπιέρη από το thenextrecession

 

Σημειώσεις του μεταφραστή

[1]  Ο πρωτότυπος τίτλος του άρθρου είναι «Its not Goldilocks», κυριολεκτικά «Δεν πρόκειται γι.α Χρυσομαλλούσα». Η μεταφορά αναφέρεται στο παραμύθι της Χρυσομαλλούσας και των τριών αρκούδων. Η Χρυσομαλλούσα καλείται να επιλέξει από τρεις χυλούς που της προσφέρουν οι αρκούδες. Τελικά η Χρυσομαλλούσα επιλέγει τον χυλό που δεν είναι ούτε πολύ ζεστός, ούτε πολύ κρύος. Η μεταφορά χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει μια ιδανική κατάσταση. Στην περίπτωση των αντιπληθωριστικών πολιτικών, στις οποίες αναφέρεται ο συγγραφέας, αφορά το σενάριο όπου ο πληθωρισμός καταπολεμάται χωρίς να προκληθεί ύφεση και χωρίς να χρειαστεί εξωφρενική αύξηση των επιτοκίων των κεντρικών τραπεζών. Επιλέχθηκε η περιφραστική μετάφραση του τίτλου για λόγους κατανόησης.

[1]  «Άκαμπτος»/sticky: στην τρέχουσα ορολογία περιγραφής των τάσεων του πληθωρισμού, έχει επικρατήσει να περιγράφεται με τον παραπάνω όρο, το φαινόμενο της διατήρησης σε υψηλά επίπεδα του πληθωρισμού πυρήνα/ core inflation, παρά την πτώση του γενικού πληθωρισμού/ headline inflation και την πολιτική ανόδου των επιτοκίων των Κεντρικών Τραπεζών. Επιλέγουμε να μεταφράσουμε το «sticky» ως «άκαμπτος» έναντι του τρέχοντος δημοσιογραφικού «κολλώδης», καθώς περιγράφει ακριβέστερα το συγκεκριμένο φαινόμενο, παρά το γεγονός ότι υστερεί από «λογοτεχνικής» άποψης.

[3] Ιδιωτικός ερευνητικός οργανισμός, με μέλη μεγάλες επιχειρήσεις σε 60 χώρες του κόσμου. Δημοσιεύει συστηματικά οικονομικούς δείκτες και οικονομικές προβλέψεις, με τα στοιχεία του να θεωρούνται τα πλέον αξιόπιστα μετά τα επίσημα στατιστικά της Αμερικάνικης κυβέρνησης, για την αμερικάνικη οικονομία. Ο Leading Economic Indicator που δημοσιεύει περιοδικά το Conference Board, αφορά βραχυπρόθεσμες προβλέψεις για την πορεία της Αμερικάνικης οικονομίας

https://jacobin.gr/plithorismos-vriskomaste-sti-chrysi-isorropia/

 

Το ευρώ, ο νεοφιλελευθερισμός, η εκμετάλλευση της εργασίας

  Τα δύο θεμέλια του καθεστώτος εκμετάλλευσης Η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχει αποτελέσει, ιδιαίτερα από το 1990 και μετά, ιμάντα μεταβί...